Η ελληνική κυβέρνηση καταθέτοντας τον προϋπολογισμό για το 2019, που θεωρείται μάλιστα ο πρώτος μεταμνημονιακός, προσπαθεί με κάθε τρόπο από τη μια να διαφυλάξει τα υπερπλεονάσματα μέσω της συνεχιζόμενης φορολόγησης και από την άλλη να χρηματοδοτήσει το κόστος της μη περικοπής των συντάξεων.
Είναι σαφές ότι η κυβέρνηση με δική της πρωτοβουλία αποφάσισε να θυσιάσει πραγματικούς πόρους από την οικονομία για να μην περικοπούν οι συντάξεις σε ένα Ασφαλιστικό που ούτως ή άλλως είναι μη βιώσιμο.
Είναι αξιοσημείωτο ότι η κυβέρνηση τόσο για το 2018 όσο και για το 2019 επιμένει σε δημοσιονομικά υπερπλεονάσματα άνω του στόχου του 3,5% του ΑΕΠ, φθάνοντας μάλιστα άνω του 4%, διατηρώντας ταυτόχρονα τα υψηλότερα ποσοστά φορολογίας στην ΕΕ.
Η ιδιωτική κατανάλωση κινείται οριακά σε θετικό πρόσημο, η ανάπτυξη μόλις πάνω από το 2%, ενώ το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων συνεχίζει να περικόπτεται, στερώντας πολύτιμα έργα υποδομής τόσο από τον δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας.
Αν στα παραπάνω προσθέσουμε το μίνι κραχ του Χρηματιστηρίου, την αρνητική πιστωτική επέκταση των τραπεζών και τη σαφή έλλειψη προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, αντιλαμβανόμαστε γιατί η χώρα έχει εγκλωβιστεί σε έναν φαύλο κύκλο εσωστρέφειας και λιτότητας, όντας αποκλεισμένη από τις διεθνείς αγορές.
Η απάντηση της κυβέρνησης στην παραπάνω ζοφερή κατάσταση είναι η πρόσφατη ανακοίνωση χιλιάδων προσλήψεων στο Δημόσιο με αφορμή και το εκκλησιαστικό ζήτημα, ενώ είναι εντυπωσιακό ότι άνω του 80% των ατόμων που τελικά προσλαμβάνονται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα είναι απόφοιτοι Λυκείου, αποκλείοντας για μία ακόμη φορά τους άνεργους πτυχιούχους, οι οποίοι συνεχίζουν τη διαδρομή του brain drain στο εξωτερικό.
Πλέον η χώρα οδεύει σε μια δύσκολη προεκλογική περίοδο, γεμάτη από σκάνδαλα, που τραυματίζουν συνολικά τη δημοκρατία, ενώ η κυβέρνηση συνεχίζει την επικοινωνιακή τακτική των κοινωνικών παροχών, αποκρύπτοντας όμως τα 800 εκατ. ευρώ των δαπανών που τελικά μειώνει λόγω των δεσμεύσεων του 3ου Μνημονίου και της μη περικοπής των συντάξεων.
Σε κάθε περίπτωση, η ελληνική οικονομία ενδέχεται με την πολιτική της κυβέρνησης, να βαδίσει το νέο έτος σε αχαρτογράφητα νερά, καθώς η συσσωρευμένη υπερφορολόγηση σε συνδυασμό με την υψηλή ανεργία και τη χαμηλή κατά κεφαλήν κατανάλωση οδηγούν μαθηματικά σε νέα ύφεση και μάλιστα εντονότερη από την προηγούμενη.
Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός