Επιτέλους μια ελληνική πρωτιά, σύμφωνα με την κεντροαριστερή «Guardian». Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα στην Ευρώπη στην οποία κυβερνούν αριστεροί λαϊκιστές. Διαπίστωση που περιλαμβάνεται σε εκτενές αφιέρωμα της εφημερίδας για τον λαϊκισμό στην Ευρώπη ενόψει ευρωεκλογών. Τρεις ενδιαφέρουσες διαπιστώσεις προκύπτουν από το δημοσίευμα αυτό.
ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗ ΠΡΩΤΗ. Η «Guardian» είναι το βαρόμετρο της στάσης ενός μεγάλου τμήματος της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας που είδε αρχικά με ιδιαίτερα θετικό τρόπο τον ΣΥΡΙΖΑ, τον υποστήριξε και τον εξύμνησε, για να διαπιστώσει ότι δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μια εκδοχή του λαϊκιστικού φαινομένου. Η οριενταλιστική συμπάθεια για την ελληνική ριζοσπαστική Αριστερά, που θα άλλαζε την Ευρώπη και τον κόσμο, κατέρρευσε όταν βρέθηκε ενώπιον των γεγονότων. Η ηγεσία της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας συνεχίζει να έχει την αυταπάτη της μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ, όμως όλο και περισσότεροι διανοητές συμφωνούν με τον καθηγητή Cas Mudde για τη διάψευση της λαϊκιστικής υπόσχεσης του ΣΥΡΙΖΑ, όπως αναλύεται στο ομότιτλο βιβλίο του.
ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗ ΔΕΥΤΕΡΗ. Ανάμεσα στους αναλυτές του λαϊκιστικού φαινομένου υπάρχει σχεδόν ομοφωνία στη διαπίστωση ότι ο λαϊκισμός είναι μια αβαθής ιδεολογία (thin-centered ideology) που προσκολλάται σε μια άλλη, πλήρη ή πυκνή, ιδεολογία, που μπορεί να είναι είτε αριστερή είτε δεξιά. Το αφιέρωμα της «Guardian» υιοθετεί αυτή την οπτική εξετάζοντας, ως τμήματα του ίδιου φαινομένου, τον ΣΥΡΙΖΑ, το Podemos, τον Ορμπαν, τον Σαλβίνι. Είναι πραγματικά εντυπωσιακές οι ομοιότητες της ρητορείας, παρά το διαφορετικό ιδεολογικό πρόσημο. Η επινόηση εχθρών, η μανιχαϊστική πρόσληψη των κοινωνιών, η καταγγελία των ελίτ είναι κοινά στοιχεία μιας απλουστευτικής προσέγγισης της πραγματικότητας.
ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗ ΤΡΙΤΗ. Η «Guardian» χτυπάει το καμπανάκι του κινδύνου αναφέροντας ότι τα λαϊκιστικά κόμματα έχουν τριπλασιάσει την εκλογική τους επιρροή μέσα στα τελευταία 20 χρόνια, με έναν στους τέσσερις ευρωπαίους ψηφοφόρους να επιλέγει στις κάλπες κόμματα αυτής της κατηγορίας.
Η διαπίστωση είναι σωστή. Είναι όμως ατελής αν δεν επισημάνουμε ότι τρεις στους τέσσερις Ευρωπαίους ψηφίζουν μη λαϊκιστικά κόμματα. Η φιλελεύθερη δημοκρατία, κυρίαρχο πολίτευμα στην Ευρώπη, δέχεται ολομέτωπη επίθεση, αλλά – ακόμα – αντέχει.
Πρέπει όμως να περάσει από τα προφορικά στα γραπτά. Η καταγγελία του λαϊκιστικού κινδύνου είναι αναγκαία αλλά όχι επαρκής συνθήκη για την αντιμετώπιση του κινδύνου. Οι δημοκρατίες έχουν την υποχρέωση να αντιταχθούν σθεναρά και έμπρακτα στη λαϊκιστική απειλή. Πρέπει να σταματήσουν να υιοθετούν, από εκλογικό καιροσκοπισμό, την ατζέντα των λαϊκιστών. Πρέπει να προτείνουν τις δικές τους προτεραιότητες, βασισμένες στις δικές τους αρχές, έστω και αντιδημοφιλείς. Πρέπει να πείσουν ότι τα όποια προβλήματα των φιλελεύθερων δημοκρατιών επιλύονται με διορθωτικές κινήσεις και όχι με ανέξοδες καταγγελίες.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, χρειαζόμαστε μια μαχόμενη δημοκρατία. Μια δημοκρατία που θα ορθώσει ανάστημα στις λαϊκιστικές αυταπάτες και που θα αντισταθεί σθεναρά στις απλουστεύσεις του λαϊκιστικού λόγου.
Ο Πέτρος Παπασαραντόπουλος είναι εκδότης και συγγραφέας