Ομολογώ ότι η αμεριμνησία ή η ασυνειδησία (διαλέξτε…) της κυβέρνησης με έχει αφήσει άφωνο.

Με τη χώρα εκτός προγράμματος και εκτός αγορών, με το διεθνές οικονομικό περιβάλλον στα όρια της νευρικής κρίσης, με την Ευρώπη να απορρίπτει τον ιταλικό προϋπολογισμό, με τις τράπεζες να καταρρέουν και τα επιτόκια να εκτοξεύονται, η χαρωπή κυβέρνησή μας ασχολείται πώς θα μοιράσει 750 εκατομμύρια που (κοκορεύεται ότι) της περίσσεψαν.

Εχουν κανένα σχέδιο; Οχι. Καμία φιλοσοφία; Ούτε. Κάποια συνταγή; Αστειεύεστε.

Βούλιαξαν την κοινωνία με μια αβάσταχτη κι αντιαναπτυξιακή φορολόγηση, διέλυσαν το τραπεζικό σύστημα και σε σοβαρές επενδύσεις μόνο τρελοί ή άσχετοι προσβλέπουν.

Αλλά χωρίς ρευστότητα, χωρίς τράπεζες και χωρίς επενδύσεις πώς θα γίνει η περίφημη ανάπτυξη; Πουλώντας σουβλάκια σε τουρίστες; Και πώς θα ζήσει αυτή η χώρα χωρίς ανάπτυξη; Μοιράζοντας κατοστάρικα για τις εκλογές;

Σκασίλα τους μεγάλη και πέντε παπαγάλοι!

Ώς εδώ φυσικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι απλώς άσχετοι. Το ύποπτο είναι ότι πανηγυρίζουν κιόλας.

Πάντα όμως πανηγυρίζουν για λάθος λόγο.

Είναι για παράδειγμα πολύ καλό αν δεν κοπούν οι συντάξεις, αλλά καλό για τον… Μητσοτάκη.

Ουδείς συνταξιούχος θα ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ επειδή δεν του κόπηκε η σύνταξη που ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ψηφίσει να κοπεί.

Αλλά η χώρα θα ανακουφιστεί συνολικά αν η υπόθεση των συντάξεων αποδειχτεί ένα επιχείρημα στα χέρια του Μητσοτάκη για να αμφισβητήσει το σύνολο ή το μεγαλύτερο μέρος των ασφυκτικών δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η κυβέρνηση Τσίπρα.

Από το αφορολόγητο έως τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα.

Λογικό. Οταν οι δεσμεύσεις αμφισβητούνται από εκείνους που τις ανέλαβαν, ποιος θα απαιτήσει να εφαρμοστούν από εκείνους που δεν τις έχουν αναλάβει;

Ακόμη κι αυτό όμως είναι υποσημείωση μπροστά στο γενικό πρόβλημα. Διότι υπάρχει ένα αδιαμφισβήτητο γενικό πρόβλημα.

Οχι μόνο ότι αμέριμνοι τραγουδάμε. Αλλά κι ότι τραγουδάμε το λάθος τραγούδι.

Η κυβέρνηση ανέλαβε τη βαρύτατη ευθύνη να μας βάλει σε μια πολύμηνη και διαλυτική προεκλογική περίοδο.

Θυσιάζει κάθε προοπτική μπροστά στην αγωνία της να αυξήσει το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ από 22% σε 25% – διότι γι’ αυτό γίνεται όλη η φασαρία…

Και υπονομεύει τη χώρα νομίζοντας ότι θα υπονομεύσει την επόμενη κυβέρνηση ώστε να επιστρέψει.

Αυτό το τραγούδι όμως είναι διπλά φάλτσο.

Αφενός επειδή ο κόσμος βλέπει και καταλαβαίνει ότι παίζουν ξανά με την τσέπη του.

Αφετέρου επειδή αν χάσουν, όπως κι αν χάσουν, πολύ δύσκολα θα επιστρέψουν.

Ο νικητής θα τα πάρει όλα, όσο κι αν πάρει ο χαμένος.