Ο Νοτιοκορεάτης Κιμ Τζονγκ Γιανγκ εξελέγη χθες πρόεδρος της Ιντερπόλ για την επόμενη διετία από τους αντιπροσώπους των 194 κρατών-μελών του διεθνούς οργανισμού στο ετήσιο συνέδριό του στο Ντουμπάι: η είδηση πιθανώς να περιοριζόταν, από πλευράς ενδιαφέροντος, σε μονόστηλο αν ο αντίπαλος επί του οποίου επικράτησε τελικά ο Κιμ δεν ήταν ένας ρώσος στρατηγός της αστυνομίας, ο Αλεξάντρ Προκοπτσούκ, που πυροδότησε στις ΗΠΑ, τη Δυτική Ευρώπη αλλά και τη ρωσική αντιπολίτευση φόβους πως «τον έλεγχο της Ιντερπόλ θα τον αναλάβει ο Βλαντίμιρ Πούτιν», όπως σχολίαζε χαρακτηριστικά προχθές το γαλλικό περιοδικό «Le Point». Αλλά αυτή δεν είναι η μόνη πολεμική στην οποία έχει εμπλακεί το τελευταίο διάστημα αυτός ο διεθνής οργανισμός καταπολέμησης της εγκληματικότητας και της τρομοκρατίας, που προωθεί την αμοιβαία συνεργασία των εθνικών αστυνομικών Αρχών – και στον οποίο απαγορεύεται, βάσει καταστατικού, να ανακατεύεται σε διαμάχες «πολιτικής, στρατιωτικής, θρησκευτικής ή φυλετικής φύσεως».
Στην πραγματικότητα, η μονομαχία Κιμ – Προκοπτσούκ δεν θα έπρεπε καν να είχε γίνει, τουλάχιστον σε αυτό το χρονικό στάδιο. Ο προηγούμενος πρόεδρος της Ιντερπόλ, ο Κινέζος Μενγκ Χονγκγουέι, είχε εκλεγεί το 2016 για τετραετή θητεία. Εξαφανίστηκε όμως μυστηριωδώς στα τέλη Σεπτεμβρίου, στη διάρκεια ταξιδιού του στην Κίνα. Αρχές Οκτωβρίου, οι κινεζικές Αρχές διαβίβασαν στην Ιντερπόλ μια δακτυλογραφημένη «επιστολή παραίτησής» του χωρίς χειρόγραφη υπογραφή. Και λίγο αργότερα ανακοίνωσαν πως βρίσκεται στο στόχαστρο έρευνας για δωροληψία – μία από αυτές τις έρευνες κατά της διαφθοράς που λειτουργούν ως όπλο εδραίωσης της εξουσίας του προέδρου Σι. Η σύζυγος του Μενγκ καταγγέλλει πως έχει δεχθεί απειλητικά τηλεφωνήματα. Τόσο η ίδια όσο και τα δύο μικρά παιδιά τους βρίσκονται υπό αστυνομική προστασία στη Γαλλία. Αλλά ο γ.γ. της Ιντερπόλ, ο γερμανός Γιούργκεν Στοκ, που έχει και την ουσιαστική εξουσία (ο ρόλος του προέδρου είναι μάλλον εθιμοτυπικός), έχει περιοριστεί να δηλώσει πως «πρόκειται για εσωτερική υπόθεση της Κίνας». Προ ημερών η γαλλική «Le Monde» έφερε στο φως εσωτερικά έγγραφα της Ιντερπόλ που δείχνουν πώς το Πεκίνο συναρτά εμμέσως πλην σαφώς τη «συνεργασία» (σιωπή) της Ιντερπόλ με τη συνέχιση της δικής του στήριξης: το 2017 η Κίνα ήταν η έβδομη συνεισφέρουσα στον προϋπολογισμό του διεθνούς οργανισμού χώρα, από το 2010, ωστόσο το ποσό της συνεισφοράς της έχει σχεδόν διπλασιαστεί.
Και έτσι φτάσαμε στη μάχη για τη διαδοχή του Μενγκ. Ο 57χρονος Κιμ Τζονγκ Γιανγκ εργάστηκε στη νοτιοκορεατική αστυνομία για περισσότερα από 20 χρόνια προτού συνταξιοδοτηθεί το 2015 και τελούσε από τον Οκτώβριο χρέη προσωρινού προέδρου της Ιντερπόλ.
Ο επίσης 57χρονος Αλεξάντρ Προκοπτσούκ στρατολογήθηκε στο ρωσικό υπουργείο Εσωτερικών τη δεκαετία του 1990, απέκτησε το 2003 βαθμό στρατηγού της αστυνομίας, εντάχθηκε στο δυναμικό της Ιντερπόλ το 2006 και εξελέγη το 2016 ένας από τους τέσσερις αντιπροέδρους της. Θεωρούνταν φαβορί για τη θέση του προέδρου. Δευτέρα και Τρίτη, ωστόσο, ΗΠΑ, Γαλλία, Βρετανία προσέφεραν ηχηρή στήριξη στον Κιμ.
O Γκι Φέρχοφστατ, επικεφαλής της ευρωομάδας των Φιλελευθέρων, δήλωσε πως «οι δημοκρατικές και φιλελεύθερες χώρες πιθανόν να χρειαστεί να δημιουργήσουν έναν παράλληλο οργανισμό» σε περίπτωση εκλογής του Προκοπτσούκ. «Η Ρωσία χρησιμοποιούσε ανέκαθεν την Ιντερπόλ για να καταδιώκει τους πολιτικούς της αντιπάλους» έγραψε ο ίδιος στο Τwitter. Ουκρανία και Λιθουανία απείλησαν να αποχωρήσουν από την Ιντερπόλ. Η Ρωσία μίλησε για ανεπίτρεπτες προσπάθειες επηρεασμού των εκλογών. Επανήλθε χθες, μετά τη νίκη του Κιμ (η ψηφοφορία είναι μυστική και απαιτείται πλειοψηφία δύο τρίτων), επισημαίνοντας ότι ασκήθηκαν σαφώς ισχυρές έξωθεν πιέσεις, «αλλά παρ’ όλα αυτά δεν υπάρχει βάση διαφωνίας με το εκλογικό αποτέλεσμα». Η διαδικασία εκλογής του νέου προέδρου ήταν «δημοκρατική, διάφανη, ελεύθερη και ξεκάθαρη» αντέτεινε ο γ.γ. της Ιντερπόλ.