Ενας στους τέσσερις Ευρωπαίους ψηφίζει λαϊκιστές. Τα λαϊκιστικά κόμματα έχουν σχεδόν τριπλασιάσει τη δύναμή τους στην Ευρώπη την τελευταία εικοσαετία, καταφέρνοντας έτσι να εξασφαλίσουν στους αρχηγούς τους κυβερνητικά πόστα σε έντεκα χώρες και να προκαλούν το πολιτικό κατεστημένο σε όλες τις υπόλοιπες. Στο Βορρά της Ενωσης φαίνεται να προτιμούν τους δεξιούς λαϊκιστές ενώ στον Νότο τούς αριστερούς λαϊκιστές. Κι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν το μοναδικό success story των τελευταίων. Αυτά είναι μερικά από τα συμπεράσματα μιας μεγάλης έρευνας που δημοσίευσε η βρετανική εφημερίδα «Guardian» για την άνοδο του λαϊκισμού στην ΕΕ μόλις έξι μήνες πριν από τις ευρωεκλογές – στις οποίες δεν είναι λίγοι εκείνοι που προβλέπουν ότι ειδικά οι δεξιοί λαϊκιστές θα αυξήσουν τις έδρες τους στο σώμα των 751 ευρωβουλευτών.
Η εν λόγω έρευνα βασίστηκε στις εκλογικές επιδόσεις των λαϊκιστικών κομμάτων, δεξιών και αριστερών, τις τελευταίες δύο δεκαετίες σε 31 χώρες και η εφημερίδα αναφέρει πως συνεργάστηκε με πάνω από 30 πολιτικούς επιστήμονες. Ενας από αυτούς ήταν και ο διακεκριμένος και γνωστός για το επιστημονικό του ενδιαφέρον γύρω από τα φαινόμενα του πολιτικού εξτρεμισμού και του λαϊκισμού σε Ευρώπη και ΗΠΑ, Κας Μούντε.
Στην ανάλυση του Μούντε, καθηγητή Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο της Τζόρτζια, «υπάρχουν τρεις λόγοι για την άνοδο του λαϊκισμού στην Ευρώπη. Η μεγάλη ύφεση που δημιούργησε αρκετά ισχυρά αριστερά λαϊκίστικα κόμματα στον Νότο, η αποκαλούμενη προσφυγική κρίση, που αποτέλεσε καταλύτη για τους δεξιούς λαϊκιστές και τελικά η μεταμόρφωση των μη λαϊκιστικών κομμάτων σε λαϊκιστικά, με βασικότερο παράδειγμα το Fidesz και το Κόμμα Δικαιοσύνης στην Πολωνία».
Τα στοιχεία δείχνουν ότι ο λαϊκισμός βρίσκεται σταθερά σε άνοδο τουλάχιστον από το 1998. Σύμφωνα με την «Guardian», πριν από είκοσι χρόνια τα λαϊκιστικά κόμματα βρίσκονταν ουσιαστικά στο περιθώριο και συγκέντρωναν μόλις το 7% των ψήφων σε όλη την Ευρώπη, ενώ πλέον λαμβάνουν μία στις τέσσερις ψήφους ανά την ήπειρο. Με άλλα λόγια, είναι τάση και διόλου ευκαταφρόνητη. «Σήμερα (σ.σ.: ο λαϊκισμός) έχει γίνει όλο και περισσότερο mainstream: ορισμένες από τις πιο σημαντικές πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις, όπως το δημοψήφισμα για το Brexit και η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ δεν μπορούν να γίνουν κατανοητές χωρίς να ληφθεί υπόψη η άνοδος του λαϊκισμού» εξηγεί ο Ματίς Ρούντουιν, πολιτικός κοινωνιολόγος του Πανεπιστημίου του Αμστερνταμ, ο οποίος ηγήθηκε της έρευνας.
Γύρω στα 170 εκατομμύρια πολίτες της Ευρώπης ζουν σε χώρες όπου υπάρχει τουλάχιστον ένας λαϊκιστής στην κυβέρνηση. Ο λαϊκισμός γνωρίζει άνοδο σε Ολλανδία, Γαλλία, Πολωνία, Γερμανία, Σουηδία και Ελλάδα. Κι η συγκεκριμένη μελέτη καλύπτει όλο του το φάσμα στην ΕΕ. Από τους δεξιούς λαϊκιστές όπως ο Βίκτορ Ορμπαν στην Ουγγαρία και ο Ματέο Σαλβίνι στην Ιταλία – που θεωρούνται οι πιο «πετυχημένοι» λαϊκιστές εντός ευρωπαϊκών συνόρων – μέχρι τα αριστερά λαϊκιστικά κόμματα, τα οποία αναπτύχθηκαν μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση χωρίς να εξασφαλίσουν, ωστόσο, κυβερνητικές πλειοψηφίες. Εκτός φυσικά από τον ΣΥΡΙΖΑ – που, ειρήσθω εν παρόδω, η κεντροαριστερή εφημερίδα κατατάσσει χωρίς κανέναν ενδοιασμό στους λαϊκιστές της ηπείρου. Οι αριστεροί λαϊκιστές, λοιπόν, οι οποίοι στην Ευρώπη είναι λιγότερο επιτυχημένοι από τους συντηρητικούς της ίδιας κατηγορίας, φαίνεται να επικρατούν στον Νότο και είχαν ως κύριο success story τον ΣΥΡΙΖΑ. Πλέον, όμως, φαίνεται πως έχουν αρχίσει να αυξάνουν τα ποσοστά τους στις εθνικές εκλογές, όπως συνέβη φέρ’ ειπείν στην Ισπανία με τους Podemos ή στη Γαλλία με το La France Insoumise.
Η εκτόξευση του λαϊκισμού, πάντως, δεν είναι αποκλειστικά ευρωπαϊκό φαινόμενο. Λαϊκιστές, γράφει η «Guardian» έχουν εκλεγεί στην εξουσία σε πέντε από τις επτά μεγαλύτερες δημοκρατίες στον κόσμο: Ινδία, ΗΠΑ, Βραζιλία, Μεξικό και Φιλιππίνες.