Είναι πλέον επίσημο: το Facebook προσέλαβε μια εταιρεία δημοσίων σχέσεων με σκοπό όχι μόνο τη συστηματική στηλίτευση και δυσφήμηση του Τζορτζ Σόρος – επειδή σε ομιλία του τον Ιανουάριο στο Νταβός χαρακτήρισε το Facebook και την Google «απειλές για την κοινωνία» – αλλά και την υπονόμευση των επικριτών της εταιρείας μέσω της δημοσιοποίησης τυχόν σχέσεών τους με τον ούγγρο επιχειρηματία.

Κι όχι μόνο είναι επίσημο, αλλά και υπερηφάνως ομολογημένο: σε υπόμνημά του για το θέμα που διέρρευσε στον Τύπο, ο απερχόμενος υπεύθυνος επικοινωνίας του Facebook Ελιοτ Σρεγκ αναφέρει ότι θα ήταν ανεύθυνο και αντιεπαγγελματικό από την πλευρά της εταιρείας να μην ερευνήσει το υπόβαθρο και την πιθανή σύγκρουση συμφερόντων των αντιπάλων της.

Αλλά ας πιάσουμε το νήμα από την αρχή. Οταν έσκασε το πρώτο σκάνδαλο, δηλαδή η αποκάλυψη ότι έγιναν εκτεταμένες ρωσικές παρεμβάσεις στις αμερικανικές εκλογές με fake news μέσα από ψεύτικους λογαριασμούς στο Facebook, ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ έπεσε από τα σύννεφα. Οταν έσκασε το δεύτερο σκάνδαλο, δηλαδή η αναγνώριση από την εταιρεία Cambridge Analytica ότι χρησιμοποίησε τα προσωπικά δεδομένα εκατομμυρίων χρηστών για πολιτικούς σκοπούς, ο ιδρυτής του Facebook αποφάσισε να διακινήσει με τη σειρά του fake news προς όφελός του. Αντί να εργαστεί δηλαδή για την προστασία των πελατών του, χρησιμοποίησε τις μεθόδους των τρολ του Κρεμλίνου για να προστατεύσει την εταιρεία του.

Ετσι, από εργαλείο για την προσέγγιση και τον διάλογο, το Facebook έχει μετατραπεί σε έναν Μεγάλο Αδελφό που ασκεί ανεξέλεγκτη προπαγάνδα. Η Washington Post δημοσίευσε πρόσφατα ένα εκτενές ρεπορτάζ για τον Κρίστοφερ Μπλερ, έναν 46χρονο Αμερικανό από το Μέιν που ξεκίνησε το 2016 μια σελίδα στο Facebook με σκοπό τη σάτιρα και στη συνέχεια διαπίστωσε ότι μπορεί να κερδίζει ώς και 15.000 δολάρια τον μήνα αναρτώντας όποια αρλούμπα τού έρθει στο κεφάλι. «Τίποτα σε αυτή τη σελίδα δεν είναι αλήθεια», γράφει. Κι όμως: έξι εκατομμύρια επισκέπτες κάθε μήνα πιστεύουν και αναπαράγουν «πληροφορίες» όπως ότι ο Μπιλ Κλίντον έχει γίνει σίριαλ κίλερ, η Καλιφόρνια υιοθέτησε τη σαρία ή ο Τραμπ κάλεσε τη Μισέλ Ομπάμα και την Τσέλσι Κλίντον στον Λευκό Οίκο κι εκείνες τον αντάμειψαν κάνοντας άσεμνες χειρονομίες στο άκουσμα του εθνικού ύμνου.

«Ζούμε σε μια Ανοητοκρατία», γράφει ένα μικρό σημείωμα στο γραφείο του Μπλερ. Φταίει ο Ζάκερμπεργκ επειδή έχασε τον έλεγχο του δημιουργήματός του, ενός παγκόσμιου γίγαντα αξίας 40 δισεκατομμυρίων δολαρίων με δύο δισεκατομμύρια χρήστες; Οχι, φταίει επειδή κρύβεται, διαψεύδει και προσπαθεί να συγκαλύψει. Πολλοί αναλυτές και επενδυτές ζητούν να παραδώσει τη μια από τις δύο ιδιότητές του (πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος) και να τοποθετήσει έναν ανεξάρτητο διευθυντή που θα εργαστεί για την αποκατάσταση της διαφάνειας.

 Γιατί χωρίς διαφάνεια δεν υπάρχει εμπιστοσύνη. Και χωρίς εμπιστοσύνη κλονίζονται τα ίδια τα θεμέλια της δημοκρατίας.