Είναι σαν να διαβάζεις τα πρακτικά μιας εξαετούς φιλίας που διαμόρφωσε τη σύγχρονη Ιστορία. Μιας ιδιαίτερης φιλίας, βέβαια, ανάμεσα στους δύο πιο ισχυρούς αρχηγούς κρατών της εποχής, κάθε ένας από τους οποίους είχε τη δυνατότητα να καταστρέψει τον πλανήτη. Δύο άνδρες διαφορετικής ηλικίας και κουλτούρας – ένας δυτικός baby boomer και ένας σοβιετικός αλκοολικός εξηντάρης – οι οποίοι, χάρη σε μυστικούς συμβιβασμούς, έβαλαν οριστικά τέλος στον Ψυχρό Πόλεμο. Ή τουλάχιστον – σχολιάζει το γαλλικό «L’Obs» – αυτό νόμιζαν.
Η αμερικανική κυβέρνηση αποχαρακτήρισε πρόσφατα τις δεκάδες συζητήσεις που είχαν, είτε από το τηλέφωνο είτε πρόσωπο με πρόσωπο, ο Μπιλ Κλίντον και ο Μπόρις Γέλτσιν από την είσοδο του πρώτου στον Λευκό Οίκο, τον Ιανουάριο του 1993, έως την παραίτηση του δεύτερου, τον Δεκέμβριο του 1999. Σε αυτά τα σχεδόν επτά χρόνια, οι δύο ηγέτες θα μιλήσουν για όλα, από το βαλιτσάκι με τους πυρηνικούς κωδικούς («Να κουβαλάς παντού ένα από αυτά τα βαλιτσάκια, να έχεις έναν τύπο να φυλάει μόνιμα έναν άλλο τύπο, μου φαίνεται υπερβολικό», λέει στον Κλίντον ο Γέλτσιν στις 27 Σεπτεμβρίου του 1994), μέχρι τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ («Ας μην ανασυγκροτήσουμε τα μπλοκ!» τον καλεί στις 10 Μαΐου του 1995)∙ και από το αίσθημα ταπείνωσης της Ρωσίας («Κάποιοι στον Λευκό Οίκο και στο Κογκρέσο πιστεύουν πως η Ρωσία έχει χάσει το στάτους της υπερδύναμης. […] Δεν τη συμβουλεύονται πλέον σε πολλά ζητήματα, και εντούτοις είναι μια μεγάλη δύναμη», παραπονείται ο ρώσος πρόεδρος στις 27 Σεπτεμβρίου του 1994), έως το Ιράν, («Προσπαθώ καθημερινά να απευθύνομαι σε σένα και στη Ρωσία σαν μια μεγάλη δύναμη και να ενισχύσω τον ρόλο σου. Το μόνο πρόβλημα είναι πως πρέπει να σταματήσεις κάθε νέα πώληση όπλων στο Ιράν», του απαντά ο Κλίντον).
Ας σταθούμε όμως λίγο στην τελευταία τους συνάντηση, στις 19 Νοεμβρίου του 1999, στην Κωνσταντινούπολη. Αρρωστος πια, στο στόχαστρο πολλών ερευνών για διασπάθιση δημόσιου χρήματος, ο Γέλτσιν γνωρίζει πως σύντομα θα παραχωρήσει την εξουσία στον Βλαντίμιρ Πούτιν. Εχει ήδη αναγκαστεί να αποδεχθεί, με ιδιαίτερα βαριά καρδιά, μία διεύρυνση του ΝΑΤΟ. Εχει όμως ένα – εξωφρενικό – αίτημα να κάνει.
Γέλτσιν: «Μπιλ, μόνο ένα πράγμα σου ζητάω: δώσε την Ευρώπη στη Ρωσία. Οι ΗΠΑ δεν βρίσκονται στην Ευρώπη. Η Ευρώπη θα έπρεπε να είναι υπόθεση των Ευρωπαίων. Η Ρωσία είναι μισή ευρωπαϊκή, μισή ασιατική».
Κλίντον: «Δεν νομίζω πως θα το ήθελαν αυτό οι Ευρωπαίοι».
Γέλτσιν: «Οχι όλοι. Αλλά εγώ είμαι Ευρωπαίος. Πιστεύω πως η Ρωσία μπορεί να εγγυηθεί την ασφάλεια της Ευρώπης. Επιτέλους ασφάλεια! Μιλάω σοβαρά, Μπιλ. Δώσε την Ευρώπη στη Ρωσία. Η Ευρώπη ουδέποτε αισθανόταν πιο κοντά στη Ρωσία από ό,τι σήμερα. Μπορούμε να προστατεύσουμε όλη την Ευρώπη».
Οι δύο άνδρες μιλούν κατόπιν για τον «Κύριο διάδοχο», όπως τον αποκαλούν στη Μόσχα: τον Βλαντίμιρ Πούτιν, που είναι πρωθυπουργός μόλις μερικές εβδομάδες και ήδη υποψήφιος για την προεδρία.
Κλίντον: «Ποιος θα κερδίσει τις [ρωσικές προεδρικές] εκλογές [του 2000];»
Γέλτσιν: «Ο Πούτιν, βέβαια. Θα είναι ο διάδοχος του Μπόρις Γέλτσιν. Είναι δημοκράτης και γνωρίζει τη Δύση».
Κλίντον: «Είναι πολύ ευφυής».
Γέλτσιν: «Είναι σκληρός. Εχει μια εσωτερική δύναμη. Είναι σκληρός εσωτερικά και θα κάνω ό,τι μπορώ για να κερδίσει – νόμιμα φυσικά. Και θα κερδίσει. Και θα συνεργαστείτε εσείς οι δύο. Θα συνεχίσει τη γραμμή Γέλτσιν για τη δημοκρατία και την οικονομία και θα διευρύνει τις επαφές της Ρωσίας. Εχει την ενέργεια και την εξυπνάδα για να το καταφέρει». Εναν μήνα αργότερα, ο Γέλτσιν παραιτήθηκε. Είκοσι χρόνια αργότερα, ο Πούτιν κυβερνάει ακόμα τη Ρωσία.