Θα είναι ένας ιδιαίτερα γοητευτικός Ηρακλής Πουαρό ο τηλεοπτικός Πουαρό του Τζον Μάλκοβιτς. Το επιβεβαιώνουν οι πρώτες φωτογραφίες από τη νέα παραγωγή του BBC1. Στα γυρίσματα που έγιναν στο Γιορκσάιρ ο διάσημος ηθοποιός εμφανίζεται με ξυρισμένο κεφάλι και με ολόλευκο μουστάκι και μουσάκι. Ντυμένος με κομψά γκρι κοστούμια και κρατώντας μπαστούνι, φαίνεται πιο μεγάλος από την ηλικία του, παραμένοντας την ίδια στιγμή σέξι με τον τρόπο που μόνο ηθοποιοί με το ταλέντο του και με την προσωπικότητά του καταφέρνουν. Στην τηλεοπτική μεταφορά του μυθιστορήματος «The ABC Murders» ο θρυλικός ντετέκτιβ προσπαθεί να εξιχνιάσει μια σειρά από δολοφονίες τις οποίες ο ένοχος «υπογράφει» αφήνοντας στον τόπο του εγκλήματος γράμματα της αλφαβήτου. Παραγωγός της μίνι σειράς είναι ο δισέγγονος και κληρονόμος της Κρίστι Τζέιμς Πρίτσαρντ, που δηλώνει ενθουσιασμένος για το αποτέλεσμα. Σκηνοθετεί ο Αλεξ Γκαμπάσι («The Frankenstein Chronicles»), ενώ δίπλα στον Μάλκοβιτς εμφανίζονται η Τάρα Φιτζέραλντ («Game of thrones») και ο Αντριου Μπιούκαν («Broadchurch»).
Ομως, ο ηθοποιός δεν επιστρέφει από τηλεοράσεως μόνο με τον Πουαρό: Στις 21 Δεκεμβρίου θα ανέβει στο Netflix η ταινία τρόμου «Bird box» όπου εμφανίζεται δίπλα στη Σάντρα Μπούλοκ και τη Σάρα Πόλσον. Πάλι στο Netflix, μέσα στο 2019, θα ανέβει το θρίλερ «Velvet Buzzsaw», με τον Μάλκοβιτς να έχει έναν χαρακτηριστικό ρόλο στο πλευρό της Ρενέ Ρούσο και της Τόνι Κολέτ. Και στις δύο ταινίες είναι και συμπαραγωγός. Ενα θρίλερ με τίτλο «Extremely wicked, shockingly evil and vile» ετοιμάζει και για τον κινηματογράφο. Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένεται, τέλος, η επικείμενη εμφάνισή του στο θέατρο: σε μερικούς μήνες, στο Λονδίνο, θα υποδυθεί τον κινηματογραφικό παραγωγό Χάρβεϊ Γουάινστιν που έχει κατηγορηθεί για περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης. Η παράσταση βασίζεται στο θεατρικό έργο «Bitter Wheat» του Ντέιβιντ Μάμετ. Ο Μάλκοβιτς δήλωσε πως «το έργο θα είναι την ίδια στιγμή διασκεδαστικό και φρικαλέο».
Πάντα τον έλκυαν οι περίεργοι και «στρυφνοί» ρόλοι, επειδή του αρέσει να κολυμπάει στα δύσκολα. «Στην Αμερική, όταν είσαι ηθοποιός δεν έχεις πολλά περιθώρια» έχει πει, συμπληρώνοντας: «Αν δεν μπορούν να σε πουλήσουν ως σταρ, δεν έχεις καμία απολύτως ελπίδα. Και εγώ είμαι τα πάντα εκτός από σταρ». Βεβαίως, το κοινό του έχει άλλη γνώμη.
Τα πρώτα βήματα
Ο Τζον Μάλκοβιτς γεννήθηκε στις 9 Δεκεμβρίου 1953 στο Κρίστοφερ του Ιλινόις. Οι πρόγονοι του πατέρα του ήταν Κροάτες. Στις φλέβες της μητέρας του έτρεχε αίμα αγγλικό, σκωτσέζικο, γερμανικό και γαλλικό. Η οικογένεια είχε πέντε παιδιά. Ο Τζον ήταν μαθητής γυμνασίου όταν άρχισε να εμφανίζεται σε θεατρικές παραστάσεις πρόζας και σε μιούζικαλ, ενώ συμμετείχε και σε χορωδία γκόσπελ. Θεατρικά μαθήματα παρακολούθησε και στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόις, όπου ξεκίνησε να σπουδάζει κοινωνιολογία. Το 1976, στα 23 του χρόνια, ίδρυσε στο Σικάγο μαζί με μια ομάδα νέων καλλιτεχνών τη θεατρική ομάδα Steppenwolf, δηλαδή «Ο λύκος της στέπας» από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Χέρμαν Εσε. Αρχικά βρήκαν στέγη στα υπόγεια μιας εκκλησίας, για να μετακομίσουν μερικά χρόνια μετά σε μια πρώην βιομηχανία σοκολάτας. Το 1980 η παράστασή τους με το έργο του Σαμ Σέπαρντ «True West» μεταφέρθηκε στη Νέα Υόρκη. Ο πρωταγωνιστής Μάλκοβιτς κέρδισε το βραβείο Obie. Πίσω στο Σικάγο εμφανίστηκε (πάντα στο θέατρο) στο «Λεωφορείον ο Πόθος», ενώ αργότερα, το 1984 σκηνοθετώντας το «Balm in Gilead» του Λάνφορντ Γουίλσον κέρδισε δεύτερο Obie. Την ίδια χρονιά έκανε το ντεμπούτο του στο Μπρόντγουεϊ ως Μπιφ στον «Θάνατο του εμποράκου» του Τενεσί Ουίλιαμς, με τον Ντάστιν Χόφμαν να ερμηνεύει τον Γουίλ. Το 1985 ο Μάλκοβιτς έπαιξε και πάλι τον Μπιφ, αυτή τη φορά στην τηλεοπτική μεταφορά του έργου από το CBS, για να κερδίσει EMMY.
Οι μεγάλες συνεργασίες
Στον κινηματογράφο, ήταν το δράμα του Ρόμπερτ Μπέντον «Μια θέση στην καρδιά» (1984) που του χάρισε την πρώτη υποψηφιότητά του για Οσκαρ. Ακολούθησαν το «Killing fields» και η μεταφορά του θεατρικού «True west» του Σέπαρντ. Στην κινηματογραφική μεταφορά του «Γυάλινου κόσμου» του Τενεσί Ουίλιαμς καθοδηγήθηκε σκηνοθετικά από τον Πολ Νιούμαν και έπαιξε στο πλευρό της Τζόαν Γούντγουορντ και της Κάρεν Αλεν. Το 1987 εμφανίστηκε στην «Αυτοκρατορία του ήλιου» του Στίβεν Σπίλμπεργκ, ενώ το 1988 ήρθε η μεγάλη ευκαιρία των «Επικίνδυνων σχέσεων» του Πιερ Σοντερλό ντε Λακλό στη σκηνοθεσία του Στίβεν Φρίαρς. Οι συμπρωταγωνίστριές του Γκλεν Κλόουζ και Μισέλ Πφάιφερ ήταν υποψήφιες για Οσκαρ. Ο Μάλκοβιτς δεν κέρδισε καμία υποψηφιότητα, όμως η μεταμόρφωσή του στον αδίστακτο κόμη Βαλμόν παραμένει μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της καριέρας του. Το 1990, στο «Τσάι στη Σαχάρα» τον σκηνοθέτησε ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, ενώ έναν χρόνο μετά, στο «Σκιές και ομίχλη», ο Γούντι Αλεν. Με τη «Δεύτερη ευκαιρία» το 1993, βρέθηκε και πάλι υποψήφιος για Οσκαρ. Οι ταινίες «Το αντικείμενο της ομορφιάς» (1991), «Ανθρωποι και ποντίκια» (1992), «Μαίρη Ρέιλι» (1996), «Το πορτρέτο μιας κυρίας» (1996), «Στο μυαλό του Τζον Μάλκοβιτς» (1999), «Το παιχνίδι του Ρίπλεϊ» (2002) και «Καυτό απόρρητο» (2008) είναι μερικοί σταθμοί στην κινηματογραφική πορεία του. Πρόθυμος να διερευνήσει νέους τρόπους έκφρασης, ο Μάλκοβιτς αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του και πίσω από την κάμερα. Το 2002 έκανε το σκηνοθετικό ντεμπούτο του με την ισπανοαμερικανική παραγωγή «The dancer upstairs» και με πρωταγωνιστές τον Χαβιέ Μπαρδέμ και τη Λάουρα Μοράντε. Οσο και αν είναι μια ταινία που σήμερα κανένας δεν τη θυμάται, τότε κέρδισε μια υποψηφιότητα για το βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Σκηνοθέτη στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Σικάγου.
Η τηλεοπτική καριέρα
Το ντεμπούτο του στην τηλεόραση έγινε το 1981 με την τηλεταινία «Word of honor» (CBS). Το 1985 ήρθε η σημαντικότερη στιγμή της μέχρι σήμερα τηλεοπτικής καριέρας του, με τον «Θάνατο του εμποράκου» του Αρθουρ Μίλερ. Σε σίριαλ εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 2000 ερμηνεύοντας τον Ιαβέρη σε μια ακόμα τηλεοπτική μεταφορά των «Αθλίων». Στο «Napoleon» (παραγωγής 2002), την ακριβότερη σειρά που είχε γυριστεί μέχρι τότε στην Ευρώπη, έκανε τον γάλλο διπλωμάτη Σαρλ-Μορίς ντε Ταλεϊράν-Περιγκόρ. Επιμένοντας στα ιστορικά θέματα το 2012 ερμήνευσε τον Αρθουρ Γουέλσλι, πρώτο δούκα του Ουέλινγκτον στο «Lines of Wellington». Στο «Crossbones» (NBC, 2014) ήταν ο διαβόητος πειρατής Μαυρογένης.
Ενας σύντομος έρωτας
Οσο και αν ο ίδιος δηλώνει αντιστάρ, το κοινό αρέσκεται να ρίχνει αδιάκριτες ματιές στην προσωπική ζωή του, όπως κάνει με όλους του σταρ του Χόλιγουντ. Η αλήθεια είναι πως δεν έχει δώσει πολλές αφορμές για κουτσομπολιά, ή μάλλον έχει δώσει μόνο μία: όταν ερωτεύτηκε τη συμπρωταγωνίστριά του Μισέλ Φάιφερ στα γυρίσματα των «Επικίνδυνων σχέσεων»… επιβεβαιώνοντας τον τίτλο της ταινίας: Η επικίνδυνη σχέση του με την όμορφη ηθοποιό μπορεί να κράτησε για λίγο, έγινε όμως αφορμή για να διαλυθεί, το 1988, ο πρώτος γάμος του με την ηθοποιό Γκλιν Χέντλι. Η Χέντλι πέθανε πέρυσι το καλοκαίρι, στα 62 της χρόνια, από πνευμονική εμβολή. Δεύτερη σύζυγός του έγινε η Νικολέτα Πέιραν, βοηθός του Μπερτολούτσι στο «Τσάι στη Σαχάρα». Το ζευγάρι παντρεύτηκε το 1989 και έχει αποκτήσει δύο παιδιά.
Αλλη μια φορά που ο Μάλκοβιτς απασχόλησε την κοινή γνώμη για μη επαγγελματικό λόγο ήταν όταν στις 10 Φεβρουαρίου 2015 η «Monde» δημοσίευσε έρευνα σχετικά με το σύστημα που εφάρμοζε η βρετανική τράπεζα HSBC, μέσω της θυγατρικής της στην Ελβετία, προκειμένου να βοηθά τους πελάτες της να φοροδιαφεύγουν. Ανάμεσα σε εκείνους που διέθεταν κρυφούς λογαριασμούς στη Ζυρίχη ήταν κατά την εφημερίδα και ο ηθοποιός. Ο Μάλκοβιτς προσέφυγε στα γαλλικά δικαστήρια υποστηρίζοντας πως τον δυσφημούν, καθώς γνωρίζουν πως ο λογαριασμός του δεν έχει σχέση με την υπόθεση. Κέρδισε, τίναξε από πάνω του τη σκόνη της ντροπής με την οποία είχαν επιχειρήσει να τον πασπαλίσουν, και συνεχίζει να λάμπει στον κόσμο της showbiz. Αποκλειστικά και μόνο λόγω ταλέντου.
Στο μυαλό του… ξέρετε ποιου
«Νομίζω πως έχω τις περισσότερες γυναίκες φίλες από κάθε άλλον άντρα που έχω γνωρίσει. Αυτό που μου αρέσει είναι πως σχεδόν πάντα είναι διανοητικά πιο ισχυρές, είναι καλύτερες ακροάτριες, και πιο επιδέξιες όταν καλούνται να επιβιώσουν».
– «Είναι πολύ πιθανό να έχω κάπως “φασιστική” συμπεριφορά ως σκηνοθέτης, ελπίζω όμως να μην είναι ιδιαίτερα δυσάρεστη».
– «Είχα ταλέντο στο ποδόσφαιρο και στο μπέιζμπολ, ο πατέρας μου όμως μου έλεγε πάντα πως περισσότερο με ενδιέφερε η εικόνα μου, το πώς φαινόμουν όταν έπαιζα, παρά το πώς έπαιζα. Είχε απόλυτο δίκιο».
– «Επειδή για καιρό υποδυόμουν αποκλειστικά χαρακτήρες τύπου Τζέιμς Ντιν, θα έλεγα πως μάλλον ένιωσα ανακούφιση όταν άρχισαν να πέφτουν τα μαλλιά μου και σταμάτησαν να με ζητούν για τέτοιους ρόλους».
– «Δεν διαβάζω ποτέ τίποτε από όσα γράφονται για εμένα».
– «Εχω μετανιώσει σχεδόν για όλες τις ταινίες που γύρισα, εκτός από τις “Επικίνδυνες σχέσεις”, το “Μια θέση στην καρδιά” και τις “Κραυγές στη σιωπή”».
– «Μου αρέσει πάρα πολύ να παρακολουθώ καλούς ηθοποιούς να με εκπλήσσουν και να με ψυχαγωγούν».
– «Είναι γελοίο αυτό το κλισέ, πως ο φακός δεν λέει ποτέ ψέματα. Και ο πιο ηλίθιος είναι σε θέση να καταλάβει πως ο φακός κάνει αυτό και μόνο αυτό: λέει ψέματα. Αυτός, εξάλλου, είναι ο λόγος για τον οποίο τον κατασκεύασε ο άνθρωπος».
– «Τίποτε από αυτά που κάνουμε δεν έχει στην πραγματικότητα σημασία. Αυτό όμως δεν νομίζω πως μπορεί να χρησιμοποιείται ως δικαιολογία για να μην τα κάνουμε καλά».
– «Ηθελα πάντα να δουλέψω με τον Κριστόφ Κισλόφσκι και με τον Λουί Μαλ. Ο δεύτερος μου είχε ζητήσει να παίξω στην τελευταία του ταινία, αλλά είχα αρνηθεί. Τον γνώριζα καλά, τα λέγαμε συχνά. Ηταν εξαιρετικά ευφυής. Θα ήθελα ακόμη να είχα συνεργαστεί με τον Φεντερίκο Φελίνι, τον Ινγκμαρ Μπέργκμαν, τον Ντέιβιντ Λιν, τον Κάρολ Ριντ. Κυρίως όμως με τον Φελίνι».