«Τι σου αρέσει;».
«Τίποτα».
«Τι θες να αλλάξει;».
«Τίποτα».
Eτσι θα συμπύκνωνα τη διαμαρτυρόμενη ακινησία που δεσμεύει τον μέσο πολίτη. Στην πραγματικότητα είναι απογοητευμένος και, ενώ μισεί αυτό που ζει, φοβάται ακόμα περισσότερο αυτό που θα ‘ρθει. Προτιμά τη σίγουρη απέχθεια απ’ την επικίνδυνη ελπίδα. Προτιμά τη λασπερή σαφήνεια από αυτό που εγκλείεται στην πιθανότητα. «Δεν βγάζεις άκρη» μού είπε παλαιός αστός πολιτικός. «Εσείς πώς εκλέγεσθε τόσα χρόνια;» τον ρώτησα. «Είναι απλό. Κάνω πολλά ρουσφέτια».
Τον παλαιό πολιτικό τον «εγκαθιστά» αυτό που είπα πιο πάνω: «Δεν μου αρέσει τίποτα, δεν θέλω ν’ αλλάξει τίποτα». Πατάει στον μοναδικό κώδικα που θεωρεί ότι επιβιώνει, αυτόν του (θνησιγενούς) ωφελιμισμού και της χρησιμοθηρίας. Αλλά και πάλι, είναι αδιανόητη αυτή η μαζική, πρόωρη γήρανση. Ενας πληθυσμός που γερνά συναισθηματικά, ψηφίζει ενδεχομένως το πολιτικό υπόδειγμα που περιγράφω, πιθανόν γιατί στην πραγματικότητα δεν είναι η εξυπηρέτηση που επιδιώκει όσο μια εξατομικευμένη προσοχή, μια μέριμνα στον ειδικό και πολύτιμο χαρακτήρα του προβλήματός του.
Ισως σήμερα εμφανίζονται πιο ώριμες και συμπαγείς οι πολιτισμικές απολήξεις της κρίσης. Πέρα απ’ το οικονομικό σοκ- από το 2010 και μετά – σήμερα, που κάπως έχει σταθεροποιηθεί η κατάσταση, «βγαίνει» η κόπωση, ο κόρος, εκδηλώνεται μια διαφορετική «πλατεία». Οχι μια εξωστρεφής, θεαματική και επιθετική αγανάκτηση, όσο μια πολύ βαθύτερη μετάλλαξη. Ογκογονίδια που κολυμπάνε στο αίμα δημιουργώντας σκοτεινές αποικίες. Το δείχνουν διάσπαρτα φαινόμενα, δυστυχώς μη επαρκώς αξιολογήσιμα – από ολόκληρο το δημοκρατικό τόξο. Το κοινωνικό σώμα είναι ευερέθιστο, και προσχωρεί στο (πολιτικό, πολιτιστικό, δικαιικό) άκρο, με κάθε αφορμή και πρόφαση. Εκρηκτικές σχέσεις στην εργασία, στο σχολείο, στους συλλόγους, στους δρόμους, ενδοοικογενειακά. Μίση σε νάρκη που ξυπνούν. Μίση σκόρπια που (φευ)συνδέονται σιγά σιγά, τα καβαλούν καιροσκόποι, νομίζουν ότι θα τους πάει το ρεύμα μακριά. Χα. Ετοιμες μικρές, σημειακές εκρήξεις, που σαν να περιμένουν την αφορμή τους. Μπορεί το Προσφυγικό π.χ. να αποτελεί το γενικό φαινόμενο που παράγει δευτερογενώς μια άτυπη (αλλά και κανονική) Ακροδεξιά, αλλά φαίνεται ότι διεγείρει αυτή την εν υπνώσει ρήξη με κάθε κανονιστική ρύθμιση, με κάθε θεσμό.
«Με τον τρόπο που πολιτεύεστε, δεν θα βρίσκει ακροατήριο σε λίγο» είπα σε μεγαλοστέλεχος της Νέας Δημοκρατίας, μιλώντας για ανερχόμενο κεντροδεξιό αστέρι τους. Πράγματι, εκτός απ’ τον αριστερό και ο λόγος του δημοκρατικού συντηρητισμού δεν θα βρίσκει ακροατήριο. Διαμορφώνεται και διαρκώς αναπτύσσεται στον λαό ένα σύστημα απαιτήσεων, πολιτικής πρόσληψης και προσδοκιών, ένας λόγος εντελώς αφιλόξενος, πολιτικά αρχαϊκός, που δυστυχώς εδράζεται σε υπαρκτά προβλήματα τα οποία όμως, ο παραδοσιακός ακαδημαϊσμός των κομμάτων αδυνατεί να κατανοήσει, να συντάξει και να επιβάλει απαντήσεις. Το κοινό δεν απαιτεί τίποτα απ’ αυτά που η δημοκρατική φόρμα φέρει. Του φαίνονται πολύ κυριλέ, έμμεσα, κρύα, άχρηστα. Θέλει άμεση δράση, άμεση απάντηση, ακαριαία αντίδραση – σαν κι αυτή του FB.
Η επόμενη σύνθεση του Ευρωκοινοβουλίου θα είναι εντελώς διαφορετική. Πολιτικές ομάδες – εκδοχές αυτού που προσπαθώ να περιγράψω θα έχουν ισχυρότατη παρουσία. Ο κίνδυνος για την κοινή μας πατρίδα διευρύνεται.
O Δημήτρης Σεβαστάκης είναι βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Σάμου