Οταν ακούστηκε το τελευταίο σφύριγμα του Ιταλού Στέφανο Ριτσόλι εκείνο το βράδυ της 14ης Νοεμβρίου του 2014, ο περισσότερος κόσμος στις εξέδρες – πριν αρχίσει να αποδοκιμάζει έντονα τον Κλάουντιο Ρανιέρι και τους παίκτες του – έμεινε αποσβολωμένος για λίγα δευτερόλεπτα κοιτώντας τον ηλεκτρονικό πίνακα του Γεώργιος Καραϊσκάκης:
Ελλάδα – Νησιά Φερόες 0-1!
Το γκολ του Γιόαν Σίμουν Εντμουντσον στο 61ο λεπτό είχε ως αποτέλεσμα την πρώτη νίκη των Νησιών Φερόες όχι μόνον επί της Ελλάδας, αλλά γενικότερα ύστερα από μια άνομβρη τριετία.
Ολοι τότε είχαν πει ότι δεν πάει πιο κάτω…
Ηταν μόλις λίγους μήνες από την τελευταία (ώς σήμερα) συμμετοχή της εθνικής μας ομάδας σε τελική φάση μεγάλης διοργάνωσης (Μουντιάλ Βραζιλίας το 2014) όπου είχαμε διεκδικήσει ώς το τέλος μια θέση στα προημιτελικά, την οποία χάσαμε στα πέναλτι από την Κόστα Ρίκα.
Το σοκ από τους «ψαράδες» από τα Νησιά Φερόες είχε ταρακουνήσει συθέμελα το οικοδόμημα που μας έβγαζε ασπροπρόσωπους για μια δεκαετία (και λίγο παραπάνω αν προσθέσουμε και τα προκριματικά του Euro 2004), όχι απλώς με συμμετοχές στις μεγάλες διοργανώσεις, αλλά συνοδευόμενες από διακρίσεις με μεγαλύτερες την κατάκτηση του Euro (2004), την είσοδο στην οκτάδα του Euro (2012) και στους 16 του Μουντιάλ (2014).
Είχε φύγει (κακώς) ο Σάντος, είχε έρθει ο Ρανιέρι με περγαμηνές, αλλά δεν έπιασε στο ελάχιστο και έτσι όλοι είχαν πει ότι φτάσαμε στον πάτο από τις διοικήσεις της ΕΠΟ.
Πού να φανταστούν ότι θα ερχόταν η ώρα της… εξυγίανσης με τη νέα διοίκηση, τον Βαγγέλη Γραμμένο και τους συνεργάτες του, να αποδείξει ότι το βαρέλι δεν έχει πάτο.
Η εντός έδρας ήττα (με 1-0) από την Εσθονία και γενικότερα ο υποβιβασμός μας στο 4ο γκρουπ δυναμικότητας έπειτα από 32 χρόνια (!) ενόψει της κλήρωσης των προκριματικών του Euro 2020, τα έλεγε όλα.
Δίπλα στα μεγαθήρια
Η Εθνική, μόλις στην προηγούμενη προκριματική φάση για Euro, αυτό του 2016, καμάρωνε στο πρώτο γκρουπ δυναμικότητας δίπλα σε μεγαθήρια όπως η Αγγλία, η Γερμανία, η Ιταλία, η Ολλανδία, η Πορτογαλία, η Ρωσία και η Ισπανία μαζί με τη Βοσνία.
Τέσσερα χρόνια αργότερα έχουμε κατέβει… τρεις ορόφους και βρισκόμαστε στο ίδιο επίπεδο με το 1986!
Βέβαια, ας είμαστε αισιόδοξοι, διότι υπάρχουν και 5ο και 6ο γκρουπ, αλλά τα σημάδια είναι αυτά που προκαλούν ανησυχία.
Διότι εδώ είχαμε μια κατακόρυφη απαξίωση της Εθνικής από ανθρώπους που απαξιώνουν από μόνοι τους το κορυφαίο προϊόν τους.
Με κινήσεις όπως η βιαστική (χωρίς σχέδιο) αλλαγή της έδρας, αρκεί να έφευγε η Εθνική από το Γεώργιος Καραϊσκάκης (και ας το προτιμούσαν σχεδόν στο σύνολό τους διεθνείς και προπονητές).
Οπως η πρόσληψη του Μίχαελ Σκίμπε από το ποδοσφαιρικό ταμείο ανεργίας χωρίς αποζημίωση στο πρώτο του συμβόλαιο, ενώ στο δεύτερο προστέθηκε και αυτή (500.000 ευρώ), που θα την εισπράξει για μόλις τρεις μήνες δουλειάς.
Δικαιολογημένα με βάση το εργατικό δίκαιο, αλλά δεδομένου ότι είχε αποτύχει να οδηγήσει την Εθνική στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου δεν θα πίεζε ο ίδιος να μπει αυτή για να ανανεώσει το συμβόλαιό του, όταν δεν είχε άλλωστε αποζημίωση από το πρώτο!
Την άφηναν ήσυχη
Ο Γερμανός έφερε λίγο περισσότερη πειθαρχία, αλλά τα αποτελέσματα (παρά το γεγονός ότι μείναμε έξω από τη φιναλίστ του Μουντιάλ Κροατία στα μπαράζ και δεύτεροι πίσω από το – 3ο στο Μουντιάλ – Βέλγιο στον όμιλο) και κυρίως η εικόνα μας ήταν ισχνά εντός έδρας. Ισοφαρίσαμε στο 95′ τη Βοσνία αλλιώς θα είχαμε αποχαιρετήσει πιο νωρίς και φέραμε 0-0 με την Εσθονία, η οποία δεν μπορούσε να φανταστεί βέβαια ότι θα είχε και πιο κάτω για μας και την επόμενη φορά θα μας νικούσε!
Ομως, το μυστικό ακόμα και σε εκείνη την «κακή» (για τους υπέρμαχους της εξυγίανσης) εποχή του ελληνικού ποδοσφαίρου ήταν ότι την Εθνική την άφηναν στην ησυχία της και δεν έμπαινε στην εξίσωση η συγκεκριμένη ομάδα. Γι’ αυτό και οι προπονητές (κυρίως ο Ρεχάγκελ και ο Σάντος) δούλευαν απρόσκοπτα με τους παίκτες τους.
Εδώ πλέον έχουν περάσει και στο πετσί της ομάδας (δεν είναι αφελείς οι παίκτες) πολιτικές μικρότητες με στόχο και τον έλεγχο του ποδοσφαίρου από τους «καλούς», με αποτέλεσμα και οι παράγοντες της ΕΠΟ – με πρόεδρο «δικό μας», όπως άλλωστε είχε πει ο Ιβάν Σαββίδης για τον Βαγγέλη Γραμμένο – να αναλώνονται σε μικροπολιτικές που έχουν να κάνουν από την έδρα μέχρι τον προπονητή.
Λάθος τάιμινγκ
Ο Σκίμπε έπρεπε να φάει όλο τον γάιδαρο του Nations League ώς το τέλος, καθώς μετά, ακόμα και την πρωτιά να έπαιρνε, υπήρχε πολύς χρόνος για τον αντικαταστάτη. Το τάιμινγκ αλλαγής ήταν 100% λανθασμένο.
Αντίθετα, ο Αγγελος Αναστασιάδης έχοντας ένα τριήμερο για να δει όσο το δυνατόν περισσότερους παίκτες, ρίσκαρε μια ήττα με την Εσθονία, χαλώντας τη συνοχή με ένα σχήμα με εννέα νέους παίκτες που δεν είχαν παίξει ποτέ μαζί.
Ετσι, πέρα από το πληγωμένο γόητρο, χάθηκε και η δεύτερη θέση και η πιθανότητα να είχαμε μια ακόμα ευκαιρία πρόκρισης στο Euro εάν η Φινλανδία περάσει από τον όμιλό της.
Ο Αγγελος Αναστασιάδης έκανε αγιασμό πριν από το πρώτο παιχνίδι με την Φινλανδία και το πρωί της Κυριακής πήγε εκκλησία με όσους παίκτες ήθελαν την ημέρα του αγώνα με την Εσθονία.
Ομως, αυτά από μόνα τους δεν αρκούν για πρόκριση στο Euro ή σε μια μεγάλη διοργάνωση. Χρειάζεται και ποδοσφαιρικό σχέδιο. Από κόουτς και (ασφαλώς) Ομοσπονδία.
Αλλαγή έδρας και ξενοδοχείου άμεσα!
Η ατάκα του Σωκράτη Παπασταθόπουλου μετά την ήττα από την Εσθονία λέει πολλά.
Ο άσος της Αρσεναλ παρουσιάστηκε ιδιαίτερα προβληματισμένος από την εικόνα της ομάδας.
Ομως, ως ένας από τους πιο έμπειρους, που έχει προλάβει να ζήσει και τις καλές εποχές, βλέπει όπως και οι συμπαίκτες του πράγματα που ενοχλούν όλους και δεν θα έπρεπε να είναι στην πρώτη γραμμή, όταν υπάρχουν τόσα άλλα προβλήματα.
Είναι κοινό μυστικό ότι οι περισσότεροι παίκτες έχουν ενοχληθεί από την εσπευσμένη αλλαγή έδρας, καθώς ήταν η βασική προτεραιότητα αυτής της διοίκησης να φύγει η ομάδα από το Γεώργιος Καραϊσκάκης.
Χωρίς μάλιστα ικανοποιητική εναλλακτική λύση, καθώς η Τούμπα δεν προχώρησε ποτέ και καταλήξαμε στο άδειο ΟΑΚΑ, στο οποίο βρήκαν θέση και οι νοσταλγοί άλλων εποχών, με θλιβερές εικόνες, συμβόλων και αντίστοιχων ναζιστικών χαιρετισμών.
Θα βρεθεί λύση σε Κρήτη, Πάτρα ή Λεωφόρο, αλλά αυτή η υπόθεση όπως και η αλλαγή ξενοδοχείου (στο οποίο κατέλυε χρόνια η ομάδα) απασχόλησαν ιδιαίτερα τους παίκτες και αποτέλεσε θέμα συζήτησης στα αποδυτήρια.