Οι απειλές προς τον Τζουζέπε Αντότσι ήταν πολλές. «Θα καταλήξεις με κομμένο λαιμό» έγραφε μία από αυτές. Τον Μάιο του 2016 έφθασαν. Ο Αντότσι, τότε πρόεδρος του εθνικού πάρκου Νεμπρόντι, μιας προστατευμένης περιοχής στα βορειοανατολικά της Σικελίας, επέστρεφε σπίτι με αστυνομική συνοδεία. Καθώς το θωρακισμένο όχημά του έπαιρνε μια στροφή, ο οδηγός είδε τον δρόμο γεμάτο πέτρες και σταμάτησε.

Στην αρχή, δύο άνδρες πυροβόλησαν τις ρόδες για να ακινητοποιήσουν το όχημα. Μετά ξεκίνησαν ριπές. Οι επίδοξοι δολοφόνοι τελικά έφυγαν, όμως ο Αντότσι θυμάται εκείνη τη βραδιά με τρόμο: «Οι αστυνομικοί προσπάθησαν να με μεταφέρουν σε άλλο αμάξι, αλλά από τον φόβο μου δεν τους αναγνώρισα. Νόμιζα ότι με απήγαγαν. Σκεφτόμουν την οικογένειά μου και προσευχόμουν».

Ο Αντότσι πιστεύει πως η δολοφονική απόπειρα έγινε κατ’ εντολήν της σικελικής Μαφίας σε αντίποινα για έναν νέο νόμο που μπλοκάρει αγροτικές επιδοτήσεις, ύψους πολλών εκατομμυρίων ευρώ, από την ΕΕ να φθάσουν μέχρι την Κόζα Νόστρα. Πρόκειται για την πιο σοβαρή μαφιόζικη επίθεση σε κρατικό λειτουργό μετά τις δολοφονίες αρκετών ιταλών εισαγγελέων στη δεκαετία του 1990.

Η εκμετάλλευση αγροτικών επιδοτήσεων δεν συνδυάζεται συχνά με τη Μαφία, που όμως πλέον βλέπει στον τρόπο αυτόν σταθερά και μεγάλα έσοδα για τα συνδικάτα του οργανωμένου εγκλήματος. Μάλιστα έχουν προχωρήσει ακόμα πιο πέρα: τα τελευταία χρόνια έχουν διεισδύσει σε όλη τη διατροφική αλυσίδα, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Εγκληματικότητας στη Γεωργία και τη Διατροφική Αλυσίδα. Εκμεταλλευόμενη τη δεκαετή οικονομική κρίση στην Ιταλία, η Μαφία έχει αγοράσει σε φθηνές τιμές αγροτεμάχια, ζώα, αγορές και εστιατόρια, ξεπλένοντας τα χρήματά της μέσω μιας από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες της χώρας.

Η αξία της λεγόμενης «agromafia» έχει σχεδόν διπλασιαστεί από 12,5 δισ. ευρώ το 2011 σε περισσότερα από 22 δισ. ευρώ το 2018 – με αύξηση, κατά μέσο όρο, 10% κάθε χρόνο. Αυτή τη στιγμή αντιπροσωπεύει το 15% των συνολικών εσόδων της Μαφίας, αναφέρουν οι «Financial Times». Είναι μια αγορά κερδοφόρα και καθόλου επικίνδυνη, όπως το λαθρεμπόριο ναρκωτικών. Πλέον ελέγχουν την αγορά από τον αγρό έως το πιρούνι.

Από τα αμπέλια της Τοσκάνης έως τους ελαιώνες της Πούλια, οι μαφιόζικες οργανώσεις έχουν ριζώσει στους τομείς των τροφίμων και της γεωργίας – από την παραγωγή έως τη συσκευασία, τη μεταφορά και τη διανομή. Τα στοιχεία της αστυνομίας δείχνουν πως όλα τα μεγάλα εγκληματικά συνδικάτα της χώρας – η Καμόρα της Νάπολι, η σικελική Κόζα Νόστρα και η Ντράνγκετα της Καλαβρίας – επενδύουν στη γεωργία. Μέσα σε όλα αυτά, σύμφωνα με τον καθηγητή Ουμπέρτο Σαντίνο, ιστορικό της Μαφίας, οι οργανώσεις εμπλέκονται και στο θάψιμο τοξικών αποβλήτων σε αγροτική γη.

Βέβαια, σε μια παγκοσμιοποιημένη βιομηχανία, η δράση της Μαφίας φθάνει πολύ έξω από τα ιταλικά σύνορα, επηρεάζοντας τα τρόφιμα που εμφανίζονται σε τραπέζια σε όλο τον κόσμο. Η οικονομική κρίση ανάγκασε εταιρείες να στραφούν προς τη Μαφία – που έχει πάντα ρευστό – για βοήθεια. «Η Ιταλία είναι η τρίτη μεγαλύτερη αγροτική δύναμη στην Ευρώπη», εξηγεί ο καθηγητής Σαντίνο, «όμως ο τομέας είναι ευάλωτος και πολλές εταιρείες αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα. Η Μαφία χαμηλώνει το κόστος παραγωγής (με πολλούς τρόπους, μεταξύ των οποίων και εκβιασμοί) και έτσι απορροφούν τις επιπτώσεις της κρίσης».

Τελικά, αποδεικνύεται για άλλη μία φορά ότι η Μαφία εκμεταλλεύεται επιτυχώς τις αδυναμίες της χώρας λόγω της ικανότητάς της να προσαρμόζεται. Τα μέλη της είναι υποψήφιοι στις δημοτικές εκλογές και στέλνουν τα παιδιά τους να σπουδάσουν Νομική στα αμερικανικά πανεπιστήμια. Οπως παρατηρεί ο καθηγητής, «πλέον οι μαφιόζοι έχουν γίνει μπουρζουά».