Μια ιταλίδα ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, η Λουτσία Ρουμπινέλι, αφηγείται στους New York Times μια γλυκιά οικογενειακή ιστορία. Ο παππούς της, που ζει στο μικρό χωριό Σαν Ζένο ντι Μοντάνια της Βόρειας Ιταλίας, υποδέχθηκε το καλοκαίρι του 2012 μια νέα άφιξη στην οικογένεια: η γαϊδούρα του γέννησε ένα θηλυκό πουλάρι. Και ο παππούς το ονόμασε «Αγγελα Σπρεντ». Ναι, και τα δύο συστατικά είναι αυτά που νομίζουμε.

Οταν τον ρωτούσαν πώς το σκέφτηκε, απαντούσε ότι ήθελε να διακωμωδήσει την πολυτάραχη οικονομία της Ιταλίας και τα χρόνια αστάθειας που θα ακολουθούσαν. «Το Σπρεντ» αποτελούσε ήδη τη συντομογραφία όλων των δεινών. Ώς και τραγούδι έγινε: «Ενώ Το Σπρεντ πάει πάνω, πάνω, πάνω, οι Ιταλοί πάνε κάτω, κάτω, κάτω». Εφτασε όμως η ώρα να απομυθοποιηθεί. Οπως γράφει η Ρουμπινέλι, σήμερα δεν τρομάζει πια τους Ιταλούς. Η κυβέρνηση αποδίδει τις διακυμάνσεις του σε διεθνή συνωμοσία. Και ο Ματέο Σαλβίνι προτείνει στους συμπατριώτες του να το αλείβουν με βούτυρο στο ψωμί για πρωινό.

Οσο για τον παππού, δεν είχε συναισθηματικές αναστολές: όταν η Αγγελα Σπρεντ μεγάλωσε, την πούλησε. Από τον παλιό μπαμπούλα βγήκε και κερδισμένος.

Στην Ελλάδα, η απομυθοποίηση συντελέστηκε κάπως διαφορετικά. Οταν η Αγγελα Σπρεντ έβλεπε το φως στη Βόρεια Ιταλία, η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου άρχιζε να εφαρμόζει το δεύτερο Μνημόνιο προκειμένου να σωθεί η χώρα από τη χρεοκοπία. Οταν ο Ματέο Ρέντσι προσπαθούσε να εξυγιάνει τα οικονομικά της Ιταλίας, ο Αλέξης Τσίπρας τραγουδούσε το «Bella ciao» με το εκστασιασμένο πλήθος στην πλατεία Ματζόρε της Μπολόνια. Και τώρα που οι λαϊκιστές της Ιταλίας θέλουν να διαλύσουν την Ευρώπη, ο μεν έλληνας Πρωθυπουργός τούς συμβουλεύει να κάνουν πίσω όσο είναι καιρός (σχετικό ρεπορτάζ στη χθεσινή Corriere della Sera), ο δε γενικός γραμματέας του ΚΙΝΑΛ Μανώλης Χριστοδουλάκης δηλώνει ότι «δεν είμαστε υπερήφανοι που συγκυβερνήσαμε με τη Νέα Δημοκρατία» (συνέντευξη στη Νόνη Καραγιάννη, 9.84).

Αν η πρωθυπουργική προτροπή είναι αναμενόμενη, αφού ο ΣΥΡΙΖΑ διαφημίζει με κάθε τρόπο στο εξωτερικό την υποτιθέμενη σοσιαλδημοκρατική του στροφή, η κεντροαριστερή μετάνοια είναι κάπως απροσδόκητη. Το ΚΙΝΑΛ θέλει βέβαια να δείξει ότι δεν είναι γενικώς μια διαθέσιμη δύναμη και ότι θα θέσει αυστηρούς όρους για μια αυριανή συγκυβέρνηση με τη ΝΔ (υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι θα ερωτηθεί). Από το σημείο αυτό όμως μέχρι να αποκηρύσσει μια επιλογή που έγινε στο όνομα του εθνικού συμφέροντος, και με μεγάλο πολιτικό κόστος, η απόσταση είναι ένα γαϊδούρι δρόμος.

Λάθη έγιναν φυσικά πολλά εκείνη την περίοδο, τόσο από την ελληνική πλευρά όσο και από τους εταίρους. Η χώρα κρατήθηκε όμως ζωντανή. Οι ακραίοι, που τότε είχαν ανεβεί στα κάγκελα, σήμερα κάνουν την αυτοκριτική τους. Θα πάρουν άραγε τη θέση τους οι μετριοπαθείς;