Η χώρα έζησε ένα προεκλογικό φθινόπωρο και εισέρχεται σε έναν προεκλογικό χειμώνα. Θα ήταν όμως εξαιρετικά επιζήμιο να ζήσει και μια προεκλογική άνοιξη και ένα προεκλογικό καλοκαίρι πριν στηθούν οι κάλπες στο τέλος της τετραετίας. Ενας ολόκληρος χρόνος προεκλογικής περιόδου είναι κάτι που καμία οικονομία δεν μπορεί να αντέξει – πόσω μάλλον μια οικονομία που ταλανίζεται από μια παρατεταμένη κρίση.
Οπως φαίνεται πάντως έχει αρχίσει να διαμορφώνεται ένα ρεύμα και μέσα στους κόλπους του κυβερνώντος κόμματος υπέρ των πρόωρων εκλογών ακόμη και πριν από τον Μάιο. Φαίνεται δηλαδή ότι ένα τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ συντάσσεται με εκείνο το πλειοψηφικό ρεύμα της κοινωνίας που σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις τάσσεται υπέρ της άμεσης διεξαγωγής των εκλογών.
Εντός του κυβερνητικού στρατοπέδου η τάση που διαμορφώνεται έχει βεβαίως άλλη γενεσιουργό αιτία και δεν είναι άλλη από την πεποίθηση ότι όσο μετατίθενται οι κάλπες στο μέλλον τόσο μεγαλύτερο θα είναι το εκλογικό κόστος. Την πεποίθηση αυτή διαμορφώνουν οι καθόλου ενθαρρυντικές για την κυβέρνηση δημοσκοπήσεις, οι όλο και συχνότερες αποδοκιμασίες κατά υπουργών, αλλά και τα κυβερνητικά σκάνδαλα – από τη σύμβαση για το αεροδρόμιο έως τη ΔΕΠΑ.
Είναι προς το συμφέρον της χώρας η πεποίθηση αυτή να οδηγήσει στις κάλπες το συντομότερο. Ολοκληρώνοντας την αντιγραφή κάθε κακής πρακτικής του παρελθόντος, η κυβέρνηση έδωσε ό,τι είχε να δώσει σε παροχές και διορισμούς. Ηρθε η ώρα να ζητήσει τον λογαριασμό στις κάλπες. Ηρθε η ώρα η παρατεταμένη προεκλογική περίοδος να λάβει τέλος και να ξεκαθαρίσει επιτέλους το τοπίο.