Εχει ομολογήσει σχετικά νωρίς ότι η δημόσια αποκάλυψη της ομοφυλοφιλίας του – στα 30ά του γενέθλια – μάλλον τού στοίχισε μέσα στο ασφυκτικό περιβάλλον της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Οι «μετοχές» με τις οποίες ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ο 59χρονος σήμερα ηθοποιός έχασαν ξαφνικά την αξία τους και ο ίδιος έπρεπε να εκμεταλλεύεται την παραμικρή ευκαιρία για να ξεφύγει από την τυποποίηση: είτε ως παρτενέρ της Μαντόνα στο «Next best thing» είτε της Τζούλια Ρόμπερτς στον «Γάμο του καλύτερού μου φίλου». Είτε ως «Ιδανικός σύζυγος» στην ταινία του Ολιβερ Πάρκερ (1999), που βασιζόταν στο ομότιτλο έργο του Οσκαρ Ουάιλντ. Η σχέση με τον ιρλανδό συγγραφέα, που συνεχίστηκε το 2012 όταν ο ηθοποιός τον υποδύθηκε στο θεατρικό του Ντέιβιντ Χέαρ «Το φιλί του Ιούδα», ολοκληρώνεται με την ταινία «Ευτυχισμένος Οσκαρ», που αναμένεται από την ερχόμενη Πέμπτη στους ελληνικούς κινηματογράφους. Συναντήσαμε τον άγγλο ηθοποιό στην Αθήνα και μιλήσαμε με την αφορμή της ταινίας που σκηνοθέτησε, όπου ο Ουάιλντ περνά τις τελευταίες στιγμές του σε ένα φτηνό ξενοδοχείο του Παρισιού και αναστοχάζεται το παρελθόν.

Εχετε συναντήσει στην καριέρα σας ανθρώπους με τις αρετές και τα πάθη του Οσκαρ Ουάιλντ; Τους «καταραμένους ποιητές» της διπλανής πόρτας;

Πάντοτε συναντάμε «καταραμένους» καλλιτέχνες. Αλλά ο Οσκαρ Ουάιλντ είναι μοναδικός, επειδή ταιριάζει στο ιστορικό πλαίσιο που τον δημιούργησε. Είναι ένα προϊόν της εποχής του. Καμιά φορά το ξεχνάμε, αλλά ζει πριν από τον Φρόιντ και πριν από τη γενική αποδοχή της ομοφυλοφιλίας. Είμαστε τελείως διαφορετικοί άνθρωποι μετά τον Φρόιντ, επειδή μας δείχνει ότι η ενδοσκόπηση δεν οδηγεί πουθενά. Οπότε ο Ουάιλντ είναι αυτός που είναι μόνο στον 19ο αιώνα. Σήμερα θα ήταν εντελώς διαφορετικός. Θα έλεγα, όμως, ότι έχω γνωρίσει ανθρώπους με ξεχωριστό ενδιαφέρον, οι οποίοι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο με βοήθησαν να φτάσω στη δημιουργία της ταινίας.

Οπως;

Ο σκηνοθέτης Τόνι Ρίτσαρντσον. Η ματιά του για τη ζωή και ο τρόπος που δούλευε στον κινηματογράφο με επηρέασαν από μικρή ηλικία. Κυρίως ο τρόπος με τον οποίο «επιτίθεται» στη ζωή. Το ίδιο θα έλεγα και για τον σκηνοθέτη Φίλιπ Πράουζ, τον πρώτο άνθρωπο που μου έδωσε δουλειά όταν ήμουν 19 ετών στη Γλασκώβη.

Εχετε ξανάρθει στην Ελλάδα για επαγγελματικό λόγο, όταν ακολουθήσατε τα ίχνη ενός άλλου, ρομαντικού ήρωα, του Λόρδου Μπάιρον, στο ντοκιμαντέρ του Channel 4. Τι σας γοητεύει στη δική του ιστορία;

Τον λατρεύω. Ηρθαμε στην Ελλάδα μετά την Αλβανία και ξετρελάθηκα. Η Αθήνα την εποχή του Μπάιρον πρέπει να ήταν ένας μαγικός κόσμος. Είναι μια εξαιρετική στιγμή μέσα στην ιστορία: η ανάγκη ενός μικρού έθνους να ελευθερωθεί. Και ως λεπτομέρεια μέσα σε αυτή τη μεγάλη εικόνα, η σεξουαλικότητα του Μπάιρον που έρχεται να βοηθήσει τους Ελληνες.

Αυτό που αγαπάει να μισεί ο Ουάιλντ είναι να υποφέρει με τον τρόπο του χριστιανικού πάθους. Σας αρέσουν αυτές οι ιστορίες;

Ναι, είναι πιο συναρπαστικές απ’ οτιδήποτε και οφείλουμε να το ομολογούμε. Δεν ξέρω αν έχετε αντίστοιχη λέξη στα ελληνικά, αλλά οι Ιταλοί το περιγράφουν πολύ ωραία με τη λέξη «tenebroso», που δεν την έχουμε στα αγγλικά. Σημαίνει κάτι τυλιγμένο στις σκιές και το μυστήριο, το σκοτεινό που προκαλεί υπαρξιακό άγχος. Ο Μπάιρον το αγαπούσε πολύ, ο Ουάιλντ όχι και τόσο, αλλά η ζωή του κατέληξε κάπως έτσι.

Αυτό που «πρωταγωνιστεί» στην ταινία σας, εκτός των άλλων, είναι το Παρίσι, όπου ο Ουάιλντ καταφεύγει εξόριστος. Ποιες άλλες πόλεις θεωρείτε κινηματογραφικές;

Ναι, το Παρίσι στην ταινία είναι τόσο σημαντικό όσο και οι χαρακτήρες που υποδύονται οι ηθοποιοί. Θα έλεγα ότι και η Αθήνα είναι κινηματογραφική πόλη, όπως και η Νάπολι της Ιταλίας, η Μασσαλία και η Αλεξάνδρεια. Αρκετές πόλεις της Μεσογείου. Από την άλλη, δεν θα έλεγα το ίδιο για τις περισσότερες πόλεις της Αγγλίας!

Καθόλου αμερικανικές;

Νιώθω στο στοιχείο μου ως Ευρωπαίος. Η Νέα Υόρκη, για παράδειγμα, δεν μ’ αρέσει και τόσο.

Θεωρείτε ότι η πολιτική ορθότητα και ο νεοπουριτανισμός είναι η σύγχρονη κατάρα της κινηματογραφικής βιομηχανίας;

Ναι, νομίζω ότι είναι μια βλακεία που δεν οδηγεί πουθενά. Ο κινηματογράφος βέβαια πάντοτε χαρακτηριζόταν από πουριτανισμό, αν το σκεφτείτε: ήδη από τις ταινίες του Χόλιγουντ στη δεκαετία του 1920 και του 1930. Αλλά σήμερα είναι μια εξαιρετικά δύσκολη περίοδος, επειδή η πολιτική ορθότητα δεν μας αφήνει να δημιουργήσουμε χαρακτήρες με τις απαραίτητες ελευθερίες που χρειαζόμαστε. Ο χαρακτήρας πρέπει να είναι «καλός» ή «κακός», κάτι που δεν ισχύει στη ζωή. Ολοι μας – και οι κινηματογραφικοί ήρωες –  έχουμε αποχρώσεις που δεν χωρούν σε κουτάκια.

Ποιοι άλλοι είναι οι λογοτεχνικοί ή κινηματογραφικοί σας ήρωες;

Οι αδερφοί Νταρντέν, ο Σέρτζιο Λεόνε, ο Βιτόριο ντε Σίκα, οι ήρωες και αντιήρωες στον αμερικανικό κινηματογράφο της δεκαετίας του 1950 και του 1970, άγγλοι δημιουργοί επίσης από το 1970. Και ο Κώστας Γαβράς, για την αυτοβιογραφία του οποίου μόλις διάβασα ότι κυκλοφορεί στην Ελλάδα!

Και πάλι η Ευρώπη επικρατεί πάντως…

Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Και η ταινία για τον Ουάιλντ μόνο ως ευρωπαϊκή μπορεί να σταθεί. Νιώθω πολύ Ευρωπαίος.

Η μουσική τι ρόλο παίζει στην καθημερινότητά σας; Σας δίνει ενέργεια ή σας χαλαρώνει;

Μου δίνει ενέργεια. Γι’ αυτό ίσως ασυναίσθητα μου αρέσει πιο πολύ να ακούω ντίσκο της δεκαετίας του 1970. Για να πω την αλήθεια, ακούω πολλή μουσική από εκείνη την περίοδο επειδή ετοιμάζω και μια ταινία με σχετικό θέμα.

Γρήγορες ερωτήσεις

Ολλανδοί ζωγράφοι ή Νταλί;

Οι Oλλανδοί. Σιχαίνομαι τον Νταλί.

Χίτσκοκ ή Τζον Φορντ;

Χίτσκοκ.

Μαντόνα ή Lady Gaga;

Και οι δύο. Και βάζω τη Lady Gaga επειδή μου άρεσε τόσο πολύ στο «Ενα αστέρι γεννιέται»! Υπέροχη!

Ρόμπερτ ντε Νίρο ή Ράσελ Κρόου;

Ρόμπερτ ντε Νίρο.

Μοντγκόμερι Κλιφτ ή Γκάρι Κούπερ;

Μοντγκόμερι Κλιφτ.

Κέιτ Μπλάνσετ ή Εμα Τόμσον;

Και οι δύο.

Τσαρλς Ντίκενς ή Ιούλιος Βερν;

Τσαρλς Ντίκενς.

Beatles ή Rolling Stones;

Rolling Stones.