Με μείζον θέμα του μικρόκοσμου της ελληνικής καλλιτεχνικής σκηνής θα ασχοληθώ σήμερα, διότι έχω τη λύση σε πρόβλημα που έχει ανακύψει, και το οποίο έχει ανακατέψει ηθοποιούς, πολιτικούς, δημοσιογράφους, σχολιογράφους και επιχειρηματίες, δημιουργώντας ένα απίθανο «τουρλουμπούκι» (με συγχωρείτε για την έκφραση, αλλά δεν βρήκα κάτι καλύτερο να περιγράψω την κατάσταση). Στο υπέροχο Παλλάς επρόκειτο να ανέβει κατ’ αυτάς η περίφημη κωμωδία του αξεπέραστου Δημήτρη Ψαθά «Ζητείται ψεύτης» με πρωταγωνιστή στον ρόλο του ψεύτη (ρόλο ειρήσθω εν παρόδω τον οποίο «θεοποίησε» ο Ντίνος Ηλιόπουλος στην ομώνυμη ταινία του 1961) ο ηθοποιός Μάρκος Σεφερλής. Το έργο δεν ανέβηκε την προγραμματισμένη ημερομηνία, γιατί πλακώθηκαν οι ηθοποιοί μεταξύ τους και ο Σεφερλής ειδικότερα με την επιχείρηση: ο Σεφερλής ήθελε λέει να είναι μόνος του στη μαρκίζα, η επιχείρηση ήθελε να βάλει και άλλα ονόματα, τελικά επήλθε το αδιέξοδο, και εξ αυτού η απόλυτη ρήξη.
Η επιχείρηση του θεάτρου ανακοίνωσε ότι δεν θα είναι πρωταγωνιστής ο Σεφερλής, ο Σεφερλής πήρε σβάρνα τα κανάλια και διεκτραγώδησε την κατάσταση, αναμείχθηκε και η Ελενα Ακρίτα που την έπεσε στον Σεφερλή που είχε το «θράσος» να είναι μια μαρκίζα μόνος του, να μην τα πολυλογώ, η επιχείρηση απέλυσε τον Σεφερλή, και άρχισε να ψάχνει κάποιον για να υποδυθεί τον ρόλο του ψεύτη Ηλιόπουλου, στο έργο. Εδωσε δε προθεσμία στον εαυτό της, ώς τις 4 Δεκεμβρίου για να βρεθεί ο αντικαταστάτης του.
Εγώ σε όλο αυτό δεν είχα την παραμικρή συμμετοχή. Αλλά ούτε και επρόκειτο. Ομως να τι μου συνέβη: παρακολουθώντας χθες στην τηλεόραση τον πρόεδρο Αλέξη Τσίπρα να υποστηρίζει εν πλήρη ηρεμία και διανοία (φαντάζομαι…), ότι ο ίδιος και η κυβέρνησή του θα πρέπει να κριθούν από τους ψηφοφόρους μετά την έξοδο από τα Μνημόνια, δηλαδή μετά τις 21 Αυγούστου 2018, και πως χθες «δεν είχε συμπληρώσει η κυβέρνησή του ούτε 100 μέρες στην εξουσία», αναπήδησα από την καρέκλα μου. Βρήκα τη λύση στο πρόβλημα του Παλλάς κυρίες και κύριοι: αν θέλουν πρωταγωνιστή να «σπάσει τα ταμεία» κατά το κοινώς λεγόμενο, δεν υπάρχει τίποτε καλύτερο από το αστέρι που ονομάζεται Αλέξης Τσίπρας!
Θα σκίσει. Τι να μας λέει ο Σεφερλής τώρα, και ο κάθε Σεφερλής. Το παλικάρι δεν υπάρχει…
Ιδανικός για τον ρόλο
Σπεύδω να εξηγήσω την πρότασή μου με δυο λόγια από το έργο. Το «Ζητείται Ψεύτης» του Δημήτρη Ψαθά, που γράφτηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’50 και έγινε ταινία από τον Γιάννη Δαλιανίδη το 1961, πραγματεύεται κατά τρόπο απολαυστικό, αλλά και τόσο ρεαλιστικό, ένα διαχρονικό πρόβλημα της πολιτικής: τις πελατειακές σχέσεις των πολιτικών με τους ψηφοφόρους τους. Ο Ντίνος Ηλιόπουλος δίνει ρεσιτάλ στην ταινία υποδυόμενος τον κεντρικό ήρωα του έργου που ονομάζεται Θεόδωρος Πάρλας ή Ψευτοθόδωρος, είναι δεδηλωμένος και κατ’ επάγγελμα δε ψεύτης και έρχεται από το χωριό του στην Αθήνα προκειμένου να βρει μια δουλειά να κάνει. Για «καλή» του τύχη, εμπλέκεται σε ένα επεισόδιο σε ένα λεωφορείο και από μια γροθιά που θα δώσει σε έναν επιβάτη θα του ανοίξουν διάπλατα οι ορίζοντες, καθώς προσλαμβάνεται ως ιδιαίτερος του βουλευτή Θεόφιλου Φερέκη (τον υποδυόταν στην ταινία ο σπουδαίος ηθοποιός Παντελής Ζερβός). Φυσικά ως ψεύτης που είναι εκ φύσεως θα μπει αμέσως και με ευκολία στο πετσί του νέου του ρόλου χρησιμοποιώντας ασύστολα και κραυγαλέα ψέματα τα οποία σκαρφίζεται, προκειμένου να δικαιολογεί τις απραγματοποίητες υποσχέσεις με τις οποίες έχει παραπλανήσει τους ψηφοφόρους του ο Φερέκης.
Αμφιβάλλει κανείς ότι ο Τσίπρας είναι ιδανικός για τον ρόλο αυτό;
Μία επικίνδυνη ιστορία
Επεσε και στη δική  μου αντίληψη ένα από τα SMS τα οποία διακινούνται στα κινητά των παιδιών, με στόχο να επιχειρήσουν κατάληψη στο σχολείο όπου φοιτούν για να μην περάσει η «προδοτική» συμφωνία των Πρεσπών, και για να μείνει η «Μακεδονία ελληνική». Μετά μπήκα και σε μερικές σελίδες στο Facebook, και κατέληξα σε συμπέρασμα. Το πράγμα βρωμάει από παντού ότι είναι ακροδεξιό στήσιμο, και στόχο έχει να δημιουργήσει την εικόνα ότι η νεολαία «μάχεται» για να μην παραδοθεί η Μακεδονία στους Σκοπιανούς. Δεν ξέρω τι σκέφτονται οι γονείς των παιδιών που φοιτούν σε υπό κατάληψη σχολεία ή τι πρόκειται να κάνει επ’ αυτου το υπουργείο Παιδείας. Μπορώ όμως μετά βεβαιότητος να δηλώσω ότι αυτή η ιστορία είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη και πρέπει να αντιμετωπιστεί εν τη γενέσει της. Τα παιδιά, παιδιά είναι και παρασύρονται. Κι ο πατριωτικός φανατισμός καραδοκεί να τα στείλει πακέτο στη Χρυσή Αυγή ή ακόμη παραπέρα.
Σημασία έχει η οργανωμένη πολιτεία να βρει την άκρη και να αντιμετωπίσει τους άθλιους υποκινητές αυτής της ιστορίας, όπως τους πρέπει. Και αυτό είναι υπεράνω κομμάτων. Υπερβαίνει δηλαδή το τι πιστεύει κανείς πολιτικά και αν είναι με την κυβέρνηση ή όχι. Εδώ υπάρχει ζήτημα. Και είναι σοβαρό…
Κάλπικη ευφορία
Πανηγυρικούς τόνους χρησιμοποίησε ο Πρωθυπουργός χθες στη Βουλή για τη σύλληψη των μελών της συμμορίας που έκανε λαθρεμπόριο χρυσού με την Τουρκία. Χρησιμοποίησε δε, ως σημείο αναφοράς εκείνον τον περίφημο Ριχάρδο που είχε ξεπατώσει τις γιαγιάδες και τους παππούδες όλης της χώρας, αλλά και νεώτερους σε ηλικία, που του προσκόμιζαν τα τιμαλφή τους επειδή είχαν ανάγκη, και εκείνος τα αγόραζε για ένα κομμάτι ψωμί, ώστε στη συνέχεια να κάνει πλάκες χρυσού. Αλήθεια όμως προς τι οι πανηγυρισμοί του αγοριού απέναντι για τη σύλληψη του Ριχάρδου και των υπολοίπων;
Χθες ξεκίνησε το θεάρεστο έργο του ο Ριχάρδος; Προχθές ίσως; Την περασμένη εβδομάδα; Οχι. Πάνε περισσότερα από έξι – επτά χρόνια που άρχισε να απομυζάει ο τύπος, του φτωχού το χρυσαφικό. Στα τελευταία τέσσερα δε, αν δεν κάνω λάθος, εκτοξεύθηκε. Πήγε στρατόσφαιρα. Τόσο πολύ αυξήθηκαν οι δουλειές του. Επειδή όλο και περισσότεροι άνθρωποι πήγαιναν να του «ακουμπήσουν» τα χρυσαφικά τους μην μπορώντας να αντεπεξέλθουν τις δυσκολίες. Θέλει μήπως ο πρόεδρος Αλέξης να κάνουμε τίποτε αναγωγές μεταξύ του πόσο αυξήθηκαν οι δυσκολίες και του πόσο αυξήθηκαν οι φόροι που η κυβέρνησή του επέβαλε ώστε μετά να επαίρεται για τα «πρωτοφανή» πλεονάσματα; Φαντάζομαι δεν θέλει. Οπως δεν θέλει εκτιμώ να γίνουν και τίποτε μακάβριες συγκρίσεις μεταξύ του πόσοι είχαν αυτοκτονήσει επί των κυβερνήσεων των «γερμανοτσολιάδων» και πόσοι επί της δικής του τετραετίας…
Ούτε η χούντα…
Η δημοσιογραφία είναι ένα θαυμάσιο επάγγελμα αρκεί να την εγκαταλείψεις έγκαιρα, έλεγαν οι παλιοί «εφημεριδάδες» χωρίς κανείς, ποτέ του, να ακολουθήσει αυτή την αρχή: εκεί έμεναν, ώς το τέλος, ένα με τον τοίχο γίνονταν, αλλά τη δημοσιογραφία κανείς τους δεν την εγκατέλειψε «εγκαίρως». Παρακολουθώντας χθες την παρέμβαση του Πρωθυπουργού στη Βουλή, αντελήφθην ότι αν αυτοί οι άνθρωποι ζούσαν σήμερα, ασφαλώς θα είχαν αλλάξει δουλειά. Οχι μόνο λόγω της κρίσης που πλήττει βάναυσα το επάγγελμα, αλλά και γιατί κανείς τους δεν θα ήταν διατεθειμένος να ακούει από τα πρωθυπουργικά χείλη να εκφράζουν οργή διότι δεν παρουσιάζουν επαρκώς το έργο της κυβέρνησής του από τα μέσα ενημέρωσης και ειδικά από την τηλεόραση.
Προσωπικά διερωτώμαι με τι τελικά θα ήταν ευχαριστημένος ο Πρωθυπουργός: σχεδόν το 85% του Τύπου, έντυπου και ηλεκτρονικού, τον υποστηρίζει έμμεσα ή άμεσα. Τι θα ήθελε άραγε; Να τον αποθεώνει και το 100%; Αυτό ούτε η χούντα των συνταγματαρχών το είχε καταφέρει. Ολο και κάτι της ξέφευγε από τον προληπτικό έλεγχο και τη λογοκρισία…