Με τη δήλωσή του χθες στη Βουλή ότι «εμείς τις πρώτες πραγματικά δικές μας 100 μέρες τις κλείνουμε αύριο που κλείνουμε 100 μέρες από την έξοδο της χώρας από τα Μνημόνια», ο Πρωθυπουργός δεν επιχείρησε απλώς να μηδενίσει το κοντέρ. Επιχείρησε να διαγράψει και τα σχεδόν τέσσερα χρόνια της πρωθυπουργίας του, σαν να μην είναι υπεύθυνος ο ίδιος για το τρίτο Μνημόνιο αλλά και για τη δυσβάσταχτη λιτότητα που εφάρμοσε, αποτέλεσμα της οποίας είναι εξάλλου το υπερπλεόνασμα για το οποίο τόσο υπερηφανεύεται.
Είναι κατανοητή η προσπάθεια του Πρωθυπουργού να βρει ένα αφήγημα για να πείσει τους ψηφοφόρους. Το πρόβλημα όμως με το αφήγημα του επικεφαλής της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ δεν εντοπίζεται στην αναληθοφάνειά του. Βρίσκεται στα οικονομικά αποτελέσματα που παράγει η προσπάθειά του να αποδείξει ότι το αφήγημά του είναι αληθοφανές. Βρίσκεται στην άκρατη παροχολογία, στις αθρόες προσλήψεις και στις αυξήσεις των μισθών των ημετέρων, σε ενέργειες δηλαδή που μαρτυρούν ότι η χώρα μπορεί με μια ανεύθυνη ηγεσία να επιστρέψει στη φενάκη που οδήγησε στη χρεοκοπία.
Η πολιτική αυτή είναι κάθε άλλο παρά φιλολαϊκή. Οπως αποδείχθηκε πολύ πρόσφατα και με πολύ σκληρό τρόπο, αλλά θέλει να ξεχνά ο Πρωθυπουργός, τα πρώτα θύματα μιας κρίσης είναι οι μη έχοντες. Ξεχνά επίσης ότι η χώρα εξακολουθεί να έχει σοβαρό πρόβλημα χρέους. Και ξεχνά και εκείνο που έλεγε ένας πρωθυπουργός τον οποίο πολύ αντέγραψε, ο Ανδρέας Παπανδρέου: Είτε το έθνος θα εξαφανίσει το χρέος, είτε το χρέος θα αφανίσει το έθνος.