Τουλάχιστον 100 ενεχυροδανειστήρια και καταστήματα εμπορίας χρυσού σε ολόκληρη την Ελλάδα φέρεται να εμπλέκονται στα δύο κυκλώματα λαθρεμπορίου χρυσού – με την εμπλοκή 85 ατόμων – με προορισμό την Τουρκία, που αποκάλυψε η Αστυνομία έπειτα από πολύμηνη έρευνα. Κεντρικό πρόσωπο του κυκλώματος εμφανίζεται ο 51χρονος ιδιοκτήτης αλυσίδας περίπου 50 ενεχυροδανειστηρίων Δημήτριος Μυλωνάς «Ριχάρδος», ο οποίος μελετούσε (σύμφωνα με τη δικογραφία που παρουσιάζουν «ΤΑ ΝΕΑ») την επέκταση της δραστηριότητάς του μέχρι και στο Λας Βέγκας! Μάλιστα, είχαν εγκαταστήσει το κεντρικό «χυτήριο» για το λιώσιμο των κοσμημάτων – πολλά από τα οποία ήταν κλοπιμαία – κοντά στο Πολυτεχνείο. Προκειμένου το κύκλωμα να εκμεταλλευθεί το «άβατο των Εξαρχείων» ώστε να μην υφίσταται κανέναν έλεγχο. Ωστόσο στη δικογραφία περιγράφεται ο κίνδυνος απώλειας μεγάλων ποσοτήτων χρυσού αποθηκευμένων σε αυτοκίνητα των δραστών στα Εξάρχεια, κατά τη διάρκεια επεισοδίων!
ΠΟΛΥΤΕΛΗ ΣΠΙΤΙΑ. Το κύκλωμα με τζίρο 400.000 ευρώ ημερησίως προχωρούσε σε αγορές πολυτελών κατοικιών – συζητούσαν μάλιστα την αγορά ακινήτου στην Καραγεώργη Σερβίας – και σκαφών, ενώ στο μικροσκόπιο της Αστυνομίας βρέθηκαν και οι τηλεοπτικές εκπομπές στις οποίες προσκαλούνταν ο «Ριχάρδος» για να διαφημίσει το έργο του! Επιπλέον αποκαλύπτεται ότι τμήμα των παράνομων εσόδων του το κύκλωμα επιχειρούσε να το «ξεπλύνει» μέσω του γνωστού τρικ της αγοράς κερδισμένων δελτίων λαχείων, που κάνουν και συμμορίες διακίνησης ναρκωτικών.
Στο κύκλωμα φέρεται να εμπλέκεται ένας 28χρονος αστυνομικός, φρουρός τους τελευταίους μήνες του έλληνα επιτρόπου Δημήτρη Αβραμόπουλου, που υπηρετούσε και στο αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο οποίος φαίνεται πως πληροφορούσε τους λαθρεμπόρους για τυχόν αστυνομικές έρευνες. Ωστόσο από τον δικαστικό φάκελο της υπόθεσης εμφανίζεται η εμπλοκή ενός ακόμη ενστόλου, αφού όπως σημειώνεται υπήρχαν κι άλλες προσβάσεις στη ΕΛ.ΑΣ. κι άλλοι δίαυλοι ενημέρωσης των ποινικών. Μάλιστα από τους αστυνομικούς εξετάσθηκε το ενδεχόμενο εμπλοκής και εταιρείας security στο κύκλωμα.
Ο ΜΕΤΑΦΟΡΕΑΣ. Για συμμετοχή στην ομάδα των λαθρεμπόρων χρυσού κατηγορείται κι ένας κινέζος επιχειρηματίας – εισαγωγέας ρούχων – που λειτουργούσε ως μεταφορέας χρημάτων από την Τουρκία στη Ελλάδα και παρέδιδε τα χρήματα σε κατάστημά του στη οδό Αγησιλάου. Οπως σημειώνεται στο έγγραφο της ΕΛ.ΑΣ., «τα χρήματα από την πώληση του εξαγόμενου χρυσού επέστρεφαν στη εγκληματική οργάνωση μ’ ένα μοναδικό τέχνασμα. Τα χρήματα μετατρέπονταν στο σύνολο τους στην Τουρκία στο κινέζικο νόμισμα γουάν. Με τα χρήματα αυτά κινέζοι υπήκοοι που δραστηριοποιούνταν επαγγελματικά στην Ελλάδα ως χονδρέμποροι ρούχων, αγόραζαν στο εξωτερικό μέσω αγνώστων συνεργών τους είδη ένδυσης, τα οποία εισάγονταν στην Ελλάδα και μέσω μεταφορικής παραδίνονταν σε αυτούς».
Ενδεικτικά είναι όσα μνημονεύονται στο διαβιβαστικό έγγραφο της Αστυνομίας για τον 51χρονο «Ριχάρδο». Οπως σημειώνεται, «ως άριστος γνώστης του “marketing” με τη χρηματοδότηση από τα ταμεία της εγκληματικής οργάνωσης προέβαινε συνεχώς σε προωθητικές ενέργειες με μεγάλες διαφημιστικές καμπάνιες σε τηλεοπτικούς σταθμούς πανελλήνιας εμβέλειας. Μάλιστα διαφημιζόταν σε ζώνες υψηλής τηλεθέασης, καθώς και σε συγκεκριμένες εκπομπές τις οποίες απαιτούσε, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις καταγράφηκε από την επισύνδεση να απαιτεί από συγκεκριμένους παρουσιαστές επιπλέον χρόνο, πληρώνοντας επιπλέον χρήματα. Βασική του επιδίωξη ήταν να εμφανίζεται στις Αρχές ως καθ’ όλα νόμιμος. Ο επαγγελματισμός του ήταν τέτοιος που όταν περιήλθε σε γνώση του πληροφορία, προφανώς από αστυνομικό, “ο δικός σου παρακολουθείται”, αμέσως εξέτασε όλα τα πιθανά σενάρια σχετικά με τον ποιον αφορούσε η πληροφορία και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αφορούσε έναν συνεργάτη του που είχε ελεγχθεί πρόσφατα από αστυνομικούς της ΔΙΑΣ».
«ΠΑΣΠΑΡΤΟΥ». ακόμη, στη δικογραφία υπάρχουν περιγραφές για «γυρολόγους», «πασπαρτού» και «ταχυμεταφορείς» μέλη του κυκλώματος με διάφορους ρόλους για την παραλαβή και τη μεταφορά των κοσμημάτων. Πολλά από αυτά τα κοσμήματα παραδίδονταν σε λεωφορεία των ΚΤΕΛ προκειμένου να προωθηθούν οδικώς στην Τουρκία. Οπως σημειώνεται, για τα τεκταινόμενα στον σταθμό των ΚΤΕΛ «συνήθως προσέγγιζαν το λεωφορείο από την πλαϊνή πλευρά όπου ήταν αθέατοι σε τρίτα πρόσωπα. Με έναν εξ αυτών να αναμένει στο δίκυκλο με τον κινητήρα σε λειτουργία και τον συνεργό του να παίρνει το πακέτο από το μηχανάκι και να εισέρχεται στον χώρο του λεωφορείου όπου είχε συνάντηση με τον οδηγό που παρελάμβανε χέρι με χέρι το πακέτο με τον χρυσό κι ακολούθως το έβαζε σε προκαθορισμένη θέση για να το παραδώσει σε συνεργό του στην Τουρκία. Ενδεικτικά των ποσών και του τρόπου συναλλαγών των λαθρεμπόρων χρυσού είναι ορισμένοι διάλογοι όπως:
– Κανένα 50ρικο (50.000 ευρώ) χρειάζομαι εγώ.
– Εντάξει.
– Εντάξει, θα έρθω από κάτω να τα πάρω και θα φέρω και τα μέταλλα».
Επιπλέον εντύπωση προκαλεί ο τρόπος επιλογής πολλών μελών του κυκλώματος λαθρεμπόρων χρυσού. Οπως σημειώνεται «ο ένας από αυτούς επελέγη γιατί ήταν εχέμυθος και σε προγενέστερη σύλληψή του για τη “μαφία των Ρομά” δεν αποκάλυψε τη δράση της. Επιπλέον ήταν γνώστης πολεμικών τεχνών και με τον τρόπο αυτό θα διασφαλιζόταν η μεταφορά του χρυσού και των χρημάτων από τυχόν βίαιες ενέργειες αφαίρεσης αυτών».