Είναι μερικές φράσεις που ακούγονται κλισέ, αλλά χρησιμεύουν ως κλειδί για να ανοίξεις την πόρτα. Η φράση «το κινητό που έχεις στην τσέπη σου έχει μεγαλύτερη υπολογιστική δύναμη από τον υπολογιστή της NASA, που έστειλε τον πρώτο άνθρωπο στο φεγγάρι». Ή η φράση «σε λίγα χρόνια το κινητό σου θα είναι πιο έξυπνο από εσένα». Ή η φράση «η ανθρωπότητα παράγει τώρα μεγαλύτερο όγκο νέας πληροφορίας μέσα σε έναν χρόνο, από όσο παρήγαγε συνολικά, από την αυγή του πολιτισμού μέχρι την τελευταία δεκαετία του 20ού αιώνα».
Στο συνέδριο Singularity U, την περασμένη εβδομάδα στην Αθήνα, σε εκδηλώσεις που οργάνωσαν τον τελευταίο καιρό η διαΝΕΟσις ή το Δίκτυο για τη Μεταρρύθμιση, στο παγκόσμιο συνέδριο της Microsoft, που έγινε πριν από λίγους μήνες στην Αθήνα, ένα μεγάλο κοινό έρχεται σε επαφή με τον νέο, γενναίο κόσμο που αυτές οι φράσεις – κλισέ μάς επιτρέπουν να ξεκλειδώσουμε. Τον κόσμο της μεγάλης τεχνολογικής επανάστασης, που αλλάζει τον κόσμο με ρυθμούς πιο γρήγορους από τη δική μας ικανότητα να καταλάβουμε τις αλλαγές. Ακούμε, μαγευόμαστε, ανησυχούμε, συζητάμε. Συνειδητοποιούμε ότι ο κόσμος που ξημερώνει είναι ριζικά διαφορετικός από τον χθεσινό.
Αλλά είναι σαν να υπάρχει μια αδιάβροχη, αδιαπέραστη μεμβράνη που χωρίζει αυτές τις συζητήσεις με ό,τι θα ορίζαμε ως δημόσιο διάλογο στη χώρα. Είναι σαν να ακούμε για τις εκτατικές αλλαγές στην τεχνολογία, για την 4η βιομηχανική επανάσταση, σαν να πρόκειται για ένα ενδιαφέρον, εξωτικό θέμα που στ’ αλήθεια δεν μας αφορά. Σαν ο δικός μας απώτατος ορίζοντας να είναι τα αναδρομικά των συντάξεων και το ύψος της ΕΠΟΣ (Ετήσια Πελατειακή Ομηρεία Συνταξιούχων – σύμφωνα με τον ορισμό του Πλάτωνα Τήνιου) που θα μοιράσει ως χριστουγεννιάτικο μποναμά ο Τσίπρας.
Οποιος έτυχε να βρίσκεται στο ακροατήριο του Singularity U, για παράδειγμα, και στη συνέχεια παρακολούθησε τη συζήτηση με αφορμή τον «πρώτο μεταμνημονιακό προϋπολογισμό», θα πρέπει να αισθάνθηκε σαν ταξιδιώτης, μετέωρος ανάμεσα σε διαφορετικούς γαλαξίες. Δεν είναι μόνον ότι αυτός ο προϋπολογισμός προαναγγέλλει ένα αύριο που μοιάζει πολύ με το χθες, το προ χρεοκοπίας χθες. Δεν είναι μόνον ότι αναπαράγει ένα μείγμα υψηλής φορολογίας, μηδενικών επενδύσεων, χαμηλής παραγωγικότητας και πελατειακών παροχών, που αντιστρατεύεται κάθε προοπτική οικονομικής μεγέθυνσης. Αυτά θα μπορούσαν και να διορθωθούν, κάπως, αν μια άλλη κυβέρνηση, μετά τις εκλογές αλλάξει το μείγμα, διορθώσει πορεία, κάνει τη χώρα λίγο πιο «επενδύσιμη».
Αλλά αυτό θα ήταν αρκετό; Ή μήπως αυτό που χρειαζόμαστε είναι να εφεύρουμε εξαρχής ένα ριζικά διαφορετικό μέλλον; Το χειρότερο με την τρέχουσα συζήτηση είναι ακριβώς αυτό: ότι γυρίζει τις πλάτες της στο μέλλον.
Υπάρχουν παραδείγματα χωρών που βρέθηκαν σε παρόμοια θέση με εμάς – αντιμέτωπες όχι απλώς με μια οικονομική κρίση, αλλά, όπως εμείς τώρα, με έναν κίνδυνο ιστορικής παρακμής, περιθωριοποίησης, υποβιβασμού σε χαμηλότερη κατηγορία στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Και κατάφεραν να αλλάξουν, να κάνουν ένα άλμα στο μέλλον. Η Φινλανδία είναι ένα τέτοιο παράδειγμα. Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, για μια σειρά λόγους (η κατάρρευση του εμπορικού της εταίρου, της Σοβιετικής Ενωσης, ένας εξ αυτών) η χώρα βρέθηκε στη δίνη μια κρίσης που θύμιζε 1929. Εχασε το 10% του ΑΕΠ σε τρία χρόνια, η ανεργία ξεπέρασε το 18%, οι τράπεζές της κλονίστηκαν εκ θεμελίων. Τέσσερα χρόνια αργότερα η Φινλανδία έμπαινε σε μια κούρσα αναπτυξιακής μεγέθυνσης με ρυθμούς από 4% έως 6% τον χρόνο. Πώς το κατάφερε; Επενδύοντας στην έρευνα και την εκπαίδευση. Σε μια περίοδο βαθιάς κρίσης, η Φινλανδία επέλεξε να επενδύσει στην έρευνα, κόβοντας από άλλες δαπάνες, ώστε να φθάσει το 3,5% του ΑΕΠ, το υψηλότερο ποσοστό στον κόσμο. Και στην εκπαίδευση, δημιουργώντας το πιο προοδευτικό και αποτελεσματικό (πρωτεύει χρόνια τώρα στις μετρήσεις PISA) εκπαιδευτικό σύστημα στον κόσμο. Στηριγμένο στην αυτονομία της σχολικής μονάδας, την υψηλή ποιότητα εκπαιδευτικών, τη διαρκή μεταρρύθμιση. Κι έτσι, μέσω της επένδυσης στις νέες τεχνολογίες και την εκπαίδευση, η χώρα δεν βγήκε απλώς από την οικονομική κρίση. Επανεφηύρε τον εαυτό της.
H μικρή Εσθονία είναι ένα δεύτερο παράδειγμα. Σε μια αντίστοιχη περίοδο οικονομικού μαρασμού, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, αποφάσισε να επενδύσει ό,τι είχε και δεν είχε σε ένα μόνο πεδίο, τον ολοκληρωτικό ψηφιακό της μετασχηματισμό. Κατάφερε να γίνει η πιο προηγμένη ψηφιακή δημοκρατία στον κόσμο, όπου ένας πολίτης χρειάζεται τρία λεπτά για να υποβάλει τη φορολογική του δήλωση, 18 λεπτά για να ιδρύσει νέα επιχείρηση και η φυσική του παρουσία απαιτείται για τρεις μόνον συναλλαγές: τον γάμο, το διαζύγιο και την αγορά ακινήτου. Το οικονομικό όφελος υπολογίζεται σε 3- 4 επιπλέον μονάδες κάθε χρόνο στο ΑΕΠ. Το συμβολικό όφελος είναι μεγαλύτερο.
Δεν υπάρχουν, βέβαια, έτοιμα μοντέλα που εισάγονται πρετ-α-πορτέ, από μια χώρα σε άλλη. Αλλά η στάση είναι προς μίμηση. Το διαζύγιο με το πολιτικό και επιχειρηματικό business as usual, η τόλμη της ρήξης, η εφεύρεση ενός διαφορετικού μέλλοντος.