Το Καφρανμπέλ είναι μια μικρή πόλη της επαρχίας Ιντλίμπ, κοντά στα βορειοδυτικά σύνορα της Συρίας με την Τουρκία. Επί σαράντα χρόνια, οι κάτοικοι δεν τολμούσαν να βγουν στον δρόμο λόγω της σφοδρής καταστολής από τους Ασαντ, πατέρα και γιο. Την Πρωταπριλιά του 2011, όμως, η Πλατεία Ελευθερίας γέμισε από ανθρώπους και χρώματα. Οχι το κόκκινο, λευκό και μαύρο με δύο πράσινα αστέρια της επίσημης συριακής σημαίας, αλλά το πράσινο, λευκό και μαύρο με τρία κόκκινα αστέρια της συριακής επανάστασης.

Η επανάσταση είχε ξεκινήσει δεκαπέντε ημέρες νωρίτερα στην πόλη Νταράα, όταν συνελήφθη, βασανίστηκε και σκοτώθηκε ένα 13χρονο παιδί που είχε γράψει σ’ έναν τοίχο «Ο λαός θέλει την πτώση της κυβέρνησης». Ο αντικυβερνητικός ακτιβιστής Ραέντ Φάρες αποφάσισε ότι η πόλη δεν έπρεπε να μείνει μόνη. Εκείνος οργάνωσε την πρωταπριλιάτικη συγκέντρωση. Κι όταν τον επόμενο χρόνο κατέλαβε το Καφρανμπέλ ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός, ίδρυσε την Ενωση Επαναστατικών Γραφείων. Ο Φάρες, γράφει ο Economist, δημιούργησε στην πραγματικότητα μια μίνι κοινωνία των πολιτών. Εστησε ένα κέντρο υγείας με μια κινητή κλινική. Ανοιξε έναν λογαριασμό για την ενίσχυση των επιζώντων του πολέμου. Διευκόλυνε την πρόσβαση γυναικών και παιδιών στην εκπαίδευση. Ανοιξε έναν ραδιοφωνικό σταθμό, το Radio Fresh. Και ενημέρωνε τoυς Δυτικούς για τις φονικές επιδρομές του καθεστώτος.

Το μόνο που φάνηκε να τους συγκινεί όμως ήταν κάτι μεγάλα πολιτικά πανό που ανέβαζε κάθε Πέμπτη βράδυ με τους φίλους του στο Facebook. Ενα από αυτά έγραφε μια ατάκα από την ταινία «Αλαντίν», ως φόρο τιμής στον Ρόμπιν Γουίλιαμς: «Να είσαι ελεύθερος. Κάτι τέτοιο θα ήταν μεγαλύτερο από όλη τη μαγεία και όλους τους θησαυρούς σε όλο τον κόσμο». Ενα άλλο ήταν αφιερωμένο στον Ομπάμα: «Ο ρόλος σας στη Συρία δεν θα μείνει ποτέ στην Ιστορία ως ένα λάθος ανάλογο μ’ εκείνο του Κλίντον στη Ρουάντα. Αλλά ως ένα προμελετημένο έγκλημα».

Οταν οι δυνάμεις του Ασαντ με τη βοήθεια της Ρωσίας άρχισαν να ανακτούν τον έλεγχο της χώρας, το Καφρανμπέλ βρέθηκε ανάμεσα σε δύο πυρά. Από τη μια ήταν η κυβέρνηση κι από την άλλη οι ισλαμιστές. Οταν οι τελευταίοι κατέλαβαν την πόλη και απαγόρευσαν τη μουσική, ο Φάρες μετέδιδε από τον σταθμό ήχους από καμπάνες, σειρήνες και ζώα. Οταν έκοψαν τις παρουσιάστριες, αναπαρήγε τις φωνές τους μέσα από ένα ηλεκτρονικό πρόγραμμα που τις έκανε να μοιάζουν με ρομπότ. Κι όταν τον έπιαναν και τον βασάνιζαν, έλεγε ότι τα όπλα δεν μπορούν να σκοτώσουν τις ιδέες.

Το 2014, τρομοκράτες του ISIS τον πυροβόλησαν και τον άφησαν έξω από το σπίτι του περνώντας τον για νεκρό. Στις 23 Νοεμβρίου ήταν πιο αποτελεσματικοί: ο Ράεντ Φάρες κι ένας φίλος του δολοφονήθηκαν ενώ επέστρεφαν από το τζαμί. Μαζί τους ξεψύχησε και η συριακή επανάσταση.