«Οι παίκτες και οι προπονητές κάνουν τις κληρώσεις να φανούν καλές ή κακές. Ολα είναι στο χέρι των ελλήνων ποδοσφαιριστών που θα πρέπει να τους εμπιστεύονται όλοι περισσότερο».

Ο Γιάννης Γκούμας, τεχνικός της εντυπωσιακής Εθνικής Νέων (Κ19) που προκρίθηκε όχι μόνο με 3/3 νίκες αλλά και με την καλύτερη επίθεση και διαφορά τερμάτων (12-3) στην elite round μεταξύ των 52 χωρών της προκριματικής φάσης, μιλώντας στα «ΝΕΑ» δεν σταυρώνει τα δάχτυλα περιμένοντας βατούς αντιπάλους, καθώς όπως λέει:

«Και στο Nations League η κλήρωση φαινόταν ιδανική, αλλά τελικά μείναμε πίσω από Φινλανδία και Ουγγαρία. Ποιος το περίμενε. Αντίθετα στα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου είχαμε κοντράρει το Βέλγιο στα μεταξύ μας παιχνίδια ιδιαίτερα, που έφτασε μέχρι την 3η θέση στα γήπεδα της Ρωσίας. Αρα μάντεις δεν είμαστε να προβλέψουμε τους αντιπάλους, απλά το κλειδί θα είναι η κατάσταση στην οποία θα είμαστε στα προκριματικά» λέει ο εκ των χρυσών μελών του θριάμβου του Euro 2004, που έχει φάει με το κουτάλι ως παίκτης τέτοιες κληρώσεις όχι μόνο σε προκριματικές, αλλά και τελικές φάσεις.

Θέμα πίστης

Αλήθεια, ποιος θα πίστευε ότι σε όμιλο με τη διοργανώτρια Πορτογαλία και την Ισπανία η Εθνική θα προκρινόταν το 2004 και θα έπαιρνε μάλιστα και το τρόπαιο;

Το πίστευαν όμως οι παίκτες και αυτό έχει σημασία.

«Ακριβώς αυτό είναι το μυστικό και για αυτό λέμε να δούμε πως θα είμαστε εμείς. Πάντως ύστερα από χρόνια η Εθνική έχει πάλι Έλληνα προπονητή.

Ο οποίος πάντα μπορεί να αφουγκραστεί τους παίκτες καλύτερα, αφού ζει εδώ, ξέρει καλά τις ιδιαιτερότητες και την ιδιοσυγκρασία τους και είναι ικανός να πάρει το 100% από αυτούς. Κάτι που πιστεύω μπορεί να κάνει ο κ. Αναστασιάδης» λέει ο τεχνικός της εθνικής ομάδας Κ19, που δεν απαξιώνει τους ξένους προπονητές, κάθε άλλο.

«Εχουν προσφέρει πολλά και μάλιστα ο κ. Ρεχάγκελ μπήκε πολύ γρήγορα στο πνεύμα των Ελλήνων και αυτό βοήθησε, ενώ ο κ. Σάντος τόσα χρόνια στη χώρα μας ένιωθε και λίγο Ελληνας. Αλλοι ξένοι όμως δυσκολεύονται  να προσαρμοστούν.

Αυτό που λέμε είναι όταν έρχεται ξένος προπονητής ή παίκτης να είναι από την κατηγορία που κάνει τη διαφορά. Και ιδιαίτερα στους ποδοσφαιριστές είναι κρίμα να κόβεται ο δρόμος σε ελπιδοφόρα νέα παιδιά. Είχα πει και στους παίκτες μου στην Εθνική και το εννοώ, δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτε από τους αντίστοιχους ηλικιακά παίκτες της Ισπανίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας. Απλά μετά κάπου χάνεται το πράγμα, κυρίως διότι οι νεαροί στο εξωτερικό παίζουν πολύ περισσότερο».

Το ιδανικό μοντέλο

«Θυμηθείτε τον κ. Μουνιόθ στον Παναθηναϊκό που έβαζε τον Νίνη βασικό στα 17 του και τον κ. Μπέντο που ανέδειξε τόσους παίκτες από την ακαδημία του Ολυμπιακού, τον Ρέτσο, τον Νικολάου, τον Μανθάτη και άλλους. Και είδατε τόσο το αγωνιστικό κέρδος της ομάδας όσο και το οικονομικό με τη μεγάλη πώληση του Ρέστου στη Λεβερκούζεν» λέει ο Γιάννης Γκούμας και θυμάται τη δική του εποχή.

«Η οικογένεια Βαρδινογιάννη και όχι σε εποχή κρίσης είχε ξεκινήσει χρόνια να προωθεί παίκτες από την ακαδημία του συλλόγου στη πρώτη ομάδα και θυμάστε ότι πολλοί ήταν δύσπιστοι και έκαναν λόγο για τους… Γκουμομπασινάδες.

Δυστυχώς στην Ελλάδα πολλές φορές αποθεώνουμε τους ξένους ακόμα και αμφιβόλου ποιότητας και δεν δείχνουμε εμπιστοσύνη στους Ελληνες. Ακόμα και τώρα στην κρίση οι ομάδες είτε λόγω της πίεσης του πρωταθλητισμού, είτε της αποφυγής του υποβιβασμού, προωθούν με το σταγονόμετρο Ελληνες από τις ακαδημίες.

Προσωπικά καλώ τις ελληνικές ομάδας να τους εμπιστευτούν και να είναι σίγουροι ότι θα τους αποζημιώσουν.

Αυτό είναι το μοντέλο για μένα, καλός ελληνικός κορμός με παίκτες που θα έχουν αντίκτυπο και στον κόσμο και να τους πλαισιώνουν ποιοτικοί ξένοι».

Πάντως η γενιά του 2004 τουλάχιστον μπαίνει στις εθνικές (ο ίδιος προπονητής της Κ19, ο Νικοπολίδης της Κ21 και ο Μπασινάς τεχνικός σύμβουλος στους άνδρες) και όπως λέει και ο Γιάννης Γκούμας:

«Μπορούμε να βοηθήσουμε τους νέους παίκτες να κατανοήσουν καλύτερα το θέμα της Εθνικής. Να αγαπήσουν το εθνόσημο και να βελτιώνονται καθημερινά. Μεταλαμπαδεύοντάς τους τις εμπειρίες μας από αυτά τα χρόνια».