Το πνεύμα των Χριστουγέννων έχει στοιχειώσει για τα καλά το Λονδίνο. Τα εντυπωσιακά λαμπιόνια της Οξφορντ Στριτ έχουν ανάψει εδώ και αρκετές εβδομάδες, η λαμπερή χριστουγεννιάτικη αγορά δεσπόζει στις όχθες του Τάμεση, το μεγάλο χωριό των Χριστουγέννων στήθηκε για μια ακόμη χρονιά στο Χάιντ Παρκ και ο Αγιος Βασίλης περιμένει τους πιστούς του στο εργαστήρι του στη Λέστερ Σκουέρ. Τα φετινά Χριστούγεννα, όμως, δεν είναι όπως τα προηγούμενα. Είναι τα τελευταία που περνά η Βρετανία στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Η αλήθεια είναι ότι οι περισσότεροι Βρετανοί δεν δείχνουν να αγωνιούν. Στις παρέες στις παμπ, στα καφέ, στα πάρκα, το Brexit δεν μονοπωλεί τις συζητήσεις. Στο Ουέστμινστερ, ωστόσο, το κλίμα είναι διαφορετικό – και σαφώς λιγότερο γιορτινό. Δεν διακυβεύεται απλώς το μέλλον μιας πρωθυπουργού (της Τερίζα Μέι) ή ενός κόμματος (των Τόρις), αλλά μιας ολόκληρης χώρας. Οχι, το Brexit δεν θα φέρει τον Αρμαγεδδώνα. Αλλά ένα κακό διαζύγιο θα ζημιώσει πολύ και για πολλά χρόνια την οικονομία της Βρετανίας. Κι ένα Brexit χωρίς συμφωνία θα την πλήξει ακόμη περισσότερο. Υπό αυτό το πρίσμα, η ψηφοφορία της 11ης Δεκεμβρίου στη Βουλή των Κοινοτήτων επί της συμφωνίας Λονδίνου – Βρυξελλών είναι πραγματικά κρίσιμη.
Ηταν 23 Ιουνίου 2016 όταν το 52% των Βρετανών ψήφιζε υπέρ της εξόδου από την ευρωπαϊκή οικογένεια, στην οποία – κακά τα ψέματα – ποτέ δεν ένιωθαν άνετα, εν μέρει λόγω των βαθιά ριζωμένων ιμπεριαλιστικών καταβολών τους. Δυόμισι χρόνια μετά, οι Brexiteers, που τότε ευαγγελίζονταν μια «ελεύθερη Βρετανία», είναι εκτός κυβέρνησης και σφυροκοπούν ανελέητα τη Μέι, μια Remainer που καλείται να βγάλει τα κάστανα των πρώτων από τη φωτιά. Ασφαλώς, κανείς δεν την έβαλε εκεί με το ζόρι. Και, για να είμαστε ειλικρινείς, δεν τα έχει πάει καθόλου καλά: από το σαθρό όραμά της για ένα Brexit του στυλ «και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο» (το οποίο γκρεμίστηκε στις διαπραγματεύσεις με τις Βρυξέλλες), έως τη φαεινή ιδέα που είχε το Πάσχα του 2017 να προκηρύξει πρόωρες εκλογές για να χάσει στη συνέχεια την αυτοδυναμία, ο πρωθυπουργικός βίος της είναι γεμάτος λάθη. Ωστόσο, πρέπει κανείς να αναγνωρίσει ότι με τις ασφυκτικές πιέσεις που δέχεται εκατέρωθεν καθίσταται σχεδόν αδύνατο να εφαρμόσει οποιοδήποτε σχέδιο. «Κανονικά, θα είχε φύγει εδώ και μήνες. Ο λόγος που παραμένει είναι ότι δεν μπορεί να βρεθεί διάδοχος κοινής αποδοχής, αλλά και ότι κανείς δεν θέλει να πάρει στα χέρια του την καυτή πατάτα του Brexit», δήλωσε στα «ΝΕΑ» υψηλόβαθμο στέλεχος των Συντηρητικών. Παρόμοια εικόνα παρουσιάζουν και οι Εργατικοί, ο αρχηγός των οποίων, Τζέρεμι Κόρμπιν, δείχνει να επιδιώκει το Brexit, σε αντίθεση με την πλειοψηφία των μελών του κόμματος.
Το Brexit θα γίνει πραγματικότητα σε λιγότερο από τέσσερις μήνες. Ή μήπως όχι; Ολο και περισσότεροι εντός και εκτός Κοινοβουλίου πιστεύουν ότι ένα δεύτερο δημοψήφισμα είναι πιο κοντά από ποτέ. Και θεωρούν ότι, αυτή τη φορά, το αποτέλεσμα θα είναι Remain. Αλλοι, όμως, προειδοποιούν ότι μια τέτοια εξέλιξη θα ήταν επικίνδυνη: οι στρατηγοί του Brexit, αλλά και αρκετοί πολίτες, θα καταγγείλουν πραξικόπημα του «κατεστημένου» και τότε ο κίνδυνος για μια νέα, πιο βαθιά κοινωνική κρίση θα είναι υπαρκτός.
Πώς έφτασε σε αυτό το σημείο η πάλαι ποτέ κραταιά αυτοκρατορία του «Rule, Britannia!», αλλά και του πολύ πιο πρόσφατου «Cool Britannia», μιας περιόδου άνθησης σχεδόν σε όλους τους τομείς όπου «τα πράγματα μόνο καλύτερα μπορούσαν να πάνε», κατά το σύνθημα της προεκλογικής εκστρατείας του Τόνι Μπλερ; Και πώς θα μπορέσει να βγει από το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει; Στα ερωτήματα αυτά επιχειρούν να απαντήσουν πέντε κορυφαίοι βρετανοί δημοσιογράφοι που εργάζονται στα πιο έγκριτα μέσα ενημέρωσης της χώρας, οι οποίοι γράφουν αποκλειστικά για τους αναγνώστες των «ΝΕΩΝ».