Στο νέο του έργο «Ποιο μέλλον;», που ανεβαίνει στο Ντόιτσες Τεάτερ του Βερολίνου, ο Αντρέας Φάιελ προβλέπει την αποχώρηση της Ιταλίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση το 2023, κάτι που αναγκάζει τους άλλους ευρωπαίους ηγέτες να υιοθετήσουν το «Ελάχιστο Διεθνές Εισόδημα». Η πρωτοβουλία οδηγεί με τη σειρά της στην απαξίωση του ευρώ και στην εισαγωγή καινούργιων κρυπτονομισμάτων.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο γερμανός σκηνοθέτης και κινηματογραφιστής χρησιμοποιεί τη φουτουριστική δραματοποίηση για να φέρει τα ερωτήματα της εποχής του πιο κοντά στους θεατές. Μαθητής του πολωνού σκηνοθέτη Κριστόφ Κισλόφσκι, ο Φάιελ έχει κερδίσει το Γερμανικό Βραβείο Καλύτερου Ντοκιμαντέρ (2002) και το αντίστοιχο Ευρωπαϊκό (2001) για το «Black box Germany». Σ’ αυτό κινηματογραφεί παράλληλα τη βιογραφία του Αλφρεντ Χερχάουζεν, επικεφαλής της Deutsche Bank, που χάνει τη ζωή του τον Νοέμβριο του 1987 σε βομβιστική επίθεση (πιθανώς της RAF) και του Βόλφγκανγκ Γκραμς, πιθανολογούμενου μέλους της ιεραρχίας της RAF, ο οποίος χάνει τη ζωή του σε ανταλλαγή πυρών με την αστυνομία τον Ιούνιο του 1993.
Πρόκειται για ένα από συνολικά τρία ντοκιμαντέρ που θα προβληθούν στο Ινστιτούτο Γκαίτε (7 – 8 Δεκεμβρίου), στο αφιέρωμα προς τιμήν του, που περιλαμβάνει επίσης και ένα δικό του masterclass (8/12). Το δεύτερο ντοκιμαντέρ είναι το «Beyus» (2018) για τον επιδραστικό γερμανό εικαστικό Γιόζεφ Μπόις, ενώ το τρίτο με τίτλο «Ηθοποιός και τίποτα άλλο» (2003) παρακολουθεί τέσσερις ηθοποιούς κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσής τους στην περίφημη Σχολή Θεάτρου Ernst Busch του Βερολίνου. Το αφιέρωμα – με αφορμή το οποίο ο σκηνοθέτης απάντησε στο γραπτό ερωτηματολόγιό μας – εντάσσεται στο πρόγραμμα «And the winners are..» (7 – 14 Δεκεμβρίου), όπου προβάλλονται συνολικά 8 βραβευμένες γερμανικές ταινίες και συμμετέχουν, εκτός από τον Φάιελ, ο Ζάμουελ Γκιράρντι, 18χρονος πρωταγωνιστής της νεανικής ταινίας «Μια αναπάντεχη φιλία/Amelie rennt» και οι πρωταγωνίστριες της ταινίας «Lomo – The Language of many othes» Lucie Hollmann, Eva Nürnberg, Marie-Lou Sellem.
Για ποιον λόγο θεωρείτε τις ιδέες
του Γιόζεφ Μπόις τόσο σημαντικές
στις μέρες μας;
Ο Μπόις πίστευε πάντοτε ως καλλιτέχνης ότι η τέχνη είχε τη δύναμη να αλλάζει την κοινωνία. Νωρίς στη δεκαετία του 1980 είχε αναπτύξει ορισμένες ιδέες για ένα νέο «δημοκρατικό» τραπεζικό σύστημα, το οποίο θα υπηρετούσε τους πολίτες και όχι το αντίστροφο. Απαιτούσε από τότε ένα βασικό αδιαπραγμάτευτο εισόδημα και δημοψηφίσματα, όπως στο μοντέλο της άμεσης δημοκρατίας. Ολες αυτές οι ιδέες επανέρχονται, όπως καταλαβαίνετε, στις μέρες μας.
Υστερα από την έρευνα που έχετε κάνει ως κινηματογραφιστής και τη δημιουργία σχετικών ντοκιμαντέρ, έχετε καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα για τις ρίζες
της πολιτικής βίας στη Γερμανία;
Προφανώς και δεν υπάρχουν απλά συμπεράσματα. Αλλά αυτό που έχει σημασία είναι να κοιτάζει κανείς τα τραύματα στις γενιές των παππούδων και των πατεράδων μας στη Γερμανία. Υπήρχε πάντοτε μια σιωπή για όλα αυτά. Και από πίσω: ενοχή, πόνος, πληγές. Η διάθεση μιας καταστροφικότητας που μεταφερόταν στην επόμενη γενιά. Η βία, λοιπόν, εμφανιζόταν σαν μια απάντηση για όλα τα περασμένα.
Αντιστοίχως υπάρχει αυξανόμενο ενδιαφέρον τα τελευταία χρόνια από γερμανούς και ξένους κινηματογραφιστές
για τη γερμανική ιστορία…
Οι Γερμανοί δεν έζησαν ποτέ μια πετυχημένη αστική επανάσταση (όπως οι Γάλλοι). Εμενε, λοιπόν, μονίμως ένα μοιραίο κενό, απ’ το οποίο ξεπηδούσαν τα άγρια οράματα της κυριαρχίας, της ηγεμονίας στην Ευρώπη και η βία. Οταν κάποιος θέλει να αφηγηθεί μια ιστορία, ανακαλύπτει εκεί γόνιμο έδαφος για όλα τα είδη κινηματογράφου: από το δράμα ώς τη φάρσα και την κωμωδία.
Με αφορμή την προβολή του ντοκιμαντέρ «Ηθοποιός και τίποτα άλλο» στην Αθήνα, τι σήμαινε για εσάς να εργάζεστε
στο θέατρο;
Το θέατρο, τουλάχιστον στη Γερμανία, παραμένει ώς σήμερα ένα από τα ελάχιστα μη εμπορικά «καταφύγια» για έναν καλλιτέχνη. Η αφήγηση μιας παράστασης μπορεί να είναι περισσότερο περίπλοκη και σοφιστικέ απ’ ό,τι σε ένα σενάριο του εμπορικού σινεμά – προφανώς με τις εξαιρέσεις του κανόνα. Αλλά εκείνο που προσωπικά με συγκινεί είναι ότι το θέατρο απαιτεί αδιαπραγμάτευτα την καθαρή παρουσία σου. Είναι η γιορτή της στιγμής, που ποτέ δεν επαναλαμβάνεται. Είναι πάντα ένα καινούργιο «τώρα».
Πώς εξελίχθηκε η σχέση μαθητή – δασκάλου που είχατε με τον Κριστόφ Κισλόφσκι;
Υπήρξε ορόσημο για μένα. Το να μαθαίνω κοντά του ήταν ένα δώρο. Αλλά από ένα σημείο κι έπειτα μετατρεπόταν σε απειλή. Πρέπει κάποτε να δραπετεύεις και να «καταστρέφεις» το μνημείο, διαφορετικά μένεις στη σκιά του για όλη σου τη ζωή.
INFO
Ινστιτούτο Γκαίτε, Ομήρου 14-16, 7 – 14/12 (έναρξη στις 7/12 με το «Beuys στις 20.00), τηλ. 210 3661.000. Είσοδος ελεύθερη