Σκηνή πρώτη. Μάιος 1968. Ο περίφημος «Μάης» της Γαλλίας. Της Ευρώπης. Η φοιτητική εξέγερση που παρέσυρε ολόκληρο τον κόσμο και έψαχνε την ποίηση στους δρόμους, την παραλία κάτω από τα πεζοδρόμια και τη φαντασία στην εξουσία. Ασπρόμαυρες φωτογραφίες από τις διαδηλώσεις. Θυμάμαι τον Ιβ Μοντάν μπροστά μπροστά, κάτω από τα πανό.
Σκηνή δεύτερη. Δεκέμβριος 2018. Πενήντα χρόνια μετά. Το Παρίσι βανδαλίζεται από τα Κίτρινα Γιλέκα. Μπογιές και συνθήματα μίσους στην Αψίδα του Θριάμβου, τον «Παρθενώνα» των Γάλλων. Πρωτοφανείς σκηνές καταστροφής στην πρωτεύουσα του Διαφωτισμού, το κέντρο του ευρωπαϊκού πολιτισμού, την «ανοχύρωτη πόλη» που σεβάστηκαν οι γερμανοί κατακτητές της στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εγχρωμες σέλφι «αγανακτισμένων» που ποζάρουν χαμογελαστοί μπροστά σε αυτοκίνητα που λίγο πριν τους έχουν βάλει φωτιά.
Η διαφορά ανάμεσα στις δύο εποχές δεν είναι ούτε ποιοτική ούτε αισθητική. Είναι ουσιαστική. Η διαφορά ανάμεσα στην εξέγερση για ένα καλύτερο αύριο και στην αγανάκτηση για ένα ζοφερό παρόν. Ανάμεσα σε αιτήματα επενδυμένα με όραμα και σε αιτήματα κουκουλωμένα με βία. Είναι αυτά τα αιτήματα που ξεκίνησαν από την αύξηση των τιμών στα καύσιμα δίκαια; Στη βάση τους ναι, όπως είναι πάντα η διεκδίκηση καλύτερου επιπέδου ζωής, καλύτερων όρων εργασίας, ικανοποιητικών αμοιβών, μεγαλύτερου κοινωνικού και πιο φιλικού προς τον πολίτη κράτους. Αυτά δηλαδή που ζητούσαν οι περίπου τριακόσιες χιλιάδες διαδηλωτές σε όλη τη Γαλλία, οι οποίοι συμμετείχαν στην πρώτη κινητοποίηση των Κίτρινων Γιλέκων πριν από δεκαπέντε μέρες. Από εκεί και πέρα, όσο μειωνόταν η συμμετοχή αυξανόταν η βία.
Η βία είναι η μαμή της Ιστορίας, έλεγε ο Μαρξ αλλά από τότε που το είπε η βία έχει εκμαιεύσει μόνο ουτοπίες, αυταπάτες, αυταρχισμό, κυνισμό και κάθε απόχρωσης φασισμό. Η βία είναι η μαμή της στασιμότητας. Και της ψευδαίσθησης. Αυτός που καταστρέφει την Αψίδα του Θριάμβου τραγουδώντας τη «Μασσαλιώτιδα» δεν είναι επαναστάτης. Είναι ένα κομματάκι της κορδέλας στα στέφανα του «γάμου» Λεπέν και Μελανσόν.