Πριν από πενήντα περίπου χρόνια, ο διάσημος και καλός αμερικανός ηθοποιός Τζέιμς Στιούαρτ εμφανίστηκε στην αμερικανική τηλεόραση να διαφημίζει μία φωτογραφική μηχανή, νομίζω την Kodak, στην οποία τότε είχε ενσωματωθεί κάποια καινοτομία. Φαίνεται πως η διαφήμιση αυτή είχε καλά αποτελέσματα στις πωλήσεις, διότι την ίδια τακτική διαφήμισης προσπάθησε να εφαρμόσει, αμέσως μετά, και η μπίρα Guinness. Ο διαφημιστής της εταιρείας είχε την ωραία ιδέα να ζητήσει από τον βρετανό ηθοποιό Alec Guinness να διαφημίσει αυτός την μπίρα Guinness. Αυτός, όμως, αρνήθηκε. Η εταιρεία νόμιζε ότι ο λόγος της άρνησης ήταν ότι δεν είχαν προσφέρει αρκετά μεγάλη αμοιβή και επανέλαβε το αίτημα προσφέροντας μία αμοιβή που πίστευαν ότι ο Guinness δεν θα μπορούσε να αρνηθεί. Ομως και πάλι ο Ηθοποιός αρνήθηκε λέγοντας εμφατικά ότι είναι ηθοποιός, όχι διαφημιστής.

Η ιστορία αυτή είναι επίκαιρη διότι ένα νέο επάγγελμα δημιουργείται και αναπτύσσεται ταχύτατα στη χώρα μας. Είναι το επάγγελμα του δημοσιογράφου – διαφημιστή που εμφανίζεται πλέον σχεδόν καθημερινά στην τηλεόραση και ακούγεται στα ραδιόφωνα. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι ο δημοσιογράφος καθώς τελειώνει μία ενότητα αρχίζει να διαφημίζει κάποιο προϊόν σαν να είναι συνέχεια αυτών που λέει. Δηλαδή, παρουσιάζεται η διαφήμιση ως είδηση. Η «καινοτομία» αυτή έχει, πιθανότατα, κάποια οικονομικά οφέλη και για τον δημοσιογράφο και για τον εργοδότη του και, φυσικά, οφέλη αναμένονται για το διαφημιζόμενο προϊόν. Εχει όμως δύο αρνητικές συνέπειες, μία για τον τηλεθεατή και τον ακροατή και μία για το επάγγελμα του δημοσιογράφου.

Οσον αφορά τον τηλεθεατή ή τον ακροατή, μικρό το κακό. Αν δεν του αρέσει η πρακτική αυτή πατάει το κουμπί και αλλάζει κανάλι ή σταθμό. Ομως, όσον αφορά τον δημοσιογράφο, η τάση αυτή είναι υποτιμητική και για τον δημοσιογράφο και για το λειτούργημα που ασκεί. Γιατί να πιστέψω έναν δημοσιογράφο που μπερδεύει το μεγάλης σημασίας λειτούργημα που ασκεί με την κοινωνική σπατάλη της διαφήμισης; Υπό ποία ιδιότητα ένας δημοσιογράφος, όσο καλός κι αν είναι ως δημοσιογράφος, θα μου πει ποια προϊόντα είναι καλά; Αλλά κι αν με πείσει και αγοράσω το προϊόν που διαφημίσει και δεν μου αρέσει, δεν θα χάσω την εμπιστοσύνη μου και σε αυτά που λέει ως δημοσιογράφος;

Φυσικά, οι δημοσιογράφοι δεν είναι οι πρώτοι διδάξαντες. Στο ίδιο «παράπτωμα» έχουν υποπέσει και άλλοι επαγγελματίες στη χώρα μας, όπως π.χ. ηθοποιοί, βουλευτές, ακόμη και ένας καθηγητής πανεπιστημίου και ακαδημαϊκός που διαφήμισε σε εφημερίδα τα αυτοκίνητα της Mercedes.

Τελικά, φαίνεται ότι αυτό που λένε οι πλούσιες κυρίες στα σαλόνια τους, ότι δηλαδή το χρήμα έχει μία ακατανίκητη γοητεία, μπορεί να είναι αλήθεια για πολλούς ανθρώπους. Ομως, οι δημοσιογράφοι ως άτομα και η δημοσιογραφία ως λειτούργημα πρέπει να προστατευθούν από τα θέλγητρα του χρήματος. Και αυτό νομίζω πως είναι υποχρέωση της Ενωσης Συντακτών.

Η πρόθεση αυτού του άρθρου δεν είναι να επικρίνει άτομα ή επαγγέλματα. Εγράφη λόγω της συμπάθειας που έχω για τους δημοσιογράφους ως επαγγελματική κατηγορία και επειδή πιστεύω ότι η δημοσιογραφία πρέπει να είναι ανεπηρέαστη και αμόλυντη, όσο είναι δυνατόν, από κακές επιρροές. Βέβαια, ο αναγνώστης μπορεί να γελάει διαβάζοντας αυτές τις γραμμές και να μου λέει νοερά «ρίξε μια ματιά στα εξώφυλλα των εφημερίδων στα περίπτερα και θα καταλάβεις τι υπάρχει στο επάγγελμα». Σωστά, ίσως, αλλά δεν με ενδιαφέρουν οι λιβελογράφοι, παρά μόνον εκείνοι που τιμούν το λειτούργημά τους.

Ο Θεόδωρος Π. Λιανός είναι ομότιμος καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών