Διαβάζοντας το κείμενο της Μαίρης Αδαμοπούλου για το στέμμα του 16ου αιώνα π.Χ., στάθηκα λίγο παραπάνω στην άποψη του Σπυρίδωνος Μαρινάτου για τη σπουδαιότητα του μυκηναϊκού πολιτισμού. Για το πώς η απαρχή της δημιουργίας των πόλεων – κρατών, ακόμη και των βιοτεχνιών, συνετέλεσε στη γέννηση των μυθολογικών ηρώων. Μοιάζει σαν ιστορικό αξίωμα αυτή η γενεσιουργός σχέση ανάμεσα στην ακμή ενός πολιτισμού κατά την αρχαιότητα και την αναφορά σε κείμενα και μύθους των «ντόπιων» ηρώων του. Δεν είναι μόνο τα υλικά κατάλοιπα μιας εποχής ή περιοχής, αλλά και η άυλη κληρονομιά που φτάνει έως εμάς. Τον αρχαιολογικό χώρο των Μυκηνών οι περισσότεροι τον έχουμε επισκεφθεί με το σχολείο ή, έστω, συνοδεύοντας κάποιον αλλοδαπό φίλο μας. Αν δεν είχαμε ειδικό ενδιαφέρον μάλιστα, μπορεί να μην καταλάβαμε όλα όσα μας έλεγαν οι ξεναγοί, πολύ περισσότερο την εξάπλωση του μυκηναϊκού πολιτισμού. Τα έργα και τα πάθη των Ατρειδών όμως τα ξέρει μεγαλύτερο κοινό. Και δεν χρειάζεται διαμεσολαβητή για να τα καταλάβει.
Αχ αυτοί οι Ατρείδες! Ολα μας τα είπαν διά στόματος των τριών τραγικών ποιητών μας (δεν είναι τυχαίο ότι και ο Αισχύλος, και ο Σοφοκλής, και ο Ευριπίδης έχουν γράψει γι’ αυτόν τον βασιλικό οίκο). Για τη φιλοδοξία, για τον έρωτα, την προδοσία, τη θυσία, την υποταγή, την εκδίκηση, την ηθική επιταγή, την τιμωρία, τις ενοχές, την έπαρση του νικητή και την εξαθλίωση του νικημένου (θεωρώ τον δούλο από τη Σκυθία στον «Ορέστη» μία από τις πιο τραγικές μορφές της παγκόσμιας δραματουργίας). Τόσο σύνθετοι χαρακτήρες δεν μπορεί παρά να ακμάζουν (είτε κυριολεκτικά είτε ποιητικά) σε ακμάζοντα βασίλεια.
Ωστόσο είναι κάτι ακόμη. Εκείνο το Σάββατο του 1989 όταν ανακαλύφθηκε ο λάκκος με τα ευρήματα που περιγράφει η συνάδελφος στην αρχή του κειμένου. Η συγκίνηση, η μυσταγωγία της διαδικασίας, το ξενύχτι με τη λάμπα λουξ είναι απόδειξη αυτού που έχω ξαναπεί. Οτι η αρχαιολογία είναι σαν θρησκεία. Αν την πιστέψεις, μπορεί να σε σώσει.