Το 2003, λίγους μόλις μήνες μετά το ναδίρ των ενδοευρωπαϊκών σχέσεων ως αποτέλεσμα του διχασμού μεταξύ «παλαιάς» και «νέας» Ευρώπης εξαιτίας της επέμβασης των ΗΠΑ στο Ιράκ, η ΕΕ κάνει ένα τολμηρό βήμα μπροστά, διατυπώνοντας για πρώτη φορά ένα στρατηγικό δόγμα ασφάλειας. Στο δόγμα αυτό, η «αποτελεσματική πολυμέρεια» διατυπώνεται ως η κυρίαρχη καθοδηγητική αρχή της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, τονίζοντας την ανάγκη συλλογικής και πολυμερούς αντιμετώπισης των διεθνών προβλημάτων ασφάλειας σε έμμεση αντιδιαστολή με τη μονομερή προσέγγιση των ΗΠΑ. Το δόγμα αυτό προσαρμόστηκε στα νέα δεδομένα το 2008, χωρίς όμως να αλλοιωθούν ο χαρακτήρας και οι βασικοί άξονες διεθνούς δράσης της ΕΕ.
Το 2016, η ΕΕ προχωράει στην αναθεώρηση του δόγματος αυτού. Η «Παγκόσμια Στρατηγική» υποβάλλεται επίσημα από την ύπατη εκπρόσωπο Φεντερίκα Μογκερίνι και εγκρίνεται στα τέλη Ιουνίου, λίγες ημέρες μετά το αρνητικό δημοψήφισμα στο Ηνωμένο Βασίλειο, που σηματοδότησε την εκκίνηση της πρώτης διαδικασίας αποχώρησης κράτους – μέλους από τη διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Οσο κι αν κάθε γεγονός έχει τη δική του αναμφισβήτητη δυναμική, η χρονική ταύτιση των δύο αυτών εξελίξεων δεν είναι τυχαία. Με τον ίδιο τρόπο που το 2003 η πρώτη «Στρατηγική Ασφάλειας» συνετέλεσε στην υπερκέραση της εσωτερικής κρίσης, δίνοντας το στίγμα μιας ΕΕ που επιμένει και επιβιώνει, έτσι και το 2016 η «Παγκόσμια Στρατηγική» είχε μια έντονα σημειωτική και συμβολική διάσταση ως μια προσπάθεια «φυγής προς τα εμπρός» την επομένη του Brexit. Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο: η ΕΕ δεν βρίσκεται σε διαδικασία αποσύνθεσης, όπως πολλοί βιάστηκαν να επιχειρηματολογήσουν, αλλά αντίθετα διεκδικεί δυναμικά έναν νέο ρόλο και μια νέα θέση στο διεθνές γίγνεσθαι. Πόσο, όμως, αλλάζει ουσιαστικά η θεώρηση των διεθνών εξελίξεων από την ΕΕ μετά την υιοθέτηση της «Παγκόσμιας Στρατηγικής»; Η αντικατάσταση της «αποτελεσματικής πολυμέρειας» από τον «βασιζόμενο σε αρχές ρεαλισμό» ως κεντρική αρχή που διέπει τη διεθνή δράση της ΕΕ σηματοδοτεί, υπό προϋποθέσεις, μια σταδιακή πραγματιστική στροφή χωρίς να υπονομεύεται το κατευθυντήριο αξιακό σύστημα της ΕΕ. Αν ο πραγματισμός αυτός μετουσιωθεί σε ουσιαστική δράση και διαχείριση κρίσεων και καταστάσεων με γνώμονα όχι το τι θέλει η ΕΕ αλλά το τι μπορεί να κάνει, τότε ίσως βρισκόμαστε σε μια διαδικασία κάλυψης του κενού μεταξύ δυνατοτήτων και προσδοκιών της ΕΕ, που έχει ταλανίσει ανεπανόρθωτα τη διεθνή της δραστηριοποίηση διαχρονικά.
Στη δεύτερη έκθεση αξιολόγησης της εφαρμογής της «Παγκόσμιας Στρατηγικής», που δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο του 2018, διακρίνεται ο συγκρατημένος ενθουσιασμός των συντακτών της, όταν γίνεται λόγος για σημαντική και ταχεία πρόοδο σε θέματα ασφάλειας και άμυνας. Οι εξελίξεις στους τομείς αυτούς τρέχουν, όντως, με γρήγορους ρυθμούς. Ομως ο βαθμός κατά τον οποίο οι ζυμώσεις αυτές οφείλονται ή έχουν προκληθεί από την «Παγκόσμια Στρατηγική» είναι πολύ περιορισμένος. Περισσότερο πυροδοτούνται και τροφοδοτούνται από το μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον ασφάλειας και λιγότερο από το νέο δόγμα ασφάλειας. Για τον λόγο αυτόν, μολονότι η υπάρχουσα δυναμική δημιουργεί προσδοκίες ταχύρρυθμης εμβάθυνσης, θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί στις θριαμβολογίες και να επισημάνουμε καλύτερα ότι η ΕΕ κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση αλλά μένει να αποδειχτεί αν η πορεία αυτή θα συνεχιστεί ή είναι προϊόν εξωγενών παραγόντων.