Αν επιχειρήσει κάποιος μια αποτίμηση των διεθνών εξελίξεων με γεωπολιτικούς όρους (πάντα με προσοχή), θα παρατηρήσει πως δύο χώρες, η Ρωσία και η Κίνα, δείχνουν να ακολουθούν τις νόρμες του 19ου αιώνα, όταν τα κράτη ανταγωνίζονταν μεταξύ τους συγκεντρώνοντας όλο και περισσότερη στρατιωτική ισχύ σε ένα σύστημα αχαλίνωτου εθνικισμού και άκαμπτης κρατικής κυριαρχίας.
Και οι δύο χώρες συμπεριφέρονται σαν η ισχύς να είναι ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος. Η Μόσχα επιχειρεί να επανασυναρμολογήσει τον χάρτη της τσαρικής Ρωσίας του 19ου αιώνα, κυριαρχώντας στην Κριμαία και διεκδικώντας τη Νότια Οσετία, την Αμπχαζία και άλλες περιοχές της παλαιάς αυτοκρατορίας. Παρομοίως το Πεκίνο επιχειρεί να κατοχυρώσει τη θέση του στη Νότια Κινεζική Θάλασσα, παραβιάζοντας τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας. Οι θεωρητικοί της «σκληρής ισχύος» θα μας συνιστούσαν σήμερα μια απάντηση του 19ου αιώνα, με πολιτικές ισορροπίας ισχύος και επανεξοπλισμού της Ευρώπης και της Ιαπωνίας.
Ομως σε μια κρίσιμη περίοδο του μεταψυχροπολεμικού κόσμου η διεθνής κοινότητα πρέπει να μείνει μακριά από τους άπληστους εθνικισμούς που οδήγησαν σε δύο καταστροφικούς παγκόσμιους πολέμους.
Η Ευρώπη, από την πλευρά της, έχει υιοθετήσει το μεταπολεμικό διεθνές σύστημα, οικοδομώντας μέσω της Ευρωπαϊκής Ενωσης μια πρωτοφανή για την παγκόσμια Ιστορία συνεργασία κρατών, στη βάση της αποδυνάμωσης των εθνικών διαχωρισμών και αντικαθιστώντας την επιθετικότητα και την αντιπαλότητα με τη διαπραγμάτευση και τον συμβιβασμό.
Σήμερα, η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει βυθιστεί σε μια μεγάλη κρίση. Δεν ταλανίζεται μόνο από την κρίση χρέους, αλλά και από μια κρίση υπαρξιακή που είναι ταυτόχρονα οικονομική, δημογραφική, οικολογική, πολιτική και κρίση θεσμών. Μπροστά σε αυτήν την πραγματικότητα, η εκλογή Μακρόν στην προεδρία της Γαλλικής Δημοκρατίας και η νίκη του απέναντι στον εθνικολαϊκισμό έδωσε μια νέα διάσταση στη συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης και δημιούργησε νέες προϋποθέσεις για τη γαλλογερμανική συνεργασία που είναι πάντα απαραίτητη για την προώθηση της ευρωπαϊκής ενοποιητικής διαδικασίας. Αμέσως μετά τη νίκη του, περιέγραψε το όραμά του για μια «άλλη Ευρώπη», κοντά στους πολίτες, τους οποίους θα «προστατεύει». Μακριά από τους πολιτικούς σχηματισμούς «του παρελθόντος», με μεγαλύτερη πολιτική ενοποίηση και με ισχυρή οικονομική αλληλεγγύη. Η αληθινή κυριαρχία οικοδομεί, πρέπει να οικοδομείται μέσα και από την Ευρώπη. Πρέπει να οικοδομήσουμε μαζί μια ευρωπαϊκή δύναμη ώστε να μπορούμε να αποφασίζουμε, να μην υπομένουμε εκείνα που οι υπερδυνάμεις θα κάνουν καλύτερα από εμάς. Το κλειδί για να ανταποκριθεί η Ευρώπη στις σημερινές και μελλοντικές προκλήσεις είναι να εξοπλιστεί με την απαραίτητη κυριαρχία. Για να καθορίζει η ίδια η Ευρώπη το μέλλον της χρειάζεται περισσότερη κυριαρχία. Για τον Μακρόν είναι απαραίτητο να αποκτήσει η ΕΕ μια ευρωπαϊκή άμυνα.
Η Ευρώπη και στο κέντρο της η γαλλογερμανική συνεργασία έχουν καθήκον και υποχρέωση να μην επιτρέψουν τη διολίσθηση του κόσμου στο χάος, ήταν η πρόταση Μακρόν προς τη Μέρκελ. «Είναι αυτό ακριβώς που αισθάνομαι. Γερμανία και Γαλλία έχουν μεγάλη ευθύνη για την Ευρώπη» απάντησε η γερμανίδα καγκελάριος. Στους επόμενους μήνες θα φανεί αν το εννοούσε.