Θέλω να εξομολογηθώ. Από την αρχή. Και ως πολίτης. Δεν μου είναι καθόλου συμπαθής η ύπαρξη και η διαδικασία των ενεχυροδανειστηρίων. Και της ανταλλαγής πολύτιμων κοσμημάτων, με μεγάλη από διαθέσεως αξία, με κάποιο ρευστό. Ο πολίτης ή ο κάτοικος αυτής της χώρας πρέπει να βρίσκεται κάτω από καθεστώς αφόρητης ανάγκης και πολύχρωμου εκβιασμού για να φτάσει στο σημείο απόγνωσης, που τον οδηγεί να ξεπουλά τόσο φθηνά τις προσωπικές και οικογενειακές μνήμες του.
Η χθεσινή εξέλιξη της υπόθεσης «Ριχάρδου» ίσως να εξέπληξε μερικούς, θέτει όμως πελώρια ερωτήματα, τα οποία δεν θα απαντηθούν από εκείνους που τα γέννησαν.
Το πρώτο ερώτημα. Με ποια ιδιότητα ο Πρωθυπουργός της χώρας και με ποια δικαιοπολιτική ανάγκη έφθασε στο σημείο να προφητεύει ενώπιον της Εθνικής Αντιπροσωπείας, και μάλιστα μετά βεβαιότητος, την ενοχή των κατηγορουμένων, αλλά και των πολιτικών του αντιπάλων, για μια υπόθεση που η μόνη μας ενημέρωση ήταν το διαβιβαστικό – πόρισμα των αστυνομικών Αρχών; Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Αλέξης Τσίπρας προαναγγέλλει το περιεχόμενο δικαστικών αποφάσεων. Και άλλοτε μεν αποτυγχάνει, όπως στην περίπτωση της κρίσης της διαδικασίας των τηλεοπτικών αδειών, άλλοτε δε διαπράττει «δικαστικό θρίαμβο» αφού με αμφιλεγόμενο σκεπτικό εκδίδονται αποφάσεις σύμφωνες με τις επιθυμίες του.
Το δεύτερο ερώτημα. Δεν είναι η πρώτη φορά που διεξάγονται γιγαντιαίες αστυνομικές και εισαγγελικές κινητοποιήσεις, οι οποίες καταλήγουν σε φιάσκο. Ή σε «φούσκα». Συνήθως καταρρέουν μέσα στις δικαστικές αίθουσες. Προφανώς δεν θα υπάρχει ούτε ένα στοιχείο υποστήριξης ή τεκμηρίωσης του ιστορικού και του σκεπτικού του αντίστοιχου αστυνομικού και εισαγγελικού πορίσματος. Ούτε ένας μάρτυρας πρόθυμος! Ούτε ένα καταιγιστικό και καταλυτικό έγγραφο! Ούτε ένα τεκμήριο που να οδηγεί σε δικαστική βεβαιότητα! Το ερώτημα είναι «γιατί;». Είναι μόνο το φαίνεσθαι; Είναι μόνο οι επικοινωνιακές ανάγκες; Είναι οι συνήθεις πολιτικού περιεχομένου και σκοπιμότητας στόχοι; Στη συγκεκριμένη υπόθεση, το συγκεκριμένο ερώτημα πρέπει να απαντηθεί άμεσα.
Το τρίτο ερώτημα. Ο θεσμός της προσωρινής κράτησης δεν είναι θεσμός προκαταβολής της ποινής. Οι προϋποθέσεις του νόμου είναι ικανοποιητικές. Πλην όμως στην εφαρμογή τους έχουν καταντήσει να είναι τυπικές. Τα εντάλματα προσωρινής κράτησης μοιάζουν να έχουν όλα το ίδιο περιεχόμενο. Ανεξάρτητα από την πράξη. Ανεξάρτητα από τα πρόσωπα. Ανεξάρτητα από τις περιστάσεις. Η πίεση, μάλλον, στις ανακριτικές Αρχές, η οποία ασκείται μέσα από τη δημοσιότητα που προκαλούν ή διεγείρουν οι αστυνομικές Αρχές, οι εισαγγελικές Αρχές και διάφοροι πολιτικοί ή πολιτικάντηδες ή τυχοδιώκτες, οι οποίοι επιδιώκουν το ίδιον όφελος και όχι το κοινό καλό και συμφέρον, είναι ασφυκτική. Και η δικαστική πρωτοβουλία (διάταξη, βούλευμα ή απόφαση) παραμένει μετέωρη. Για αρκετό καιρό.
Στη συγκεκριμένη υπόθεση οφείλουμε να επαινέσουμε, χωρίς ίδιον όφελος, την πρωτοβουλία της συγκεκριμένης Ανακρίτριας να ανακαλέσει προηγούμενη εσφαλμένη απόφασή της. Ο Δικαστής πρέπει να υπερβαίνει ακόμα και το δικό του «εγώ».
Ο Αντώνης Βγόντζας είναι νομικός