Σφραγίδα ΟΟΣΑ έχουν πλέον οι εκτιμήσεις για το μέγεθος της υπερφορολόγησης στην Ελλάδα και την πρωτοφανή αύξηση των επιβαρύνσεων την τελευταία τριετία. Κόντρα μάλιστα στο αφήγημα της κυβέρνησης για δίκαιη διανομή των φορολογικών βαρών, μόνο και μόνο το γεγονός ότι η Ελλάδα κατατάσσεται ανάμεσα σε 36 χώρες στη δεύτερη θέση όσον αφορά το ύψος των έμμεσων φόρων ως ποσοστό του ΑΕΠ αναδεικνύει τις στρεβλώσεις που επέφερε στο φορολογικό σύστημα η πολιτική επιλογή της αύξησης ειδικών φόρων κατανάλωσης και ΦΠΑ σε πρωτοφανή επίπεδα.
Τα στοιχεία της έκθεσης του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης για την εξέλιξη των φορολογικών εσόδων στα κράτη – μέλη του είναι αποκαλυπτικά. Το 2015, το σύνολο των φορολογικών εσόδων στην Ελλάδα αντιστοιχούσε στο 36,6% του ΑΕΠ. Το 2017, εκτινάχθηκε στο 39,4% του ΑΕΠ με αύξηση των επιβαρύνσεων κατά 2,8 ποσοστιαίες μονάδες, την υψηλότερη μεταξύ 36 χωρών. Ο μέσος όρος των φορολογικών εσόδων ως προς το ΑΕΠ στις χώρες του ΟΟΣΑ το ίδιο διάστημα από 33,7% αυξήθηκε οριακά στο 34,2%.
Με την ελληνική οικονομία να έχει χάσει ένα πρωτοφανές ποσοστό 25% του ΑΕΠ της από το 2010, όταν η χώρα εισήλθε στον κύκλο των Μνημονίων, παρά τις αυξήσεις των φόρων και τα προηγούμενα χρόνια, τα έσοδα διέγραφαν έως το 2015 πτωτική τροχιά. Από τα 96 δισ. δολάρια (για λόγους συγκρισιμότητας με τις άλλες χώρες) το 2010, το 2012 υποχώρησαν σε 87,2 δισ. δολάρια, το 2015 σε 71,6 δισ. δολάρια και στη συνέχεια η πορεία αντιστράφηκε. Το 2016, με την οικονομία να πασχίζει να ξεκολλήσει από την ύφεση, τα φορολογικά έσοδα αυξήθηκαν στα 74,8 δισ. δολάρια, για να φτάσουν πέρυσι στα 78,9 δισ. δολάρια. Στο μεσοδιάστημα, ο κανονικός συντελεστής ΦΠΑ «χτύπησε» 24% με μαζικές μετατάξεις αγαθών και υπηρεσιών από τον μειωμένο στον κανονικό συντελεστή, το αφορολόγητο για μισθωτούς και συνταξιούχους περιορίστηκε στα 9.100 ευρώ, οι εκπτώσεις ΦΠΑ στα νησιά καταργήθηκαν, οι φοροαπαλλαγές εξαφανίστηκαν, οι προκαταβολές φόρου για ελεύθερους επαγγελματίες και αγρότες έφτασαν στο 100%, ο ΕΝΦΙΑ αντί να καταργηθεί, όπως είχε εξαγγείλει προεκλογικά η κυβέρνηση, παρέμεινε στο ύψος του, με τις αντικειμενικές μάλιστα να απειλούν να ανάψουν νέες φωτιές από το 2019. Παράλληλα, ένα τσουνάμι αυξήσεων στους έμμεσους φόρους και εφεύρεσης νέων φόρων (στον καφέ, στις διανυκτερεύσεις σε δωμάτια και ξενοδοχεία, στη συνδρομητική τηλεόραση…) και τελών χτύπησε αδιακρίτως φτωχούς και πλούσιους.
Η σύνθεση των φορολογικών επιβαρύνσεων η οποία περιλαμβάνεται στην έκθεση του ΟΟΣΑ αναδεικνύει τις αδικίες του συστήματος. Σε άμεσους φόρους, με την παραοικονομία και τη φοροδιαφυγή να παραμένουν ανοιχτές πληγές, το περασμένο έτος οι φορολογούμενοι κατέβαλαν ποσά ύψους 9% του ΑΕΠ. Την ίδια χρονιά, οι έμμεσοι φόροι απορρόφησαν το 15,4% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Μόνο η Ουγγαρία (16%) μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ εμφανίζει μεγαλύτερο ποσοστό έμμεσων φόρων ως προς το ΑΕΠ της.
Σε επιμέρους έμμεσους φόρους, και πάλι η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις κορυφαίες θέσεις όσον αφορά τις επιβαρύνσεις ανάμεσα σε 36 χώρες. Για παράδειγμα, στη χώρα μας το 65,7% της τιμής της αμόλυβδης είναι καθαροί φόροι, όταν στην Ισπανία το αντίστοιχο ποσοστό διαμορφώνεται στο 55%. Στο πετρέλαιο θέρμανσης τα νοικοκυριά, σε κάθε ευρώ καυσίμου, επιβαρύνονται με 50,9 ευρώ φόρων, όταν αντίστοιχα στην Ισπανία η συμμετοχή των φόρων στην τιμή είναι μόλις 30,7%. Οσον αφορά τον ΦΠΑ, και σε αυτό το μέτωπο η Ελλάδα βρίσκεται στην κορυφή των επιβαρύνσεων. Με τον μέσο όρο στο 19,2%, την Ελλάδα (24%) ξεπερνούν μόνο οι Ουγγαρία (27%), Δανία και Νορβηγία (25%).