Τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) είναι αποκαλυπτικά: έξαρση των κρουσμάτων ιλαράς καταγράφηκε σχεδόν σε όλες τις περιοχές του κόσμου, με αποτέλεσμα η αύξηση να ξεπερνά από το 2017 και έπειτα το 30%. Οσο για τη φετινή χρονιά, οι εκτιμήσεις παραμένουν δυσοίωνες, καθώς από τα δεδομένα δεν προκύπτει να έχει ανατραπεί η επέλαση της νόσου. Οι ειδικοί αποδίδουν την επανεμφάνιση της ιλαράς στο γεγονός ότι ο πληθυσμός είχε εφησυχάσει (δεδομένου ότι η συγκεκριμένη ασθένεια αποτελούσε εφιάλτη του παρελθόντος), στην αποδόμηση των συστημάτων υγείας αλλά και στις ψευδείς ειδήσεις που κυκλοφορούν κατά κανόνα στο Διαδίκτυο περί επικίνδυνων εμβολίων.
ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ. Μοιραία, ο εμβολιασμός ενάντια στην ιλαρά άρχισε να φθίνει με τις συνέπειες της μη επαρκούς εμβολιαστικής κάλυψης να αποτυπώνονται πλέον στον παγκόσμιο πληθυσμό.
Ειδικότερα, οι επιστήμονες του ΠΟΥ σε συνεργασία με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων ανά τον κόσμο συνέλεξαν και ανέλυσαν στοιχεία σχετικά με τα κρούσματα ιλαράς των τελευταίων 17 ετών.
Οι ειδικοί κατέληξαν ότι το 2017 ήταν η πρώτη χρονιά που καταγράφηκε συστηματική αύξηση των κρουσμάτων, ενώ εκτιμάται ότι συνολικά 110.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας της συγκεκριμένης ασθένειας.
Κι όμως, όπως προκύπτει από τα ίδια δεδομένα, από το 2000 και έπειτα έχουν σωθεί πάνω από 21 εκατ. ζωές εξαιτίας του εμβολιασμού έναντι της ιλαράς.
«Η Αμερική, η περιφέρεια της Ανατολικής Μεσογείου και η Ευρώπη γνώρισαν τις μεγαλύτερες αυξήσεις το 2017, ενώ ο Δυτικός Ειρηνικός ήταν η μόνη περιοχή στον παγκόσμιο χάρτη όπου μειώθηκε η συχνότητα της ιλαράς», υπογραμμίζεται στην ίδια έκθεση.
Ο Martin Friede, διευθυντής του Τμήματος Ανοσοποίησης, Εμβολίων και Βιολογίας του ΠΟΥ, επισημαίνει ότι είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό το γεγονός ότι σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες οι γονείς δεν εμβολιάζουν τα παιδιά τους. «Στην Ευρώπη, περισσότερο από άλλες γεωγραφικές περιοχές, εντοπίζουμε ότι η διστακτικότητα σχετικά με το συγκεκριμένο εμβόλιο μετατρέπεται σε μείζον πρόβλημα». Και παρότι – όπως διαπιστώνει ο ίδιος – σε κάποιες περιπτώσεις ο μη εμβολιασμός του παιδικού πληθυσμού οφείλεται σε θρησκευτικές πεποιθήσεις, σε «επιδημία» εξελίσσονται και οι ψευδείς ειδήσεις που επηρεάζουν τους γονείς σχετικά με την ασφάλεια των εμβολίων.
Υπό τα δεδομένα αυτά ο ειδικός προειδοποιεί ότι «η ασθένεια μπορεί να επιστρέψει σαν καταιγίδα». Και αυτό διότι για να αποφευχθεί η επιδημία ιλαράς σε μια περιοχή πρέπει να έχει καλυφθεί με το εμβόλιο το 95% του πληθυσμού.
ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ. Ο ιός της ιλαράς χαρακτηρίζεται από τους επιστήμονες «υψηλής μεταδοτικότητας», προκαλώντας ιογενή λοίμωξη. Υπολογίζεται ότι το 30% των περιπτώσεων ιλαράς έχουν μία ή περισσότερες επιπλοκές που είναι συχνότερες σε παιδιά κάτω των πέντε ετών και σε ενηλίκους άνω των 20 ετών.
Ειδικότερα και σύμφωνα με τους επιστήμονες του ΚΕΕΛΠΝΟ στη χώρα μας, οι συχνότερες επιπλοκές εμφανίζονται από το πεπτικό, το αναπνευστικό και το κεντρικό νευρικό σύστημα.
Επιπλέον, «τα κρούσματα ιλαράς εμφανίζονται συνήθως στο τέλος του χειμώνα και στις αρχές της άνοιξης και η νόσος είναι πιο σοβαρή σε βρέφη και ενηλίκους κυρίως λόγω επιπλοκών».
Στη χώρα μας, από τον Μάιο του 2017 έως και τα τέλη Νοεμβρίου του 2018 έχουν καταγραφεί 3.258 κρούσματα ιλαράς, με μεγαλύτερη συχνότητα στη Νότια Ελλάδα.
Στην πλειονότητά τους πρόκειται για άτομα ελληνικής υπηκοότητας (κυρίως μικρά παιδιά από κοινότητες Ρομά και άτομα από τον γενικό πληθυσμό κυρίως στην ηλικιακή ομάδα 25-44 ετών) που δεν έχουν ανοσία στην ιλαρά, μεταξύ των οποίων και επαγγελματίες υγείας που ήταν ανεμβολίαστοι ή ατελώς εμβολιασμένοι.
Υπό τα δεδομένα αυτά οι επιστήμονες συστήνουν τον εμβολιασμό με το μεικτό εμβόλιο ιλαράς-ερυθράς-παρωτίτιδας (εμβόλιο MMR) των παιδιών, των εφήβων και των ενηλίκων που δεν έχουν εμβολιαστεί με τις απαραίτητες δόσεις.
Σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών, παιδιά, έφηβοι και ενήλικοι που έχουν γεννηθεί μετά το 1970 και δεν έχουν ιστορικό νόσου πρέπει να είναι εμβολιασμένοι με δύο δόσεις εμβολίου για την ιλαρά.