«Ο “Μεγάλος Ερωτικός” δεν φοράει γραφικά τοπικά ρούχα. Φοράει τα δικά του, που συνθέτουν δύσκολους συνδυασμούς ήχων, ανάλαφρων χρωμάτων και ποιητικών ονείρων. Δεν περιέχει μηνύματα που εύκολα τα σβήνουν οι βροχές, δεν αντιστέκεται. (…) Είναι μια λιτανεία περίεργη, όμως και τόσο φυσική, στην εσωτερική κι απόκρυφη ζωή μας». Αυτό είναι ένα μέρος από την αποτίμηση του Μάνου Χατζιδάκι – με ημερομηνία 28 Νοεμβρίου 1972 – για τον σπουδαίο «Μεγάλο Ερωτικό» του. Σίγουρα δεν φανταζόταν τότε ότι το επιδραστικό αυτό έργο του, τον Δεκέμβριο του 2018, θα γινόταν «Magnus Eroticus, Rebranding opus 30». Μια μεταγραφή δηλαδή του Μιγκέλ Ανρί για μπαρόκ σύνολο. Τα ποιήματα του πρωτότυπου έργου μεταφρασμένα σε ελισαβετιανό στίχο θα παρουσιαστούν στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο ΚΠΙΣΝ, στο πλαίσιο του Κύκλου Μάνος Χατζιδάκις. Μέσα από αυτή τη συνάντηση αναδεικνύεται η οικουμενική διάσταση ενός από τα σπουδαιότερα έργα της ελληνικής εργογραφίας, αλλά και η θέση που κατέχει στην ιστορία της μουσικής.

Ο ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ. Η παράσταση έχει την υπογραφή του σκηνοθέτη και εικαστικού Ανδρέα Λινού, ο οποίος προτείνει αυτή την ανάγνωση μαζί με την ιδιαίτερη ομάδα μουσικών Broken consort (υψίφωνος Ρέιτσελ Ρέντμοντ,  τενόρος Κέβιν Σκέλτον, βιόλα ντα γκάμπα Λουσίλ Μπουλανζέ, Ρόμπιν Φάρο, Ανδρέας Λινός, νυκτά όργανα Ρομάν Φαλίκ, Μιγκέλ Ανρί, άρπα Φλώρα Παπαδοπούλου). Για τον Ανδρέα Λινό το «Magnus Eroticus» είναι μια απόπειρα επανασύστασης του «opus 30» του Μάνου Χατζιδάκι. Ο «Μεγάλος Ερωτικός», μια μουσική και ποιητική προσαρμογή για αναγεννησιακά όργανα και τραγουδιστές, σε ελισαβετιανό στίχο. Οπως επισημαίνει, «ο Χατζιδάκις στον “Μεγάλο Ερωτικό” πραγματεύεται το κρίσιμο ζήτημα της καταγωγής. Και τι πιο καταγωγικό για την ανθρώπινη ύπαρξη από τον έρωτα; Παράλληλα, αναζητά την απαρχή και την αλήθεια του ίδιου του τραγουδιού, με τη βαθιά πεποίθηση ότι το τραγούδι εμπερικλείει την ουσία της μουσικής ανταλλαγής. Η επίδραση, η αμεσότητα και η αφηγηματική δομή του τραγουδιού, όπως το αντιλαμβανόμαστε σήμερα, έχουν τις καταβολές τους στα αγγλικά ερωτικά λαουτοτράγουδα του 17ου αιώνα».

Τα τραγούδια αυτά εξελίσσονται γοργά στο γόνιμο περιβάλλον του σαιξπηρικού θεάτρου και της μουσικής που το συνόδευε και φτάνουν να υποστηρίζονται από ένα μεγαλύτερο σύνολο, με σταθερή σύνθεση, που αποτελείται από έξι όργανα. «Ο Χατζιδάκις στον “Μεγάλο Ερωτικό” εμπλουτίζει τη λιτότητα του ερωτικού τραγουδιού μέσω μιας νέας μουσικής γλώσσας, η οποία λειτουργεί ως αναγκαία αντίστιξη στην ποιητική των τραγουδιών του, χρησιμοποιώντας συμπτωματικά το ίδιο ακριβώς μουσικό σύνολο. Ο “Μεγάλος Ερωτικός” του Μάνου Χατζιδάκι είναι ένα μουσικό συμβάν, είναι κάτι που “συνέβη” το 1972 στα στούντιο της Columbia. O δίσκος παρέμεινε δίσκος, αφού δεν παρουσιάστηκε συναυλιακά όσο ζούσε ο συνθέτης, και έμεινε στη συνείδηση του κοινού ως η αποτύπωση μιας μαγικής συγκυρίας, μιας μυσταγωγικής ηχογράφησης. Το “Magnus Eroticus” επιχειρεί να προσεγγίσει την αισθητική φόρτιση αυτού του θρυλικού δίσκου, ανασυγκροτώντας επί σκηνής την εμπειρία μιας ανάλογης στουντιακής ζωντανής ηχογράφησης».