Υπήρξε μαζί με την Μαντόνα το σύμβολο της ποπ κουλτούρας που μπορούσε να «αναπαράγει» τον εαυτό του σε πολλαπλές εκδοχές. Να μένει στον αφρό της επικαιρότητας και να επιβάλει τάσεις, ενστάσεις, αμφισβητήσεις και διαμάχες. Το ερχόμενο καλοκαίρι συμπληρώνεται μία δεκαετία από τον θάνατο του Μάικλ Τζάκσον και αυτό δίνει ήδη την αφορμή σε καλλιτεχνικούς οργανισμούς ανά την υφήλιο να ξαναθυμηθούν την κληρονομιά του «βασιλιά της ποπ». Μαζί και τις διαφορετικούς παραμέτρους που χωρούν στο φαινόμενο: την ταυτότητα, το φυλετικό προσανατολισμό και τις «κοσμικές» διακλαδώσεις. Όλες αυτές τις παραμέτρους φιλοδοξεί να εξερευνήσει, για παράδειγμα, η έκθεση «Michael Jackson: On the wall», που εγκαινιάστηκε πρόσφατα στο Γκραν Παλέ (Grand Palais) του Παρισιού.

Σε συνεργασία με την Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου, η συγκεκριμένη έκθεση που θα παραμείνει ανοιχτή μέχρι τις 14 Φεβρουαρίου 2019 «αφουγκράζεται» τον πολιτιστικό αντίκτυπο της διασημότητας του Τζάκσον. Τον αναζητά στον κόσμο της σύγχρονης τέχνης από τις αρχές του 1980 μέχρι σήμερα. Αλλωστε, στις σχεδόν τέσσερις αυτές δεκαετίες, πολυάριθμοι καλλιτέχνες εμπνεύστηκαν από εκείνον και παρήγαγαν ενδιαφέροντα έργα. Κι ας είναι όλοι τους από διαφορετικές γενιές, ας έχουν διαφορετικές καταβολές ή καλλιτεχνικό προσανατολισμό, η κοινή πρώτη τους ύλη είναι ο Μάικλ Τζάκσον.

Κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της ετερόκλητης δεξαμενής 121 δημιουργιών με αφορμή τον εμπνευστή του moon walk παρουσιάζονται τώρα και στους χώρους του Grand Palais. Περισσότεροι από 30 καλλιτέχνες παραχώρησαν δείγματα της δουλειάς τους με αναφορές στον Τζάκσον. Ανάμεσά τους εντοπίζουμε και γνωστά ονόματα όπως οι Αντι Γουόρχολ, Πολ ΜακΚάρθι, Ρασίντ Τζόνσον, Ντέιβιντ Λασαπέλ και Φέιθ Ρίνγκολντ. Καθώς η έκθεση εξετάζει το αποτύπωμα της τέχνης του στη σύγχρονη κουλτούρα, καθένα από τα έργα έχει τη δική του χαρακτηριστική τεχνική. Η ζωγραφική, το σκίτσο, η γλυπτική, η φωτογραφία, το βίντεο και η περφόρμανς ενώνονται για να εξηγήσουν το φαινόμενο Μάικλ Τζάκσον και γιατί συνεχίζει αυτό να επηρεάζει τις νέες γενιές των καλλιτεχνών αλλά και τους λάτρεις της μουσικής σε όλον τον κόσμο. Γι’ αυτό και η έκθεση στήθηκε σε οκτώ αίθουσες, καθεμία από τις οποίες εξετάζει μια θεματική.

Ο επισκέπτης μυείται στον κόσμο του «βασιλιά της μουσικής», για πολλούς, στην πρώτη αίθουσα, με έργα που αναφέρονται στη σιλουέτα, τις κινήσεις και τις χαρακτηριστικές ενδυματολογικές του επιλογές. Αλλωστε ο τίτλος της είναι «Ενας χορευτής του μύθου». Εργα όπως αυτό του Μάικλ Γκιτς δίνουν την ευκαιρία στο κοινό να ξανανακαλύψει τη χορογραφία του Τζάκσον στο βιντεοκλίπ για το τραγούδι του «Smooth criminal», υπό τους ήχους του «Fly me to the moon» του Φρανκ Σινάτρα.

Στην επόμενη αίθουσα «Η έλευση του βασιλιά της ποπ», μέσα από τα έργα 12 καλλιτεχνών αναδεικνύεται το πέρασμα του Τζάκσον από την κατάσταση του παιδιού – αστεριού της μουσικής σ’ αυτήν του παγκόσμιου τραγουδιστή. Εδώ πρωταγωνιστούν τα τραγούδια και τα άλμπουμ του, όπως τα «Off the wall» (1979), «Thriller» (1982) και «Bad» (1987) που αποσυντίθενται για ν’ αποκτήσουν δεύτερη ζωή. Για παράδειγμα, στη δημιουργία του Γκράχαμ Ντόλφιν αντίτυπα των βινυλίων των συγκεκριμένων δίσκων έγιναν άτυπες παρτιτούρες, πάνω στις οποίες έγραψε με το χέρι του ο εικαστικός 616 τραγούδια και 90.000 στίχους. Τα πιο ιδιαίτερα, ωστόσο, εκθέματα είναι από τον Αντι Γουόρχολ, με τον οποίο γνωρίστηκε ο Τζάκσον το 1977 στα γυρίσματα της ταινίας «Ο μάγος του Οζ». Πορτρέτα του σαν αυτό του εξωφύλλου του περιοδικού «Time» παρουσιάζονται στην αίθουσα σε περίοπτη θέση.

Ο ΑΦΡΟΑΜΕΡΙΚΑΝΟΣ. Στην τρίτη ενότητα «Ενας πολίτης του κόσμου» μέσα από έργα όπως οι φωτογραφίες του Τοντ Γκρέι παρουσιάζεται η σύνθετη αφροαμερικανική ταυτότητα του τραγουδιστή. Αντίθετα, στην τέταρτη με τίτλο «Η μάσκα» χρησιμοποιείται ως βάση η ανάλυση του γάλλου θεωρητικού της λογοτεχνίας Ρολάν Μπαρτ για τα βλέμματα των αστεριών της κινηματογραφικής βιομηχανίας που καταλήγουν να είναι σαν μάσκες. Ετσι, έρχονται να κουμπώσουν δημιουργίες όπως των Γκάρι Χιουμ και Μαρκ Ράιντεν, οι οποίες θυμίζουν τις μάσκες που χρησιμοποιούσε ο Τζάκσον στα βιντεοκλίπ του, είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά, με το βαρύ μακιγιάζ, τα ειδικά εφέ και τα κοστούμια.

Από την πέμπτη αίθουσα που βαφτίστηκε «Εικόνα και είδωλο» και παίζει με τα αρχέτυπα της εμφάνισης του τραγουδιστή, ξεχωρίζει η δημιουργία του Ντέιβιντ Λασαπέλ. Ο φωτογράφος αντιμετωπίζει τον Τζάκσον σαν έναν «αμερικανό Χριστό» και τον αποτυπώνει έτσι σε τρία διαφορετικά πορτρέτα με καθαρές θρησκευτικές αναφορές. Πολλά έργα στην έκτη ενότητα με τίτλο «Επικάλυψη» αναδεικνύουν μια εικόνα του σταρ η οποία φαίνεται να διαιρείται, να παραμορφώνεται ή και να πολλαπλασιάζεται, οπτικά παιχνίδια που συχνά επιστράτευε και ο ίδιος στις δουλειές του.

Στην έβδομη ενότητα «Εισαγωγικά», οι καλλιτέχνες που συγκεντρώθηκαν εδώ υπογραμμίζουν την έκταση της κυκλοφορίας των εικόνων του Μάικλ στα μέσα ενημέρωσης χρησιμοποιώντας εισαγωγικά και φωτογραφίες μέσα σε φωτογραφίες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το φανταστικό πορτρέτο του όπως θα ήταν το 2000 που κυκλοφόρησε το 1984 το περιοδικό «Ebony» και τώρα τοποθετείται σε νέο πλαίσιο, αυτό της έκθεσης από τον εικαστικό Χανκ Γουίλις Τόμας. Η έκθεση κλείνει με την όγδοη αίθουσα, η οποία τιτλοφορείται «Εκτός χρόνου» και καθιστά εμφανείς τις αντιφάσεις μεταξύ των διαφορετικών φάσεων του Τζάκσον που σφράγισαν τη ζωή του: από την αγνότητα έως τον ρομαντισμό και τη δραματικότητα του χαρακτήρα του στο σκοτάδι. Γι’ αυτό και ξεχωρίζει εδώ ένα σακάκι καλυμμένο με μικρές περόνες, μαχαίρια και ασημένια κουτάλια από τον στυλίστα Μάικλ Λι Μπους με βάση μια ιδέα που είχε ο ίδιος ο τραγουδιστής.