Ενα ανάκτορο που σχεδιάστηκε πλάι σε έναν λαχανόκηπο. Ενας διάσημος αρχιτέκτονας που «αντέγραψε» ένα σχέδιο-βασιλικό δώρο. Μια πυρκαγιά άλλαξε τον ρόλο του στην Ιστορία. Και ένα μέγαρο που σχεδόν όλοι γνωρίζουν ως Προεδρικό, αλλά αρκετοί αγνοούν ότι είχε δύο φορές τον ρόλο αυτόν στα 121 χρόνια διαδρομής του.

Δεν είναι άλλο από το Προεδρικό Μέγαρο στην καρδιά της οδού Ηρώδου Αττικού. Ενα κτίριο γνωστό, αλλά και άγνωστο συνάμα, καθώς Ελληνες και επισκέπτες γνωρίζουν την εξωτερική του όψη και ίσως ορισμένους από τους χώρους του ισογείου λόγω των φωτογραφικών και τηλεοπτικών στιγμιοτύπων. Είναι ελάχιστοι, όμως, εκείνοι που έχουν καταφέρει να περπατήσουν στους διαδρόμους που οδηγούν στα ενδότερα, να περιηγηθούν τα σαλόνια και τις ιδιωτικές αίθουσες και να περιεργαστούν τα έργα τέχνης που έχουν συγκεντρωθεί από τέσσερα μεγάλα μουσεία της Αθήνας στο εσωτερικό του, χωρίς να συνυπολογιστούν εκείνα του κήπου.

Την πόρτα στο Προεδρικό Μέγαρο επιχειρεί να ανοίξει για πρώτη φορά μια καλαίσθητη συλλογική έκδοση 192 σελίδων την οποία προλογίζει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος και υπογράφει μια πλειάδα προσωπικοτήτων, μεταξύ των οποίων οι Μάρω Καρδαμίτση-Αδάμη, αρχιτέκτων και καθηγήτρια του ΕΜΠ, Ευάνθης Χατζηβασιλείου, καθηγητής Ιστορίας του ΕΚΠΑ, Σοφία Χηνιάδου-Καμπάνη, υπεύθυνη πολιτιστικών θεμάτων της Προεδρίας της Δημοκρατίας, η οποία είχε και τον συντονισμό της έκδοσης, ταγματάρχης Λάζαρος Ριζόπουλος, Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, ομότιμη καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης και διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης, Αικατερίνη Δελλαπόρτα, διευθύντρια του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου, Μαρία Λαγογιάννη-Γεωργακαράκου, διευθύντρια του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, Μαρία Κατσανάκη, επιμελήτρια Εθνικής Πινακοθήκης, και Τάκης Μαυρωτάς, κριτικός τέχνης. Μέσω των τεκμηριωμένων κειμένων της και της πλούσιας εικονογράφησής της (φωτογραφίες Γιώργη Γερόλυμπου), με τη σφραγίδα των εκδόσεων Μέλισσα (και τη στήριξη του Ιδρύματος Λάτση), υπόσχεται να επιτρέψει στους αναγνώστες να μάθουν όχι μόνο την ιστορία του κτιρίου, εντάσσοντάς το στην εικόνα της Αθήνας του 19ου αιώνα, αλλά και να γνωρίσουν την καθημερινότητα στους χώρους του, τον κήπο του, την προεδρική φρουρά και τις συλλογές έργων τέχνης που το κοσμούν.

Τα πρώτα σπέρματα για τη γέννηση του Προεδρικού Μεγάρου πέφτουν το 1868, όταν γεννιέται ο διάδοχος του θρόνου Κωνσταντίνος. Το ελληνικό Δημόσιο υπόσχεται να του δωρίσει ιδιαίτερη κατοικία κατά την ενηλικίωσή του και οι εργασίες ξεκινούν το 1891 για να περατωθούν έξι χρόνια αργότερα σε σχέδια του Ερνέστου Τσίλλερ, με τον οποίο ο βασιλιάς Γεώργιος Α’ είχε στενή φιλία. Ο σάξονας αρχιτέκτονας μάλιστα είχε σχεδιάσει σειρά θερινών ανάκτορων εκ των οποίων δεν υλοποιήθηκε κανένα. Οταν έφτασε η πολυπόθητη στιγμή μια βασιλική παραγγελία να εκτελεστεί από τον Τσίλλερ, δεν κατάφερε να δώσει ζωή σε ένα από τα φιλόδοξα σχέδιά του. Του ζητήθηκε να χρησιμοποιήσει ως πρότυπο το σχέδιο για ένα θερινό ανάκτορο που έχει εκπονήσει ο Θεόφιλος Χάνσεν – ένα από τα ωραιότερα έργα του που δεν υλοποιήθηκε για οικονομικούς λόγους – και είχε πιθανώς ο ίδιος δωρίσει στον βασιλιά.

Το αποτέλεσμα ήταν ένα λιτό, αυστηρό, τριώροφο νεοκλασικό κτίριο στο κέντρο περίπου του γηπέδου επί της Ηρώδου Αττικού, δίπλα στον λαχανόκηπο των βασιλικών Ανακτόρων,  που δεν διέφερε αισθητά από τα μέγαρα των μεγαλοαστών της τότε Λεωφόρου Κηφισίας, τόσο επειδή η φιλοσοφία της Αυλής ήθελε τα μέλη της βασιλικής οικογένειας να βρίσκονται κοντά στον λαό, αλλά και επειδή ο προϋπολογισμός θα επιβάρυνε τους πολίτες.

Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΩΝ ΑΝΑΚΤΟΡΩΝ. Μια μεγάλη πυρκαγιά την παραμονή των Χριστουγέννων του 1909 στα Ανάκτορα της Πλατείας Συντάγματος αναγκάζει ολόκληρη τη βασιλική οικογένεια να εγκατασταθεί στο μέγαρο της Ηρώδου Αττικού. Μετά τη δολοφονία του Γεωργίου Α’ (1913) οι εργασίες αποκατάστασης των Ανακτόρων σταμάτησαν και το 1929 η κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου αποφάσισε τη μετατροπή των Παλαιών Ανακτόρων σε έδρα του Ελληνικού Κοινοβουλίου και της Γερουσίας, οπότε και η οικία του διαδόχου μετονομάζεται σε Νέα Ανάκτορα και η γειτονιά από Λύκειο σε περιοχή των Ανακτόρων.

Από εκείνη την εποχή ο μόνος πίνακας-τοιχογραφία που έχει σωθεί είναι του γάλλου πολεμικού ανταποκριτή και ζωγράφου Ζορζ Σκοτ, ο οποίος απεικονίζει τον βασιλιά Κωνσταντίνο έφιππο στρατηλάτη, ενώ πίσω του διακρίνονται, επίσης έφιπποι, οι αδελφοί του Γεώργιος, Νικόλαος και Χριστόφορος. Χαρακτηριστική λεπτομέρεια του έργου, που δεσπόζει στη δυτική πλευρά του κεντρικού κλιμακοστασίου, συνιστά το μαύρο περιβραχιόνιο στο χέρι του Κωνσταντίνου και των πριγκίπων, που δηλώνει τον πρόσφατο θάνατο του πατέρα τους Γεωργίου Α’.

Και αν μέχρι το 1967 τουλάχιστον το μέγαρο ονομαζόταν Ανάκτορα, δεν είχε πάντα αυτόν τον χαρακτήρα, καθώς λειτούργησε για πρώτη φορά ως Κυβερνείο την περίοδο της Αβασίλευτης Δημοκρατίας, από το 1924 μέχρι το 1935.

Η ενδιαφέρουσα έκδοση, που προσεγγίζει από πολλές διαφορετικές πτυχές το θέμα πέραν της αρχιτεκτονικής, επιτρέπει στον αναγνώστη να περιηγηθεί όχι μόνο την ιστορία του Προεδρικού Μεγάρου, αλλά και το εν πολλοίς άγνωστο εσωτερικό του. Να διαβεί τη μεγαλοπρεπή είσοδό του με το ιωνικό πρόπυλο, να περάσει στο κεντρικό χολ με το επιβλητικό κλιμακοστάσιο με τη γυάλινη οροφή και τους ιωνικούς και κορινθιακούς κίονες, να επισκεφθεί το γραφείο του Προέδρου δεξιά του χολ, το Βυζαντινό Σαλόνι – λόγω της διακόσμησής του με εικόνες θρησκευτικού περιεχομένου – και την Αίθουσα Διαπιστευτηρίων που κάποτε λειτουργούσε ως αίθουσα χορού (γι’ αυτό και φέρει τον πλουσιότερο διάκοσμο), την Αίθουσα Συσκέψεων στο ισόγειο που κάποτε λειτουργούσε ως βασιλική τραπεζαρία και την Αίθουσα Δεξιώσεων. Να ανακαλύψει τους βοηθητικούς χώρους του υπογείου, το κεντρικό σαλόνι και την τραπεζαρία του πρώτου ορόφου, αλλά και τα δυο μικρά σαλόνια του δευτέρου, όπως και ιδιωτικά διαμερίσματα του δευτέρου, άλλοτε μέσω εικόνων – πολλές εκ των οποίων σχετίζονται με προσωπικότητες της διεθνούς πολιτικής σκηνής και έχουν ιστορική αξία – κι άλλοτε μέσω περιγραφών που παραθέτουν οι συγγραφείς. Και τελικά του προσφέρει την ευκαιρία να εκτιμήσει ένα αρχιτεκτονικό κόσμημα που είναι άμεσα συνδεδεμένο με την ιστορία του ελληνικού κράτους.

info

O συλλογικός τόμος

«Το Προεδρικό Μέγαρο» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μέλισσα