Είναι αρκετό ένα κίτρινο γιλέκο για να αντιδράσεις όπως οι Γάλλοι;
Η απάντηση θα θεωρηθεί πλεονασμός. Ας ξεκινήσουμε όμως από τα βασικά. Τι είναι το κίτρινο γιλέκο; Πρόκειται ουσιαστικά για στολή εργασίας και λειτουργεί ως αντανακλαστικό, σαν να φωνάζει «προσέξτε, άνθρωπος εδώ».
Υποδηλώνει παρουσία, δεν κρύβεται μέσα στο έρεβος και στο ετερόκλητο πλήθος – το αντίθετο.
Αυτό ακριβώς που ήθελαν να φωνάξουν οι Γάλλοι: «Είμαστε εδώ, ενώπιόν σας και διαμαρτυρόμαστε για την αύξηση του φόρου στα καύσιμα». Χωρίς μπροστάρηδες κομματάρχες και υστερόβουλους συνδικαλιστές. Είναι αναπόφευκτο μέσα στο πλήθος των διαμαρτυρόμενων να παρεισφρήσουν ακραία στοιχεία, μπαχαλάκηδες και κάθε λογής τσογλαναρία που θέλει να καταστρέψει και να παίξει κυνηγητό με τους αστυνομικούς. Κανένας όμως απ’ όλους αυτούς δεν μπόρεσε να αλλοιώσει το μήνυμα και την προσπάθεια διαμαρτυρίας.
Κατά διαβολική σύμπτωση την ημέρα του Βατερλώ και της άτακτης υποχώρησης του Εμανουέλ Μακρόν ανακοινώθηκε από τον ΟΟΣΑ πως η Ελλάδα είναι η Μπαρτσελόνα και η Ρεάλ Μαδρίτης μαζί, στην επιβολή φόρων. Τους διέλυσε τους αντιπάλους. Ο Τσίπρας έκανε τον Μέσι να φαίνεται γατάκι μπροστά του.
Στα χρόνια του συριζαϊκού πρωταθλητισμού στη φορολογία δεν κουνήθηκε φύλλο. Οι όποιες διαδηλώσεις διαμαρτυρίας έμοιαζαν με ακάλυπτες πολιτικές επιταγές και ανοιχτές προσκλήσεις σε πάρτι κουκουλοφόρων.
Ακόμα και στη μεγαλύτερη προδοσία που υπέστη η γνώμη της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, στο δημοψήφισμα του 2015, ανεξάρτητα αν ήταν σωστή ή όχι, η αντίδραση παρέμεινε πλαδαρή.
Στα χρόνια της Μεταπολίτευσης η διαμαρτυρία ως έννοια υπέστη λοβοτομή από καρεκλοκένταυρους που εξαργυρώνουν ανόητες απεργίες με πολιτικά οφίτσια.
Σπατάλησαν προς ίδιον όφελος την έμφυτη αγωνιστική ικμάδα του ελληνικού λαού πείθοντάς τον με αλεπουδίσια πονηρία για το κενό του γράμματος.
Οι Γάλλοι διαμαρτυρήθηκαν για την αύξηση της φορολογίας στα καύσιμα και στην Ελλάδα που οι φόροι μας ανάγκασαν να γεμίσουμε με σεμεδάκια και κορνίζες τα σώματα των καλοριφέρ, χαιρόμαστε με το ανήθικο αλισβερίσι των επιδομάτων της ντροπής. Πάντοτε καταλήγω στο ίδιο συμπέρασμα: έχουμε αυτό που μας αξίζει.