Ακόμα και από τις δημόσιες τοποθετήσεις τους στην κοινή συνέντευξη Τύπου, χθες στο Κρεμλίνο, ο Αλέξης Τσίπρας και ο Βλαντίμιρ Πούτιν δεν έκρυψαν τις διαφορετικές οπτικές για μια σειρά ζητημάτων με κομβικό σημείο τη συμφωνία των Πρεσπών. Ο έλληνας Πρωθυπουργός τοποθετήθηκε με ευθύτητα υπέρ της συμφωνίας, όπως ήταν αναμενόμενο, ενώ ο ρώσος πρόεδρος παρουσίασε ως «μαύρη σελίδα» την ιστορία με την απέλαση των ρώσων διπλωματών, χαρακτηρίζοντας μάλιστα «σαχλαμάρες» τα περί ρωσικών συνωμοσιών εις βάρος της Ελλάδας, αλλά έδειξε ότι είναι αποφασισμένος να ξεπεράσει αυτό το κεφάλαιο. Σε κάθε περίπτωση, στο Μέγαρο Μαξίμου θεωρούν ότι οι σχέσεις Ελλάδας – Ρωσίας εισήλθαν σε νέα εποχή μετά τη συνάντηση Τσίπρα – Πούτιν, αλλά και με τον ρώσο πρωθυπουργό Ντμίτρι Μεντβέντεφ. Η πολύμηνη περίοδος έντασης θεωρούν ότι ανήκει στο παρελθόν και μένει να φανεί πόσο θα αντέξει και εάν θα δοκιμαστεί και σε ποιο βαθμό αυτή η νέα περίοδος «άνοιξης» στις ελληνορωσικές σχέσεις.
«ΠΡΟΧΩΡΗΣΑΜΕ ΜΠΡΟΣΤΑ». «Συμφωνώ με τον πρόεδρο Πούτιν να προχωρήσουμε μπροστά» είπε ο Τσίπρας και παρά τα καυτά μέτωπα (σχέσεις Οικουμενικού Πατριαρχείου και Πατριαρχείου Μόσχας κ.λπ.) στις σχέσεις των δύο χωρών δεν κινείται με γνώμονα και πιέσεις τρίτων χωρών. Και μάλιστα ο έλληνας Πρωθυπουργός είπε ότι η Ελλάδα στήριξε τη Ρωσία έναντι μιας συντονισμένης πολιτικής απελάσεων από την ΕΕ για την υπόθεση Σκριπάλ.
Βεβαίως υπήρξε συναντίληψη σε άλλα κρίσιμα θέματα, όπως το Κυπριακό όπου η Ρωσία αποτελεί σύμμαχο της Ελλάδας και της Κύπρου για μια δίκαιη λύση στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΟΗΕ. Το ενδιαφέρον όμως ήταν ότι επισημάνθηκε από την ελληνική πλευρά πως σε όλα τα κρίσιμα μεγάλα παγκόσμια θέματα πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη η άποψη της Ρωσίας.
Επίσης, κεντρικό ρόλο στις συζητήσεις είχαν τα ενεργειακά και ο αγωγός TurkStream, ο οποίος εγκαινιάστηκε πριν από λίγες ημέρες στην Τουρκία, και εν προκειμένω ο ρόλος της Ελλάδας, ενώ υπεγράφησαν μια σειρά από συμφωνίες σε διάφορα πεδία, όπως στον αγροτοδιατροφικό τομέα, στο φορολογικό, εκπαιδευτικό, πολιτιστικό κ.α. Ο Αλέξης Τσίπρας τάχθηκε υπέρ της διέλευσης του ρωσικού αερίου από την Ελλάδα, ακόμη και μέσω του αγωγού TAP (αζερικό αέριο) και υπήρξε επικριτικός για τη στάση της ΕΕ, αναφέροντας ότι δεν μπορεί να κινείται «με δύο μέτρα και σταθμά».
ΣΤΗΡΙΞΗ ΑΠΟ ΠΟΥΤΙΝ. Ο ρώσος πρόεδρος στήριξε με τις δηλώσεις του την Ελλάδα, παρά την ενίσχυση του αμερικανικού παράγοντα στη χώρα, μίλησε αρκετά με θετικά λόγια και αναφέρθηκε εκτενώς στους δεσμούς των δύο χωρών. Μάλιστα, ο Πούτιν μίλησε με έμφαση και για τις ρωσικές επενδύσεις στην Ελλάδα, όπως π.χ. στον κατασκευαστικό τομέα με 400 εκατ. δολ. Σε ένα άλλο καυτό ζήτημα των τελευταίων ημερών και με βάση την ένταση στις σχέσεις Ρωσίας και Κύπρου, ο Πρωθυπουργός σημείωσε ότι δεν υπάρχει περίπτωση περαιτέρω στρατιωτικοποίησης και μάλιστα διευκρίνισε πως συνομίλησε τηλεφωνικά με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Αναστασιάδη. Στο μείζον θέμα της ενίσχυσης της αμερικανικής παρουσίας στην Ελλάδα και στη συνεργασία Ελλάδας και ΗΠΑ, που παρατηρεί με επιφυλακτικότητα η Ρωσία, ο Τσίπρας είπε ότι η χώρα μας είναι «γέφυρα» και τόνισε ότι είναι αξιόπιστη σύμμαχος στο ΝΑΤΟ και αξιόπιστος εταίρος με τη Ρωσία.
Τα μέτωπα με το Κρεμλίνο
Απελάσεις διπλωματών και απαγορεύσεις εισόδου
Η απόφαση της απέλασης ρώσων διπλωματών και της απαγόρευσης εισόδου ρώσων υπηκόων τον περασμένο Ιούλιο για ανάμειξη στις εσωτερικές υποθέσεις της Ελλάδος σε σχέση με το Μακεδονικό υπήρξε μία από τις δυσκολότερες στιγμές των ελληνορωσικών σχέσεων. Το δε κάκιστο «timing» της διαρροής της συγκεκριμένης κίνησης στον Τύπο ανήμερα της έναρξης της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ αύξησε ακόμη περισσότερο την οργή της Μόσχας. Η επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στη ρωσική πρωτεύουσα και οι συναντήσεις του με τον Βλαντίμιρ Πούτιν και τον Ντμίτρι Μεντβέντεφ έχουν σκοπό να ξεπεραστεί ακριβώς αυτό το «διπλωματικό βαρομετρικό χαμηλό».
Οι γνωρίζοντες το παρασκήνιο σε διάφορα κέντρα εξουσίας των Αθηνών δεν αφήνουν καμία αμφιβολία ότι η Ρωσία κινήθηκε, με τη γνωστή «υβριδική» τακτική της, για την υπονόμευση της επίλυσης του ονοματολογικού. Ελληνες διπλωμάτες στη Βόρεια Ελλάδα είχαν καταγράψει συγκεκριμένες κινήσεις, ενώ σύμφωνα με όσα δημοσιεύθηκαν στους «New York Times», οι Ηνωμένες Πολιτείες ενημέρωσαν αναλυτικά την ελληνική κυβέρνηση για τις κινήσεις της Μόσχας. Στο ίδιο πλαίσιο, η δραστηριοποίηση κύκλων προσκείμενων στα ρωσικά συμφέροντα σε περιοχές όπως η Αλεξανδρούπολη ή και η Φλώρινα, αλλά επίσης στη Θεσσαλονίκη, καθώς και η ρωσική επιρροή σε εκκλησιαστικούς παράγοντες και μητροπολίτες συμπλήρωσαν την εικόνα.
Η Αθήνα και προσωπικά ο Πρωθυπουργός επιθυμούσαν να κλείσει το θέμα γρήγορα. Τα αντίποινα ήταν αναμενόμενα, όπως συμβαίνει σε περιπτώσεις απελάσεων. Αυτό ίσως να είχε συμβεί αν ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς, τον οποίο η Μόσχα θεωρούσε βασικό υπεύθυνο της υπερβολικής, κατά την άποψή της, φιλοαμερικανικής στροφής της κυβέρνησης, δεν ξεπερνούσε τα εσκαμμένα και δεν προχωρούσε σε μία τουλάχιστον άκομψη ανακοίνωση με την οποία χαρακτήριζε τη Ρωσία «σύμμαχο εν όπλοις της Τουρκίας» στη Συρία.
Κατά πολλούς, ήταν ακριβώς αυτή η συγκυρία που βάρυνε στην απόφαση Τσίπρα να μην καλύψει αργότερα τον Κοτζιά στο Υπουργικό Συμβούλιο, εξωθώντας τον σε παραίτηση. Το Μέγαρο Μαξίμου αποφάσισε να ρίξει γέφυρες προς τη Μόσχα ήδη πριν από την αποχώρηση Κοτζιά με σκοπό την επικείμενη επίσκεψη Τσίπρα από την οποία ο πρώην υπουργός ήταν, με βάση τις πληροφορίες, εξαρχής αποκλεισμένος.
Ο εναγκαλισμός των ΗΠΑ σε Ελλάδα – Κύπρο
Οι έμπειροι παρατηρητές των ελληνοαμερικανικών σχέσεων δεν έχουν πια καμία αμφιβολία. Ποτέ στο παρελθόν και ιδιαίτερα μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου δεν ήταν καλύτερη η ατμόσφαιρα μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ελλάδος. Η σύσφιγξη των δεσμών επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έχει φθάσει σε πρωτοφανή επίπεδα, ενώ τα «παχιά λόγια» και οι εποχές που ο «φέρων αυταπάτες» Αλέξης Τσίπρας αναζητούσε άλλα… «λιμάνια» στη Μόσχα και στην Αγία Πετρούπολη ηχούν σήμερα είτε παράταιρα (για τους επιεικείς) είτε ως ανέκδοτο (για τους αυστηρούς κριτές). Η δυναμική επανάκαμψη της Ουάσιγκτον στην Ανατολική Μεσόγειο, υπό την επίβλεψη του σημερινού θεωρητικού του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, βοηθού υπουργού Εξωτερικών για θέματα Ευρώπης και Ευρασίας Γουές Μίτσελ, έχει οδηγήσει σε αναβάθμιση του ελληνικού χώρου στους αμερικανικούς σχεδιασμούς. Με αιχμή του δόρατος την αμυντική συνεργασία, οι δύο χώρες επιδιώκουν τώρα να εμβαθύνουν τη σχέση τους και στον οικονομικό τομέα. Αυτό είναι ίσως το μεγαλύτερο στοίχημα του 1ου Στρατηγικού Διαλόγου Ηνωμένων Πολιτειών – Ελλάδος που διεξάγεται στις 13 Δεκεμβρίου στην Ουάσιγκτον.
Η αμερικανική κυβέρνηση του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ θεωρεί τις διεθνείς σχέσεις υπό ένα άκρως ανταγωνιστικό πρίσμα. Στο πλαίσιο αυτό, η ανάσχεση της επιρροής κρατών όπως η Ρωσία και φυσικά η Κίνα έχει προσλάβει κεντρικό ρόλο, παρά τη συνεχιζόμενη εσωτερική διαμάχη στην Ουάσιγκτον για τις σχέσεις Τραμπ – Πούτιν. Η ρωσική παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο και στη Μαύρη Θάλασσα κρίνεται ιδιαίτερα ανησυχητική με την Ελλάδα – αλλά και την Κύπρο – να τοποθετούνται στον χάρτη ως κομβικά κράτη για τον έλεγχο της παρουσίας αυτής.
Αν όμως η ελληνοαμερικανική αμυντική συνεργασία έχει προεξοφληθεί από την Ουάσιγκτον, η εκκολαπτόμενη συνεργασία ΗΠΑ – Κυπριακής Δημοκρατίας έπειτα από την πρόσφατη επίσκεψη του κύπριου υπουργού Εξωτερικών Νίκου Χριστοδουλίδη στην Ουάσιγκτον και την υπογραφή Μνημονίου Προθέσεων προκάλεσε την προηγούμενη Τετάρτη την εντονότατη αντίδραση της Μόσχας. Η προειδοποίηση του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών προς τις ΗΠΑ να μην προχωρήσουν σε περαιτέρω στρατιωτικοποίηση του νησιού ή σε απόπειρα ένταξής του στο ΝΑΤΟ καταδεικνύει ότι το γεωπολιτικό πόκερ έχει ανάψει.
Το αυτοκέφαλο της Ουκρανικής Εκκλησίας
Παραμονές μιας μεγάλης απώλειας για τη Ρωσία πραγματοποιήθηκε η επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στη Μόσχα. Μπορεί οι Ρώσοι να μην το διατυπώνουν επισήμως ανοιχτά, όμως είναι γνωστό πως η Εκκλησία αποτελεί βασικό βραχίονα της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής. Και δεν είναι καθόλου ευτυχείς που ακριβώς σε μία εβδομάδα ιδρύεται η Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ουκρανίας έπειτα από την απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και συνακόλουθα χάνουν – και – από την εκκλησιαστική επιρροή τους το πολυπληθές ουκρανικό ορθόδοξο ποίμνιο.
Το Μαξίμου θα προτιμούσε η παραπάνω εξέλιξη να είχε συμβεί είτε πολύ νωρίτερα είτε πολύ αργότερα από την 7η Δεκεμβρίου ώστε να μην προστεθεί στο ταξίδι του Πρωθυπουργού στο Κρεμλίνο και στα τετ α τετ με Μεντβέντεφ και Πούτιν ακόμη ένα «αγκάθι». Τελικά αυτό δεν απεφεύχθη.
Ολο το προηγούμενο τρίμηνο η Ρωσική Εκκλησία είχε εξαπολύσει σφοδρή επίθεση στο Οικουμενικό Πατριαρχείο – πολλές φορές δε και με προσβλητικούς χαρακτηρισμούς προς το πρόσωπο του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου – για την απόφασή του να παραχωρήσει αυτοκεφαλία στην Εκκλησία της Ουκρανίας. Μάλιστα, το Κρεμλίνο δεν είχε κρύψει τη στήριξή του στο Πατριαρχείο Μόσχας σημειώνοντας αρκετές φορές με ανακοινώσεις και δηλώσεις πως όλα τα συμφέροντα της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας θα πρέπει να ληφθούν υπόψη. Θεωρείται λοιπόν απίθανο η ρωσική πλευρά να μην έθιξε αυτό το θέμα στις χθεσινές επαφές με τον έλληνα Πρωθυπουργό.
Εξάλλου, πολλές φορές στο παρελθόν η Ρωσία έχει εκφράσει την ενόχλησή της για τις κινήσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου, καταλογίζοντάς του ότι οι στενοί δεσμοί που έχει με τις ΗΠΑ δεν οφείλονται απλώς στην παγκόσμια ακτινοβολία του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου.
Για τη Ρωσία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο – όπως επισημαίνουν πηγές με γνώση της γεωπολιτικής, εκκλησιαστικής και διπλωματικής σκακιέρας της περιοχής – χρησιμοποιείται ως μοχλός του ΝΑΤΟ με στόχο η Βορειοατλαντική Συμμαχία να διευρύνει την επιρροή της στην περιοχή και αντίστοιχα να ανακόψει τη ρωσική. Θεωρείται λοιπόν βέβαιο ότι όλα τα παραπάνω συνυπολογίστηκαν από τους Ρώσους, ειδικά μάλιστα το τελευταίο διάστημα που οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις σε διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο διανύουν την καλύτερη περίοδό τους.
Οι αγωγοί που δεν έφταναν ποτέ στην Ελλάδα
Με τον θρύλο του γεφυριού της Αρτας που ήθελε ολημερίς να χτίζεται και το βράδυ να γκρεμίζεται μοιάζουν τα επενδυτικά σχέδια της Μόσχας και του ενεργειακού κολοσσού Gazprom για την κατασκευή κι επέκταση αγωγών προς τα Βαλκάνια και την Ελλάδα.
Το 2007 Βλαντίμιρ Πούτιν, Κώστας Καραμανλής και Σεργκέι Στανίσεφ κορυφώνουν της προσπάθειές τους για τον πετρελαιαγωγό Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολη με την υπογραφή σχετικής διακρατικής συμφωνίας (Ρωσίας – Ελλάδας – Βουλγαρίας) για την κατασκευή του έργου που αποσκοπούσε στην αποσυμφόρηση των στενών των Δαρδανελλίων από την κυκλοφορία των δεξαμενοπλοίων. Λίγα χρόνια αργότερα, το 2010 με 2011 τα σχέδια μένουν στο χαρτί με τη βουλγαρική πλευρά να ανακοινώνει την αποχώρησή της.
Την περίοδο, εκείνη, η Μόσχα και η Gazprom προωθούσαν άλλο ένα σχέδιο δικτύου αγωγών μεταφοράς φυσικού αερίου. Τον αγωγό South Stream που θα ξεκινούσε από τη Μαύρη Θάλασσα και με δύο διαδρομές θα έφτανε στις χώρες της Βαλκανικής και μέσω της Ελλάδας στην Ιταλία. Οι Βρυξέλλες και οι ΗΠΑ παρενέβησαν, τρέχοντας τον αγωγό TAP που θα φέρνει αέριο από το Αζερμπαϊτζάν. Αλλο ένα επενδυτικό σχέδιο υλοποιούν αυτή τη φορά οι Ρώσοι. Ο λόγος για τον Turkish Stream, που μέσω μιας διαδρομής θα εφοδιάζει με φυσικό αέριο την Τουρκία και μέσω άλλης θα κατευθύνεται είτε προς την Ελλάδα και την Ιταλία είτε προς τη Βουλγαρία κι από κει έως την Ιταλία.
Τους πρώτους μήνες της θητείας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, ο Αλέξης Τσίπρας και ο τότε υπουργός Ενέργειας Παναγιώτης Λαφαζάνης σπεύδουν να αδράξουν την ευκαιρία υλοποίησης του έργου, προσδοκώντας μάλιστα και προκαταβολή… κάποιων δισεκατομμυρίων ευρώ…
Σήμερα η φιλοαμερικανική στροφή της κυβέρνησης δεν αφήνει και πολλά περιθώρια για την υλοποίηση του έργου. Αν και οι εταιρείες ΔΕΠΑ – Gazprom – Edison έχουν υπογράψει μνημόνιο συνεργασίας και έχουν δρομολογήσει τις αδειοδοτικές διαδικασίες, ο αγωγός σκοντάφτει στην ευρωπαϊκή νομοθεσία που θέλει οι παραγωγοί να μην είναι οι ίδιες οντότητες με εκείνες της διαχείρισης και της κατασκευής έργων υποδομής. Επίσης οι Βρυξέλλες είναι αντίθετες στην επεκτατική ενεργειακή πολιτική της Gazprom. Παρόμοια και πιο αρνητική στάση κρατά η Ουάσιγκτον, όπως συχνά – πυκνά φροντίζει να μας θυμίζει κι ο πρεσβευτής των ΗΠΑ Τζέφρι Πάιατ.