Μπαράζ αγωγών για αναδρομικά – στο πλαίσιο της ίσης μεταχείρισης -, αυτή τη φορά από χιλιάδες νέους συνταξιούχους (με σύνταξη μετά τον Μάιο του 2016, με βάση τον νόμο Κατρούγκαλου), αναμένεται να προκαλέσει η κατάργηση της διάταξης που προέβλεπε την περικοπή των συντάξεων για τους παλιούς συνταξιούχους μέσω της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς. Κι αυτό γιατί η διατήρηση της προσωπικής διαφοράς δημιουργεί συνταξιούχους δύο ταχυτήτων: τους παλαιούς, που συνταξιοδοτήθηκαν προτού τεθεί σε ισχύ ο νόμος Κατρούγκαλου τον Μάιο του 2016 και θα συνεχίσουν να εισπράττουν την προσωπική διαφορά, και τους νέους, οι οποίοι αποχώρησαν από την εργασία τους μετά τις 12 Μαΐου 2016 και η σύνταξή τους είναι χαμηλότερη από εκείνη των παλαιών γιατί υπολογίστηκε με βάση τον νόμο Κατρούγκαλου. Ηδη οργανώσεις συνταξιούχων και δικηγορικά γραφεία αναμένουν τη δημοσίευση της σχετικής διάταξης στο ΦΕΚ προκειμένου να προχωρήσουν στην κατάθεση των αγωγών.
Μάλιστα ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Βαγγέλης Βενιζέλος επεσήμανε πρόσφατα μιλώντας στη Βουλή ότι με το νομοσχέδιο για την ακύρωση της περικοπής της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις και οι νέοι συνταξιούχοι θα προσφύγουν μαζικά στη Δικαιοσύνη, ζητώντας ίση μεταχείριση με τους παλαιούς συνταξιούχους. Θα πρόκειται δηλαδή για ακόμη ένα κύμα προσφυγής μαζί με αυτό των συνταξιούχων που ζητούν τις επιστροφές των αναδρομικών από τις περικοπές των συντάξεών τους και των δώρων εξαιτίας του Μνημονίου.
Θα πρέπει να τονιστεί ότι με τον αντιασφαλιστικό νόμο Κατρούγκαλου ισοπεδώθηκαν οι συντάξεις, τα εφάπαξ, τα μερίσματα, κόπηκαν ακόμη και οι αναπηρικές συντάξεις, αλλά και οι συντάξεις χηρείας. Μειώθηκαν δραματικά τα ποσά των νέων συντάξεων (από τον Μάιο του 2016) έως 40%. Παράλληλα ο νόμος Κατρούγκαλου δημιούργησε ένα άδικο κοινωνικά και κυρίως αναλογιστικά ασφαλιστικό σύστημα, με συντάξεις οι οποίες είναι πολύ χαμηλότερες από τις εισφορές που θα καταβληθούν. Οι συντάξεις του δημόσιου συστήματος ασφάλισης είναι υποχρηματοδοτημένες. Δηλαδή οι εισφορές που καταβάλλονται είναι πολύ υψηλότερες από τις τελικές συντάξεις.
Επίσης, από το 2020 καταργείται πλήρως το ΕΚΑΣ για τους χαμηλοσυνταξιούχους των 664 ευρώ, έπειτα από μια περίοδο (2015-2019) σταδιακής μείωσης, η οποία έχει στοιχίσει ήδη το ΕΚΑΣ από τους συνταξιούχους των 774 ευρώ. Επισημαίνεται ότι με την υπό ψήφιση διάταξη στη Βουλή καταργούνται από 1/1/2019 οι διατάξεις που προέβλεπαν το μέτρο της απομείωσης της προσωπικής διαφοράς στο πλαίσιο του επανυπολογισμού των συντάξεων για τους παλιούς συνταξιούχους. Από την ίδια ρύθμιση διασώζονται μόνο οι προσωπικές διαφορές άνω του 20% (και όχι κάτω του 20%) στις νέες συντάξεις του 2016-2018, οι συντάξεις τις οποίες θα αιτηθούν οι ασφαλισμένοι από το 2019 και έπειτα θα κοπούν έως 40%, ενώ θα «παγώσουν» όλες έως το 2022. Οι κυβερνητικοί πανηγυρισμοί περί γενικής «διάσωσης» των νέων συνταξιούχων δεν ισχύουν στην πράξη, καθώς η όποια «διάσωση» αφορά ορισμένες μόνο περιπτώσεις νέων συντάξεων. Η ρύθμιση αυτή δεν αφορά όσες νέες συντάξεις εμφάνισαν αρνητική προσωπική διαφορά κάτω από 20%. Αυτές θα παραμείνουν μειωμένες στο ακέραιο. Παράλληλα, από το 2019 όλες οι αιτήσεις θα οδηγούν σε συντάξεις μειωμένες χωρίς καμία προσωπική διαφορά. Εξάλλου, όλες οι νέες συντάξεις (όπως και οι παλιές) δεν θα δουν καμία αύξηση για την επόμενη τετραετία.
Σχετικά με την υπό ψήφιση διάταξη – για τη μη περικοπή των συντάξεων από 1/1/2019 – ο δικηγόρος Δημήτρης Μπούρλος αναλύει τις αλλαγές ως εξής:
Α. Κύριες συντάξεις
Στους παλαιούς συνταξιούχους, που η σύνταξή τους υπολογίστηκε όπως όριζαν οι διατάξεις πριν από την εφαρμογή του Ν. 4387/2016 και επανυπολογίστηκε σύμφωνα με τα άρθρα 14 και 33 του Ν. 4387/2016, ακόμη και αν μετά τον επανυπολογισμό προβλέπεται μηνιαίο ποσό χαμηλότερο του σήμερα καταβαλλομένου, θα συνεχίσει να καταβάλλεται το ίδιο ποσό. Η διαφορά μεταξύ του παλαιού υπολογισμού και του επανυπολογισμού θα καταβάλλεται ως προσωπική διαφορά, η οποία από 1/1/2023 θα συμψηφίζεται κατ’ έτος με τις ετήσιες αναπροσαρμογές των συντάξεων μέχρι την πλήρη εξάλειψή της. Στο πλαίσιο αυτό θα συνεχίσουν να καταβάλλονται και τα οικογενειακά επιδόματα (προσαυξήσεις οικογενειακών βαρών) στις περιπτώσεις που σήμερα καταβάλλονται στους συνταξιούχους. Στους νέους συνταξιούχους, δηλαδή αυτούς που η σύνταξή τους υπολογίστηκε με τον Ν. 4387/2016, θα συνεχίσει από 1/1/2019 να καταβάλλεται το ίδιο ποσό που καταβάλλεται σήμερα. Οσοι δε από αυτούς είχαν τα bonus προσωπικής διαφοράς επειδή υπέβαλαν αιτήσεις εντός του 2016, του 2017 και του 2018 και η διαφορά ποσού σύνταξης μεταξύ παλαιού και νέου τρόπου υπερέβαινε το 20%, θα συνεχίσουν να έχουν την προσαύξηση της σύνταξης με την προσωπική διαφορά. Ας σημειωθεί ότι για την κατηγορία αυτή δεν προβλέπεται συμψηφισμός της προσωπικής διαφοράς με τις μελλοντικά προσδοκώμενες (από 1/1/2023) αυξήσεις των συντάξεων, που βεβαίως σημαίνει ότι θα τύχουν κανονικά των μελλοντικών αυξήσεων των συντάξεων.
Γι’ αυτούς, τέλος, που θα υποβάλουν αιτήσεις συνταξιοδότησης μετά την 1/1/2019, ο υπολογισμός του ποσού της σύνταξης θα γίνει σύμφωνα με τα άρθρα 7, 8 και 30 του Ν. 4387/2016, χωρίς προφανώς καμία προσωπική διαφορά και χωρίς προσαυξήσεις οικογενειακών βαρών. Να υπενθυμίσουμε δε ότι τα οικογενειακά επιδόματα πλέον έχουν εξέλθει του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος και χορηγούνται όχι με βάση κοινωνικοασφαλιστικές προϋποθέσεις, αλλά αμιγώς με εισοδηματικά κριτήρια.
Β. Επικουρικές συντάξεις
Για όλους τους συνταξιούχους θα συνεχίσει η καταβολή του ίδιου ποσού σύνταξης που καταβάλλεται και σήμερα. Στις δε περιπτώσεις που μετά τον επανυπολογισμό των επικουρικών συντάξεων (Ιούνιος – Ιούλιος 2016) ένα τμήμα του ποσού σύνταξης κατεβάλλετο ως προσωπική διαφορά (αφορά περιπτώσεις που το άθροισμα κύριας και επικουρικής σύνταξης υπολειπόταν των 1.300 ευρώ), το τμήμα αυτό, για το οποίο με τον Ν. 4472/2017 είχε νομοθετηθεί περικοπή έως 18%, θα εξακολουθήσει να καταβάλλεται κανονικά.