Ας δούμε πρώτα τα γεγονότα. Η συνταγματική αναθεώρηση στη γείτονα προχωράει. Οι τελευταίες πληροφορίες αναφέρουν ότι θα αλλάξει και το άρθρο 36, παρ. 3, ώστε να γίνεται λόγος για «διασπορά» και όχι για «Μακεδόνες του εξωτερικού». Η ψηφοφορία αναμένεται στις 15 Ιανουαρίου και αν ψηφίσουν θετικά τα δύο τρίτα των βουλευτών, ο Ζόραν Ζάεφ θα έχει διανύσει με επιτυχία το δικό του μέρος της διαδρομής για την τελική έγκριση της συμφωνίας των Πρεσπών.
Στο μεταξύ, το κλίμα έχει βαρύνει επικίνδυνα στην Ελλάδα εξαιτίας κάποιων δηλώσεων περί μακεδονικής γλώσσας και «Αιγαιατών Μακεδόνων». Οι δηλώσεις αυτές απευθύνονται προφανώς στο εσωτερικό ακροατήριο. Δεν αλλάζουν το κείμενο της συμφωνίας. Και αν ακούγονται δυσάρεστα, δεν συνιστούν κανένα έγκλημα. Κανείς δεν μπορεί να υποχρεώσει τα ελληνικά σχολεία να διδάσκουν τη μακεδονική γλώσσα (αν και οποιοδήποτε φροντιστήριο μπορεί να το κάνει). Και κανείς δεν έθεσε ζήτημα αναγνώρισης μακεδονικής μειονότητας στην Ελλάδα.
Οσο για τον «αλυτρωτισμό», δηλαδή (κατά τα λεξικά) μια «εθνικιστική πολιτικοκοινωνική κίνηση που επιδιώκει την απελευθέρωση υπόδουλων ομοεθνών», δεν συναντάται ούτε στο Σύνταγμα της ΠΓΔΜ ούτε στις δηλώσεις του πρωθυπουργού της.
Ας περάσουμε τώρα στην πολιτική. Οι περισσότεροι παίκτες της ελληνικής πολιτικής ζωής δεν ενδιαφέρονται πραγματικά για τη λύση του λεγόμενου «Σκοπιανού» και την επίτευξη σταθερότητας στα Βαλκάνια. Ή, εν πάση περιπτώσει, θέτουν τα κομματικά τους συμφέροντα πάνω απ’ αυτό. Τόσο οι πραγματικοί αντίπαλοι μιας συμβιβαστικής λύσης (ο Καμμένος και η δεξιά πτέρυγα της ΝΔ) όσο και εκείνοι που χρησιμοποιούν τη συμφωνία των Πρεσπών για αντιπολιτευτικούς λόγους (οι μετριοπαθείς της ΝΔ, το ΚΙΝΑΛ και το ΚΚΕ) ανεβαίνουν λοιπόν στα κάγκελα με το παραμικρό, κατασκευάζοντας ή διογκώνοντας απειλές και καταγγέλλοντας φανταστικούς εχθρούς.
Ο Αλέξης Τσίπρας, πάλι, ενδιαφερόταν από την αρχή πάνω απ’ όλα για τη διάσπαση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αφού «άδειασε» λοιπόν τον αρχιτέκτονα της συμφωνίας, τον Νίκο Κοτζιά, δέχεται εισηγήσεις τώρα να προκηρύξει πρόωρες βουλευτικές εκλογές την άνοιξη με πρόσχημα τη μη συγκέντρωση κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας για την έγκριση της συμφωνίας. Με τον τρόπο αυτό θα πετάξει την καυτή πατάτα στην επόμενη κυβέρνηση – και θα οδηγήσει τη χώρα σε νέες περιπέτειες.
Μένει ο αφανής πρωταγωνιστής των τελευταίων ημερών, ο Σταύρος Θεοδωράκης. Ο αρχηγός του Ποταμιού φέρεται από μερίδα του Τύπου να αμφιταλαντεύεται ξαφνικά για τη συμφωνία ή και να είναι έτοιμος να την καταψηφίσει για να εξασφαλίσει μια καρέκλα στην επόμενη κυβέρνηση. Το πρώτο σενάριο δεν στηρίζεται σε ουσιαστικούς λόγους. Το δεύτερο δεν ταιριάζει με την ιστορία του και την προσωπικότητά του. Αν έκανε κι ο Θεοδωράκης ανίερες συναλλαγές, δεν θα μπορούσε να κυκλοφορήσει όχι στη Βουλή, αλλά ούτε και στην πατρίδα του την Κρήτη.
Είναι βέβαια άδικο να ζητείται από ένα μικρό κόμμα να σώσει την τιμή της χώρας. Αλλά τα έχει αυτά η άτιμη η πολιτική.