Η επίσκεψη του έλληνα Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στη Μόσχα είχε βασικό στόχο την αναθέρμανση των ελληνορωσικών σχέσεων μετά τη διπλωματική κρίση του καλοκαιριού. Εκ των πραγμάτων, η διαφαινόμενη υλοποίηση της συμφωνίας των Πρεσπών ωθεί τον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν σε μια περισσότερο ρεαλιστική γραμμή απέναντι στην Ελλάδα. Ελλάδα και Ρωσία, άλλωστε, πρέπει να αναζητήσουν τρόπους συνεργασίας ανεξάρτητα από την ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ. Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες παραμέτρους της συνέντευξης Τύπου στο Κρεμλίνο ήταν η επαναφορά στη δημόσια συζήτηση του ενδεχομένου επέκτασης του αγωγού TurkishStream, ο οποίος θα συνδέει τη Ρωσία με την Τουρκία, επί ελληνικού εδάφους. Με μια πρώτη ματιά, μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να συμβάλει στην κάλυψη ενός μεγάλου ποσοστού των αναγκών της Ελλάδας σε φυσικό αέριο, την ενίσχυση της ενεργειακής της ασφάλειας, καθώς θα αποφεύγεται ο διάδρομος της Ουκρανίας, και την περαιτέρω ανάδειξη του διαμετακομιστικού της ρόλου.
Χρειάζεται, ωστόσο, λεπτός χειρισμός και ιδιαίτερη προσοχή, καθώς στο παρελθόν έργα ρωσικού ενδιαφέροντος, όπως για παράδειγμα ο αγωγός SouthStream, έχουν ματαιωθεί. Το σενάριο της επέκτασης του TurkishStream επί ελληνικού εδάφους με την ταυτόχρονη αναβίωση της ιδέας για την κατασκευή του αγωγού Poseidon που θα συνδέει την Ελλάδα με την Ιταλία μπορεί να αποδειχθεί βιώσιμο μόνον εφόσον πληροί τα ευρωπαϊκά κριτήρια. Το ζήτημα της χρηματοδότησης χωρίς υψηλή ρωσική συμμετοχή αποτελεί αγκάθι. Η Ελλάδα, λοιπόν, πρέπει να καταρτίσει συγκεκριμένη μελέτη, που θα μπορεί θεωρητικά να εξασφαλίσει την έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και την οποία χρειάζεται πρώτα να συζητήσει με τους εταίρους της.
Αλλες λύσεις που συζητιούνται είναι ο TurkishStream να τροφοδοτεί τον αγωγό TAP ή να αποφασιστεί επέκταση του πρώτου μέσω Βουλγαρίας. Σε κάθε περίπτωση, το ρωσικό φυσικό αέριο θα εξακολουθήσει να είναι σημαντικό για την Ελλάδα, έστω και αν τα περιθώρια ελιγμών της δεν μπορεί να είναι τα ίδια με αυτά ισχυρότερων ευρωπαϊκών κρατών.