Θα είναι πάντα πιο εύκολο να ξεκινά κανείς για να συναντήσει την Ιστορία, για να βρεθεί κάπου στις παρυφές της. Τι συμβαίνει όμως όταν η Ιστορία έρχεται με χίλια κατά πάνω του; Τι γίνεται όταν ο Σταύρος Θεοδωράκης καλείται να σηκώσει το βάρος μιας συμφωνίας που δεν υπέγραψε καν ο ίδιος, μιας συμφωνίας που στήριξε, αλλά αρκούσε μια δήλωση του Ζάεφ, η οποία ερμηνεύτηκε ως αλυτρωτική, για να υπενθυμίσει πως, ανεξάρτητα από το αν αρέσουν ή όχι, οι συμφωνίες συνηθίζουν να παράγουν αποτελέσματα;
Η απάντηση είναι τόσο δύσκολη όσο δύσκολη δείχνει να είναι για τον ίδιο τον Θεοδωράκη. Με άλλα λόγια, δεν αρκεί ένα λογοπαίγνιο για τη λύση του ποταμικού διλήμματος – «Το Ποτάμι θόλωσε στις Πρέσπες» ή «Το Ποτάμι τελικά γυρίζει πίσω» ή ακόμη και «Η συμφωνία έπνιξε το Ποτάμι» είναι λογοπαίγνια που γίνονται εύκολα τίτλοι, αλλά κανένα λογοπαίγνιο που γίνεται τίτλος δεν μπορεί να περιγράψει το δράμα. Και το δράμα του Σταύρου Θεοδωράκη είναι διπλό: Πώς στηρίζεις τη συμφωνία Τσίπρα – Ζάεφ τώρα που η συμφωνία δείχνει χειρότερη απ’ ό,τι ενδεχομένως είναι; Πώς στηρίζεις αυτή τη συμφωνία χωρίς να στηρίξεις παράλληλα και τον Τσίπρα;
Το δίλημμα γίνεται ακόμη πιο πιεστικό αν λάβει υπόψη του κανείς ότι είναι το ίδιο το Μαξίμου που με την ανακοίνωσή του θέτει τον Θεοδωράκη στη θέση του πρωταγωνιστή της ιστορίας. Και ακόμη περισσότερο εάν μπει στην εξίσωση και η πολιτική επιβίωση του Θεοδωράκη. Με τον Καμμένο να έχει κάψει μονομερώς τη συμφωνία, η ψήφος του Ποταμιού δεν μετατράπηκε από περιφερειακό σε κεντρικό ζήτημα μόνο για την επιβίωση της συμφωνίας και για την επιβίωση του Μαξίμου. Είναι όμως κεντρικό και για την επιβίωση του ίδιου του Θεοδωράκη εάν υποτεθεί ότι αυτή περνάει από τη συνεργασία με τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Μένει να φανεί ποιον θα σώσει ο Θεοδωράκης ανάμεσα στον εαυτό του, τη συμφωνία ή την κυβέρνηση. Οπως πάντως συμβαίνει με όλα τα διλήμματα, όποια απόφαση και αν πάρει θα έχει πάντα λόγους για να το μετανιώνει.