Δυόμισι ακριβώς χρόνια έχουν περάσει από τότε που οι Βρετανοί αποφάσισαν με την ψήφο τους να πάρουν διαζύγιο από την Ευρώπη. Μία απόφαση που έγινε αιτία και αφορμή να δουν κατάματα οι πολίτες του «νησιού» τις εθνικές τους παθογένειες – ανεξάρτητα από το πώς τις αξιολογούν. (Μην ξεχνάμε ότι ο δρόμος προς την έξοδο ήταν στρωμένος με το αίμα της βουλευτού Τζο Κοξ που δολοφονήθηκε από φανατικό υπέρμαχο του Brexit). Για μας τους Ελληνες, η εμπειρία των Βρετανών είναι ένα πολύ καλό μάθημα για να συνειδητοποιήσουμε τι θα σήμαινε για τη χώρα μας ένα Grexit που πάρα πολλοί πανηγύριζαν εκ των προτέρων εκείνον τον εφιαλτικό Ιούνιο του 2015 ως, περίπου, εθνική παλιγγενεσία. Ας ξαναγυρίσουμε όμως στο Ηνωμένο Βασίλειο. Μια μετέωρη χώρα εδώ και τριάντα μήνες που προσπαθεί να εφαρμόσει την απόφαση του δημοψηφίσματος βιώνοντας, σε πολιτικό επίπεδο, το αδιέξοδο αυτής της επιχειρούμενης εξόδου. Μια πρωθυπουργός που κλυδωνίζεται, που αυτοαναιρείται που, για τους αντιπάλους της, θεωρείται πολύ κατώτερη των περιστάσεων που καλείται να διαχειριστεί. Εν τω μεταξύ η στερλίνα πέφτει, τα μηνύματα δεν είναι ευοίωνα και η Τερίζα Μέι κινείται παγιδευμένη μέσα στη συνθήκη του lose – lose. Χαμένη από χέρι το λέμε στα ελληνικά.
Από τη μία λοιπόν οι υπέρμαχοι του Brexit που παρά την περιπέτεια στην οποία έχει μπει η χώρα επιμένουν με τον φανατισμό του 2016 στο «Leave means leave» («Φεύγουμε σημαίνει φεύγουμε»). Και από την άλλη μια αυταπόδεικτη αλήθεια που φέρνει στην επιφάνεια η «βρετανική περιπέτεια». Η Ενωμένη Ευρώπη δεν είναι απλώς τα ολοένα και περισσότερα αστεράκια πάνω στην μπλε σημαία. Πέρα από το όραμα του Αντενάουερ υπάρχει ένα πλέγμα νόμων και συνθηκών που δεν πρόκειται, αν και μπορεί να φαίνεται, περί γραφειοκρατίας. Είναι το δίχτυ ασφαλείας αυτού του «οικοδομήματος» που αποδεικνύει πως αν ένας όροφος παρουσιάζει ρωγμές, είναι πολύ πιο εύκολο, παρά να καταργήσουμε τον όροφο, να τον επισκευάσουμε.