«Δεν νιώθω μίσος γι’ αυτούς τους ανθρώπους, παρά μόνο λύπη για τους ίδιους και τις οικογένειές τους καθώς θα αναγκαστούν τώρα να βρεθούν στη φυλακή. Ομως η Δικαιοσύνη είναι η ασπίδα της κοινωνίας και θα πράξει το καθήκον της».
Με τις δηλώσεις αυτές του 54χρονου επιχειρηματία Μιχάλη Λεμπιδάκη ολοκληρώθηκε η πρώτη μέρα της ακροαματικής διαδικασίας στην υπόθεση απαγωγής, τη μεγαλύτερη σε διάρκεια στην Ευρώπη.
Λίγο πριν από την έναρξη της κατάθεσής του και στη θέα των 12 κατηγορουμένων, ο Λεμπιδάκης με ψυχραιμία τούς χαιρέτησε. Στη συνέχεια, ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ηρακλείου, άρχισε να περιγράφει όλα όσα έζησε τις 186 ημέρες στα χέρια τους. Θα πρέπει να τονιστεί πως η μαρτυρία του 54χρονου επιχειρηματία είναι ιδιαιτέρως σημαντική καθώς αναμένεται να βοηθήσει στην κατανομή των ρόλων των κατηγορουμένων και άρα στον βαθμό της ποινικής εμπλοκής που είχε στην υπόθεση καθένας από τους κατηγορουμένους.
Η κατάθεσή του ξεκίνησε με τα όσα συνέβησαν την ημέρα της απαγωγής στις 30 Μαρτίου του 2017, όταν οι κακοποιοί τον ανάγκασαν να βγει από το αυτοκίνητό του. Μίλησε και για τα κρησφύγετα όπου τον κρατούσαν, με το πρώτο να δηλώνει πως ήταν σε ορεινό μέρος, χωρίς να μπορεί να διευκρινίσει πού ακριβώς ενώ το τελευταίο ήταν ένα μαντρί γεμάτο ψύλλους, όπως δήλωσε χαρακτηριστικά.
Οσον αφορά τους απαγωγείς, ο Λεμπιδάκης επεσήμανε πως όσοι έρχονταν σε επαφή μαζί του φορούσαν γυαλιά ηλίου και κουκούλα. Δεν δίστασε, πάντως, να αναφέρει πως δύο άτομα εκ των απαγωγέων έδειξαν στον ηρακλειώτη επιχειρηματία ένα πιο φιλικό και ανθρώπινο πρόσωπο, καθώς ήταν τα άτομα που τον παρηγορούσαν. «Εκείνοι μου έλεγαν συνέχεια πως δεν υπάρχει κανένας απολύτως κίνδυνος για τη ζωή μου» δήλωσε.
ΜΕΓΑΛΟΨΥΧΙΑ. Μάλιστα η μεγαλοψυχία και ο αλτρουισμός του Μιχάλη Λεμπιδάκη σχολιάστηκε εντόνως στην αίθουσα του δικαστηρίου. Ακόμη και η έδρα, η οποία επίμονα ζητούσε να μάθει ποιοι κατηγορούμενοι ήταν στα κρησφύγετα, με τον επιχειρηματία να δηλώνει πως δεν θυμάται, σχολίασε πως «ο μάρτυρας μπορεί να βοηθήσει αλλά δεν θέλει».
Στην κατάθεσή του αναφέρθηκε και στο γεγονός πως στους έξι μήνες που διήρκεσε η απαγωγή του ήταν συνεχώς δεμένος ενώ του επετράπη να κάνει μπάνιο μόλις τέσσερις φορές ενώ ρούχα άλλαξε τρεις φορές. «Ωστόσο, έτρωγα καλό φαγητό ενώ με άφηναν να βλέπω τηλεόραση και μου έφερναν κάποια βιβλία και εφημερίδες».
Σημειώνεται ότι μέχρι να εκδοθεί η ετυμηγορία των δικαστών αναμένεται να μεσολαβήσουν πολλές συνεδριάσεις. Ωστόσο, σύμφωνα και με νομικούς κύκλους, στόχος είναι η αυλαία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου να έχει πέσει πριν από τη λήξη του 18μήνου (σ.σ.: ανώτατο όριο προσωρινής κράτησης για όλους τους κατηγορουμένους) που συμπληρώνεται στις αρχές Μαρτίου του 2019.
«Εξέφρασα στον κ. Μανώλη Λεμπιδάκη τη συμπάθειά μου για την περιπέτειά του καθώς και την ιδιαίτερη εκτίμηση προς το πρόσωπό του και στην προσφορά του ιδίου και της οικογενείας του στην Κρήτη και στη χώρα γενικότερα. Η σαφής και κατηγορηματική από μέρους του παραδοχή ότι ο πρώτος εκ των εντολέων μου (ιδιοκτήτης της μάντρας αυτοκινήτων) του πρότεινε να τον απελευθερώσει με κίνδυνο της σωματικής ακεραιότητας και ενδεχομένως της ζωής του ιδίου του εντολέως μου, καταδεικνύει την ερασιτεχνική και τυχαία εμπλοκή του καθώς και τη μεταμέλειά του σε ανύποπτο χρόνο. Τον, δε, δεύτερο εκ των εντολέων μου (εργαζόμενο στην ίδια εταιρεία) δεν τον αναγνώρισε και δεν τον ταύτισε με τους απαγωγείς του. Εκτιμώ ότι ο κ. Λεμπιδάκης δεν παρεσύρθη από την καθ’ όλα δικαιολογημένη οργή για την πολύμηνη περιπέτειά του και κατέθεσε τα πραγματικά περιστατικά, λέγοντας την αλήθεια» δηλώνει στα «ΝΕΑ» ο συνήγορος υπεράσπισης δύο εκ των κατηγορουμένων Σάκης Κεχαγιόγλου.