Η αφορμή είναι η μικρού μήκους, μόλις τεσσάρων λεπτών, ταινία του Θοδωρή Παπαδουλάκη (τον γνωρίσαμε από το εξαιρετικό σίριαλ «Το νησί») σε σενάριο του ίδιου και του Παναγιώτη Παπουτσάκη που προβλήθηκε στο Φεστιβάλ της Δράμας και πριν από λίγες ημέρες κυκλοφόρησε στο Ιντερνετ. Ενας νεαρός με αδελφή ΑμεΑ, εξαγριωμένος επειδή δεν μπορεί να διασχίσει με το καροτσάκι της πεζοδρόμια αποκλεισμένα από τραπεζοκαθίσματα, μπαρ και δρόμους με παράνομα παρκαρισμένα αυτοκίνητα, τα παίρνει στο κρανίο, αρπάζει έναν σιδηρολοστό και τα κάνει όλο λαμπόγυαλο. Το βίντεο, λέει, συγκλόνισε αλλά και δίχασε το κοινό. Πάλι καλά. Διότι, προσωπικά, αυτό που με συγκλόνισε ήταν η απροκάλυπτη αγιοποίηση της βίας. Σαν να την πέρασε από το πουργατόριο της κοινωνικής συνείδησης.
Είχα την εντύπωση ότι η συζήτηση περί καλής και κακής βίας είχε κλείσει από τότε που ξεθύμαναν οι Αγανακτισμένοι και ο Γιώργος Κατρούγκαλος από προπηλακιστής με πλακάτ έγινε υπουργός με ποσέτ. Αμ δε. Τότε έπεσε ο σπόρος που, εν τω μεταξύ, φύτρωσε και έγινε δεντράκι κάτω από τον παχύ ίσκιο του οποίου κρύβονται τα αυτονόητα. Οτι δηλαδή η βία δεν έχει επιθετικό προσδιορισμό. Ακόμη περισσότερο η αυτοδικία. Διότι, όπως να δεις και τα δύο φαινόμενα, δεν υπάρχει συντομότερη οδός αποδρομής από τα βασικά του ευνομούμενου κράτους. Και δεν χρειάζεται να το πάω τόσο μακριά. Δεν θυμάμαι ποιος έχει πει ότι ο πολιτισμός ξεκίνησε από τότε που ένας άνθρωπος άφησε κάτω την πέτρα που ετοιμαζόταν να ρίξει στον απέναντί του και αποφάσισε να λύσει τις διαφορές του με συζήτηση, αλλά, όποιος και να το είπε, να αγιάσει το στόμα του.
Για να δούμε, λοιπόν, τι κάνει ο νεαρός στο βίντεο; «Παίρνει τον νόμο στα χέρια του» καθώς η νομοθεσία για την ελεύθερη πρόσβαση των ΑμεΑ υφίσταται αλλά δεν εφαρμόζεται. Δεν νομίζω ότι υπάρχει πιο ανατριχιαστική φράση αλλά και πιο δυσοίωνη για το μέλλον του πολιτισμού μας. Οχι, λάθος. Υπάρχει κάτι, από τη συγκομιδή των τελευταίων ημερών, ακόμη πιο ανατριχιαστικό. Η επιστολή των κρατουμένων των φυλακών Αυλώνα, αφού τουλούμιασαν στο ξύλο τον 19χρονο της άγριας δολοφονίας στη Ρόδο. Παίρνουν, υποτίθεται, τις αποστάσεις τους από την εφαρμογή της αυτοδικίας, αλλά καταλήγουν: «Δεν θα μας ξεριζώσει όμως κανείς το δικαίωμα να αφουγκραζόμαστε την κοινωνία από την οποία προερχόμαστε και να αποδίδουμε ένα μικρό κομμάτι κοινωνικής δικαιοσύνης στον χώρο όπου ζούμε».
Κοινωνική δικαιοσύνη δεν απέδωσε και ο πρωταγωνιστής του Παπαδουλάκη; «Κοινωνική δικαιοσύνη», έτσι όπως οι ίδιοι την αντιλαμβάνονταν, δεν απέδωσαν και οι δολοφόνοι του Ζακ; Την κοινωνική δικαιοσύνη δεν επικαλούνταν και οι τρομοκράτες της 17 Νοέμβρη ύστερα από κάθε δολοφονία; Κοινωνική δικαιοσύνη δεν θα αποδώσω κι εγώ αν αύριο μου τη δώσει, μπω σε έναν χώρο όπου, παρόλο που δεν επιτρέπεται το κάπνισμα, κάποιοι καπνίζουν και αρχίσω να σβήνω τα τσιγάρα στη μούρη τους; Κυρίες και κύριοι, καλώς ήρθατε στη ζούγκλα.