Με χθεσινές (12/12/18) ανακοινώσεις τους δύο δικαστικές ενώσεις μας κάλεσαν να προβούμε σε δηλώσεις διακοπής παραγραφής για «α)… ενόψει προσφυγών για την αναδρομική διεκδίκηση ποσών μισθολογικών ωριμάνσεων ετών 2017-2018, β)… ενόψει προσφυγών για την αναδρομική διεκδίκηση του 13ου και 14ου μισθού». (Δηλαδή των Δώρων Χριστουγέννων, Πάσχα και άδειας). Εξ αυτών η μεν Ενωση Εισαγγελέων Ελλάδος «διατηρεί επιφυλακτική στάση σχετικά με την πιθανότητα ευδοκίμησης της υπό στοιχείο β) αξίωσης», ενώ η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων προτιμάει τη διατύπωση «χωρίς να καλλιεργούμε υπερβολικές προσδοκίες για τις παραπάνω αξιώσεις μας». Στηρίζονται βέβαια σε πρόσφατες αποφάσεις πρωτοβάθμιων κυρίως δικαστηρίων που δέχτηκαν σχετικές αγωγές και αναγνώρισαν τις σχετικές «απαιτήσεις» των δικαστικών λειτουργών.
Μένω με την εντύπωση πως οι συνάδελφοι δεν έχουν κατανοήσει τι συνέβη στην Ελλάδα το 2009-10, καθώς και ότι αυτό οφείλεται στην «πλαστή και με δανεικά ευζωία των αμέσως προηγούμενων ετών – δεκαετιών»: Δηλαδή σ’ αυτό που ο, αδίκως λοιδορηθείς, κ. Θ. Πάγκαλος είπε στη λακωνικά περιεκτική φράση «όλοι μαζί τα φάγαμε». Ολοι; Ναι ΟΛΟΙ και ημείς ιδιαίτερα στο μέτρο που μπορούσαμε. Για τους Δικαστικούς Λειτουργούς συνίστατο στο ότι, δεν αφήσαμε τίποτα που να εισέπραξαν άλλοι υπάλληλοι στον δημόσιο τομέα και αναγόταν σε ενδεχομένως δίκαιες απαιτήσεις τους, χωρίς να το πάρουμε και εμείς (ενδεικτικό παράδειγμα οι πλασματικές εφημερίες των νοσοκομειακών γιατρών, χωρίς να κρίνω αν έπρεπε να τις παίρνουν. Το ερώτημα «συνοψίζει» κάπως την πλασματική ευζωία). Ετσι αυξήθηκαν οι αποδοχές μας προς μεγάλη μας χαρά και κανείς δεν υποπτευόταν ότι «το μέλλον προβλέπεται άνυδρο» (οι πιο οξυδερκείς το είχαν καταλάβει. Για τους Ελληνες όμως είναι ακράδαντη πεποίθηση πως «δίκιο είναι το δίκιο του εργάτη, του αγρότη, κ.λπ., κ.λπ.» και δεν κατανοούν πως το δίκαιο μπορεί να είναι μόνο ένα για όλους. Ενδεικτικό παράδειγμα που υποδηλώνει το αντίθετο είναι οι τεράστιες διαδηλώσεις κατά του σχεδίου Γιαννίτση για την ασφαλιστική μεταρρύθμιση του 2001). Και το 2010 «στέρεψε το νερό», άρχισαν οι δανειακές συμβάσεις, το δημόσιο χρέος διογκωνόταν και τελευταία καταφέραμε να το φτάσουμε στα 322,568 δισ. ευρώ (Eurostat 20/7/18), ή 180,4% του ΑΕΠ.
Κατανοώ ότι οι Δικαστικοί Λειτουργοί δεν γνωρίζουν οικονομικά και δεν ενδιαφέρονται να μάθουν. Κανείς όμως δεν πληροφορήθηκε πώς, για να εκπληρώσουμε τις δανειακές μας υποχρεώσεις, θα απαιτηθούν μερικές γενιές και εντέλει θα τις εκπληρώνουν ακόμα και τα δισέγγονά μας; Κατά τις εκτιμήσεις των οικονομολόγων, αν ευδοκιμήσουν οι σχετικές αγωγές όλων ημών των ειδικών μισθολογίων («δικαστικοί, πανεπιστημιακοί, ένστολοι κ.λπ.»), το βάρος για τον προϋπολογισμό θα αγγίξει τα 10 δισεκατομμύρια. Δηλαδή δεν θα αρκεί το (προερχόμενο από την υπερφορολόγηση και τη μη εκπλήρωση των υποχρεώσεων του Δημοσίου, αλλά και απαιτούμενο από τις δανειακές συμβάσεις, πλασματικό κατά τα άλλα) υπερπλεόνασμα του προϋπολογισμού, άρα και αυτό θα καταβαραθρωθεί. Αν ούτε αυτό τους λέει κάτι, τότε ίσως θα πρέπει να τους πουν τα ακόλουθα: α) το ελληνικό Δημόσιο δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του προς τους Ελληνες, π.χ. τα χρέη για τα Νοσοκομεία και τα φάρμακα, ή την έγκαιρη έκδοση των συντάξεων και των εφάπαξ σ’ αυτούς που τα δικαιούνται, αλλά χορηγεί έκτακτα επιδόματα. β) η υπερφορολόγηση εξοντώνει τους πάντες και κυρίως τους υψηλόμισθους: εμάς. γ) την ανάπτυξη όλο την ακούμε ότι έρχεται, αλλά ακόμα δεν ξεκίνησε το δρομολόγιό της για να έλθει και να μας σώσει. δ) η δυσθεώρητη ανεργία.
Είναι λοιπόν παράλογο τα δικαστήρια να αποφαίνονται για δημοσιονομικά θέματα, αυτά που απορρέουν από κρατικές δανειακές συμβάσεις. Και είναι εντελώς άλλο θέμα να κρίνουν την προσφυγή κάποιου συνταξιούχου που υπολογίστηκε λάθος η σύνταξή του (διότι δεν υπολογίστηκαν σωστά τα συντάξιμα χρόνια του, ή οι εισφορές του). Οχι όμως δημοσιονομικά ζητήματα. Και όσοι δεν γνωρίζουν το θέμα ας αναζητήσουν έγκυρες σχετικές πληροφορίες. Ισως είναι ένα ενδιαφέρον ζήτημα για την εν εξελίξει διαδικασία Συνταγματικής Αναθεώρησης.
Εντέλει δικαιούμαστε όλοι μια αξιοπρεπή διαβίωση. Διεκδικώντας όμως αυτά που πρότειναν οι δικαστικές ενώσεις, προσφέρουμε χείριστες υπηρεσίες στη χώρα και στους εαυτούς μας εν στενή έννοια, πέραν του ότι έτσι καταβαραθρώνουμε την έξωθεν καλή μας μαρτυρία. Για τους λόγους αυτούς αρνούμαι και να σκεφθώ την κατάθεση της δήλωσης διακοπής παραγραφής και θα πρότεινα οι δικαστικές ενώσεις να το ξανασκεφθούν και να ανακρούσουν πρύμναν ενεργώντας με νηφαλιότητα. Διαφορετικά θα δώσουμε το δικαίωμα στους συμπολίτες μας να αναφωνήσουν:
Αιδώς Αργείοι.
Ο Γιώργος Κτιστάκης είναι διδάκτωρ Νομικής, εισαγγελέας Εφετών