Το βράδυ της περασμένης Δευτέρας, λίγες ώρες μετά την επικών διαστάσεων κωλοτούμπα της Τερίζα Μέι να ανακοινώσει ότι η ψηφοφορία-σταθμός για το Brexit αναβάλλεται επ’ αόριστον διότι, όπως παραδέχθηκε, αν γινόταν θα την έχανε, η ατμόσφαιρα στην Ντάουνινγκ Στριτ ήταν ιδιαίτερα εύθυμη: κεφάτοι άνθρωποι περπατούσαν μπροστά μου ανέμελα, φωνές, γέλια και πειράγματα αντηχούσαν κατά μήκος του πιο διάσημου δρόμου της Βρετανίας. Να ήταν άραγε οι σύμβουλοι της Μέι που γλεντούσαν την (προσωρινή) παράταση του πρωθυπουργικού της βίου; Οχι. Επρόκειτο για τους προσκεκλημένους στο χριστουγεννιάτικο πάρτι του υπουργού Οικονομικών, το σπίτι του οποίου, στον αριθμό 11, βρίσκεται ακριβώς δίπλα σε εκείνο της πρωθυπουργού. Η Μέι δεν συμμετείχε στο πάρτι. Είκοσι λεπτά αργότερα επέστρεψε φουριόζα από τη Βουλή (το αυτοκίνητο με την ίδια και τις δύο γυναίκες φρουρούς της πέρασε από μπροστά μου σαν σίφουνας), έφτιαξε τη βαλίτσα της και έφυγε μέσα στη νύχτα για τη Χάγη – τον πρώτο σταθμό της ευρωπαϊκής περιοδείας που άρχισε σε μια απέλπιδα προσπάθεια να «βελτιώσει» τη συμφωνία για το Brexit και να την καταθέσει ξανά στη Βουλή. Οσο η πρωθυπουργός «έλειπε σε ταξίδι για δουλειές» (ακολούθησαν Βερολίνο και Βρυξέλλες), οι Brexiteers στο κόμμα της συνωμοτούσαν για να την καθαιρέσουν. Με το που επέστρεψε στο Λονδίνο, το βράδυ της Τρίτης, πληροφορήθηκε ότι είχαν συγκεντρωθεί οι 48 υπογραφές που απαιτούνταν για να διεξαχθεί ψηφοφορία επί πρότασης δυσπιστίας. Λιγότερο από 24 ώρες αργότερα, η Μέι έβγαινε νικήτρια – αλλά εμφανώς λαβωμένη – από αυτή τη μάχη. Την επομένη, έφυγε ξανά για τις Βρυξέλλες, συνεχίζοντας απτόητη την προσπάθεια επαναδιαπραγμάτευσης μιας συμφωνίας για την οποία λίγες ημέρες πριν ορκιζόταν ότι «είναι η μοναδική που θα μπορούσε να υπάρξει».
Ωστόσο, η ευρωπαϊκή τουρνέ της Μέι δεν δείχνει να αποφέρει καρπούς. Οι εταίροι της απέκλεισαν το ενδεχόμενο επαναδιαπραγμάτευσης και η βρετανίδα πρωθυπουργός βρίσκεται εκεί από όπου ξεκίνησε: στο μηδέν. «Τέτοιου είδους διαπραγματεύσεις είναι πάντοτε σκληρές, υπάρχουν πάντα δύσκολες στιγμές και όσο πλησιάζεις προς το τέλος τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο δύσκολα γιατί πάντα κανονίζεις τις τελευταίες λεπτομέρειες», είπε χθες το μεσημέρι η Μέι σε συνέντευξη Τύπου.
Τι ζητά η Μέι; Να γίνουν αλλαγές στη διαβόητη «δικλίδα ασφαλείας» (backstop) για την αποφυγή «σκληρών συνόρων» στην Ιρλανδία, η οποία προβλέπει την επ’ αόριστον παραμονή του Ηνωμένου Βασιλείου σε μία τελωνειακή ένωση με την ΕΕ. Γιατί θέλει να αλλάξει; Διότι την απορρίπτουν τουλάχιστον 100 Συντηρητικοί βουλευτές και το βορειοϊρλανδικό κόμμα DUP που στηρίζει την κυβέρνηση. Χωρίς αυτούς, η συμφωνία είναι καταδικασμένη να καταψηφιστεί. Τι ακριβώς επιδιώκει η Μέι; Να δεσμευθεί η ΕΕ ότι το backstop θα έχει σαφή ημερομηνία λήξης ή ότι θα δοθεί στη βρετανική Βουλή η δυνατότητα να το τερματίσει μονομερώς. Οι Βρυξέλλες, όμως, της έχουν διαμηνύσει ότι αυτό θα ακύρωνε την ίδια τη φύση του μηχανισμού (χωρίς δικλίδα δεν υπάρχει ασφάλεια – λογικό). Η μόνη παραχώρηση που της έκαναν είναι να παράσχουν «διαβεβαιώσεις» για τον προσωρινό (γενικώς και αορίστως) χαρακτήρα του backstop. Αυτό, όμως, δεν ικανοποιεί τους αντάρτες βουλευτές. Συμπέρασμα; Οταν η συμφωνία κατατεθεί στη Βουλή προς ψήφιση, το πιθανότερο είναι ότι – εάν παραμείνει ως έχει – θα απορριφθεί. Και τότε, δεν μπορεί να αποκλειστεί ένα πιο «μαλακό» Brexit, ένα δεύτερο δημοψήφισμα ή ακόμη και εκλογές.
«Η απόφαση της Μέι να αναβάλει την ψηφοφορία μετατρέπει την τραγωδία του Brexit σε φάρσα. Η πρωθυπουργός βρίσκεται σε εξαιρετικά δύσκολη και επικίνδυνη θέση. Είναι απίθανο να κερδίσει αρκετές ουσιαστικές παραχωρήσεις από την ΕΕ. Το περιθώριο για ελιγμούς εκμηδενίζεται. Εάν η συμφωνία υπερψηφιστεί, θα μιλάμε για θαύμα. Εάν καταψηφιστεί, η Μέι έχει τελειώσει», δήλωσε στα «ΝΕΑ» ο Νίκολας Αλεν, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Royal Holloway του Λονδίνου. «Το μόνο που κατάφερε η Μέι ήταν να αγοράσει λίγο χρόνο με την ελπίδα ότι θα γίνει κάτι που θα τη σώσει – κάτι που ούτε η ίδια ξέρει τι θα μπορούσε να είναι», είπε στα «ΝΕΑ» στέλεχος των Τόρις.
Εκτός νέου απρόοπτου, η ψηφοφορία θα διεξαχθεί περί τα μέσα Ιανουαρίου. Μέχρι τότε, πολλά μπορεί να συμβούν. Οι Εργατικοί εξετάζουν το ενδεχόμενο να καταθέσουν πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης, ενώ οι δελφίνοι της Μέι βρίσκονται στις επάλξεις. Σε αυτούς συγκαταλέγονται ο εκ των αρχιτεκτόνων του Brexit Μπόρις Τζόνσον, οι πρώην υπουργοί Brexit Ντόμινικ Ράαμπ και Ντέιβιντ Ντέιβις, οι υπουργοί Εσωτερικών Σάτζιντ Τζάβιντ, Εξωτερικών Τζέρεμι Χαντ, Περιβάλλοντος Μάικλ Γκόουβ και Εργασίας Αμπερ Ραντ.