Εγινε γνωστή ως COP24. Ηταν η διεθνής σύνοδος για το κλίμα που ολοκλήρωσε τις εργασίες της αργά το Σάββατο το βράδυ στο Κατοβίτσε της Πολωνίας. Κι αν οι 200 χώρες που συγκεντρώθηκαν εκεί διακήρυξαν ότι η Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα πρέπει οπωσδήποτε να εφαρμοστεί την ερχόμενη δεκαετία, δεν μπόρεσαν να συμφωνήσουν σε πιο δραστικά μέτρα.
Η σύνοδος έπρεπε να τελειώσει την Παρασκευή. Οι διαφωνίες όμως των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σαουδικής Αραβίας είχαν ως αποτέλεσμα να καθυστερήσουν οι εργασίες άλλη μία ημέρα. Και όπως επισήμανε η Τατιάνα Νούνιο, ειδικός της Greenpeace για την κλιματική αλλαγή, τα τελικά συμπεράσματα δεν περιλαμβάνουν δέσμευση για κλιμάκωση της δράσης. Το θέμα των αγορών άνθρακα μάλιστα (η ανταλλαγή δηλαδή των ποσοστώσεων των εκπομπών ανάμεσα σε ενδιαφερόμενες χώρες) παραπέμφθηκε στην επόμενη σύνοδο, σε έναν χρόνο. Η σύνοδος αυτή επρόκειτο να πραγματοποιηθεί στη Βραζιλία, ο νεοεκλεγείς πρόεδρος της τελευταίας όμως Ζαΐρ Μπολσονάρο την ακύρωσε, οπότε ανέλαβε τη διοργάνωσή της η Χιλή.
Με δεδομένο το μποϊκοτάρισμα θεσμών όπως ο ΟΗΕ από τις Ηνωμένες Πολιτείες, ακόμη και το να φτάσουν τόσες χώρες σε συμφωνία για ορισμένα πράγματα πρέπει να θεωρείται ενθαρρυντικό. Οπως παρατηρούν οι «New York Times», οι αμερικανοί διαπραγματευτές εργάστηκαν σκληρά μαζί με την Κίνα για τον καθορισμό κοινών κριτηρίων για τη μέτρηση των εκπομπών. «Οι Ηνωμένες Πολιτείες ήθελαν να βεβαιωθούν ότι η Κίνα και η Ινδία θα εκπληρώσουν τους στόχους τους» τόνισε ο Τζέικ Σμιτ, διευθυντής διεθνούς πολιτικής στο Αμυντικό Συμβούλιο Φυσικών Πόρων.
Πολλοί από τους παρόντες όμως στο Κατοβίτσε δεν έκρυψαν την απογοήτευσή τους. «Κανείς δεν θα μείνει ικανοποιημένος από αυτές τις διαπραγματεύσεις» δήλωσε ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, που αναγκάστηκε να μεταβεί άρον άρον στην πολωνική πόλη την Παρασκευή μπροστά στον κίνδυνο ενός ναυαγίου.
Μια από τις σκληρές μάχες, γράφει ο απεσταλμένος της «El Pais», ήταν για την τελική διακήρυξη της συνόδου, που έχει πιο πολιτικό χαρακτήρα. Το κείμενο επρόκειτο να καλεί τις χώρες να παρουσιάσουν πιο φιλόδοξα σχέδια για τη μείωση των αερίων θερμοκηπίου. Και θα βασιζόταν στην έκθεση της Διακυβερνητικής Ομάδας Ειδικών για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC), σύμφωνα με την οποία ο πλανήτης δεν μπορεί να αντέξει αύξηση της θερμοκρασίας άνω του 1,5 βαθμού Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα (η αύξηση αυτή φτάνει σήμερα τον έναν βαθμό).
Το πρόβλημα είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Σαουδική Αραβία, η Ρωσία και το Κουβέιτ αμφισβητούν τόσο την ακρίβεια αυτών των εκτιμήσεων όσο και το συμπέρασμα της έκθεσης ότι οι χώρες πρέπει να μειώσουν τις εκπομπές αερίων κατά 45% την ερχόμενη δωδεκαετία σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα. Ετσι, οποιαδήποτε ευθεία αναφορά σε αυτό το θέμα απαλείφθηκε από το τελικό κείμενο. «Θα προτιμούσα κάτι πιο φιλόδοξο» αναγνωρίζει η ισπανίδα υπουργός Οικολογικής Μετάβασης Τερέσα Ριμπέρα.
Ενας από τους πιο ένθερμους υπέρμαχους μιας αποφασιστικής δράσης κατά της κλιματικής αλλαγής είναι η Ευρωπαϊκή Ενωση. Στο εσωτερικό της, όμως, η λήψη πιο αποφασιστικών μέτρων προσκρούει σε εσωτερικές δυσκολίες. Η Βρετανία, για παράδειγμα, είναι απορροφημένη από το Brexit. Η Γαλλία ασχολείται με τις κινητοποιήσεις των Κίτρινων Γιλέκων. Και η Γερμανία έχει τα δικά της προβλήματα με την εξάλειψη του άνθρακα.
Για τον λόγο αυτό, πολλοί ειδικοί θεωρούν ότι η εφαρμογή φτηνότερων και καθαρότερων ενεργειακών τεχνολογιών θα συμβάλει πολύ περισσότερο από πολύπλοκες συνθήκες στην επίλυση των αδιεξόδων γύρω από την κλιματική πολιτική. «Η κλιματική αλλαγή είναι ένα σύνθετο πρόβλημα» δήλωσε στο Κατοβίτσε η καναδή υπουργός Περιβάλλοντος Κάθριν ΜακΚένα. «Δεν μπορεί να λυθεί μόνο από τις κυβερνήσεις».