Ο Λεβέντης έχει μείνει μερικές δεκαετίες πίσω: αποστάτες δεν υπάρχουν πια. Είναι μια λέξη που μπορεί να λέει κάτι στους παππούδες, σε εκείνους που έζησαν με ένταση τα γεγονότα της δεκαετίας του ’60, αλλά όχι και στους σημερινούς νέους, οι οποίοι πιστεύουν στην κίνηση των ιδεών και των ανθρώπων. Οι πιο επικίνδυνοι άλλωστε δεν είναι αυτοί που εξελίσσονται και αλλάζουν, αλλά εκείνοι που όταν η πραγματικότητα δεν συμφωνεί με τις ιδέες τους περιμένουν να αλλάξει η πραγματικότητα. Είναι γνωστή η απάντηση του κ. Κόινερ σε κάποιον που τον είδε ύστερα από καιρό και του είπε ότι δεν άλλαξε καθόλου. «Αχ», έκανε ο κύριος Κ., και χλώμιασε.
Στις μέρες μας δεν έχει νόημα ούτε ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός ή, επί το δυτικότερον, η κομματική γραμμή. Οι βουλευτές δεν είναι πρόβατα, έχουν ιδία κρίση και μπορεί να διαφωνούν με τον αρχηγό τους ή με την πλειοψηφία του κόμματός τους σε ένα δευτερεύον ή ακόμη και πρωτεύον θέμα. Δικαιούνται λοιπόν να ψηφίζουν διαφορετικά. Δικαιούνται ακόμη και να αλλάζουν κόμμα. Το αν πρέπει στην περίπτωση αυτή να παραδίδουν την έδρα τους είναι μια μεγάλη συζήτηση, εύκολες απαντήσεις δεν υπάρχουν.
Με αυτή την έννοια, δεν πρέπει να κατηγορείται ο Σαρίδης επειδή αποφάσισε να ψηφίσει τον προϋπολογισμό. Ούτε ο Αμυράς ή ο Ψαριανός επειδή δεν θα υπερψηφίσουν τη συμφωνία των Πρεσπών. Ο Νίκος Μπίστης μπορεί να αλλάξει όσα κόμματα του υπαγορεύει η αριστερή συνείδησή του. Και ο Χάρης Θεοχάρης να κάνει όσους γύρους θέλει γύρω από τον δεξιό εαυτό του. Ετσι είναι η δημοκρατία.
Και έτσι έχει η πρώτη ανάγνωση των πραγμάτων. Υπάρχει όμως και η δεύτερη ανάγνωση. Που δεν έχει σχέση αναγκαστικά με ανταλλάγματα, αλλά με εκπτώσεις και συμπτώσεις. Ας πάρουμε τη δήλωση του Θεοχάρη για τις «δεύτερες σκέψεις» που του έχουν προκαλέσει οι «συνεχείς δηλώσεις Ζάεφ» σχετικά με μια συμφωνία «που είχε ούτως ή άλλως εξαρχής προβλήματα». Το ότι η εμφάνιση αυτών των σκέψεων και αυτών των προβλημάτων συμπίπτει χρονικά με την προσχώρησή του στη ΝΔ προκαλεί κάποιους στενάχωρους συνειρμούς. Για τον ίδιο, όχι για τον Μητσοτάκη.
Σεβαστή είναι και η ασφυξία που θα πρέπει να αισθανόταν ο Μπίστης στο ΚΙΝΑΛ ώστε να οδηγηθεί στην απόφαση να το εγκαταλείψει. Το κόμμα της Φώφης Γεννηματά συμπλέει με τους ΑΝΕΛ στο Μακεδονικό, έγραψε σε ένα άρθρο του. Μόνο που αμέσως μετά έσπευσε να ξεπλύνει τον ΣΥΡΙΖΑ για κάτι πολύ σοβαρότερο, δηλαδή την κυβερνητική συνεργασία του εδώ και τέσσερα χρόνια με τους ΑΝΕΛ. Αν λοιπόν, ο μη γένοιτο, αύριο ο Μπίστης βρεθεί στον ΣΥΡΙΖΑ, θα αποβούν μοιραίοι κάποιοι συνειρμοί. Για τον ίδιο, όχι για τον Τσίπρα.
Ο καθείς και οι αναζητήσεις του. Αν γινόταν μόνο να μη συνοδεύονται από προσκλήσεις προς τις Ελληνίδες και τους Ελληνες…