Στις ανακοινώσεις νομισματικής πολιτικής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) και στη συμφωνία της Ιταλίας με την Κομισιόν να μην ξεκινήσει διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος ήταν χθες στραμμένο το ενδιαφέρον των αγορών.
Ο επικεφαλής της Fed Τζερόμ Πάουελ ανακοίνωσε νέα αύξηση των επιτοκίων κατά 0,25%, ώστε αυτά να διαμορφώνονται στο εύρος 2,25% με 2,50%, αλλά έδωσε σήμα ότι το 2019 μπορεί να προχωρήσει σε λιγότερες αυξήσεις κόστους δανεισμού από όσες αρχικά αναμένονταν.
Την ίδια στιγμή Ρώμη και Βρυξέλλες υπέγραφαν προσωρινή ανακωχή ύστερα από μήνες σκληρών αντιπαραθέσεων. Η Κομισιόν δέχτηκε τη μείωση των προβλέψεων για έλλειμμα το 2019 στο 2,04% από το 2,4% ζητώντας ταυτόχρονα επιπλέον περικοπές από την ιταλική κυβέρνηση. Η εξέλιξη αυτή χαροποίησε όπως φάνηκε τις αγορές, αφού οδήγησε σε σημαντική μείωση του κόστους δανεισμού της Ιταλίας κατά 20 μονάδες βάσης στο 2,50%.
Πιο περίπλοκη εξακολουθεί να παραμένει η κατάσταση όσον αφορά τη σχέση της Fed με τον Ντόναλντ Τραμπ και τις αγορές που ζητούν τώρα να μπει φρένο σε άλλες αυξήσεις επιτοκίων. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ έχει επιτεθεί επανειλημμένα στην κεντρική τράπεζα κατηγορώντας της ότι με τις αυξήσεις επιτοκίων που έχει πραγματοποιήσει φέτος, τέσσερις συνολικά, πλήττει την ανάπτυξη. Από τον Δεκέμβριο του 2015 μέχρι σήμερα η κεντρική τράπεζα έχει αυξήσει τα επιτόκια δανεισμού σε δολάρια εννέα φορές.
Πριν από τη συνεδρίαση της Fed ο Τραμπ είχε ζητήσει από την κεντρική τράπεζα να μην κάνει «ένα ακόμη λάθος», όπως το χαρακτήρισε. Η πιο αυστηρή νομισματική πολιτική της Fed έχει προκαλέσει αντιδράσεις καθώς η ανάπτυξη έχει δεχτεί πλήγμα από τον εμπορικό πόλεμο, ενώ η νέα βουτιά του πετρελαίου δημιουργεί προϋποθέσεις για αποκλιμάκωση του πληθωρισμού. Επίσης το τελευταίο διάστημα έχουν επικρατήσει ισχυρές αναταραχές στα αμερικανικά κυρίως χρηματιστήρια, με τους επενδυτές να έχουν αρχίσει να ανησυχούν ότι τα ιστορικά υψηλά των προηγούμενων μηνών μπορεί να αποτελούν πλέον παρελθόν.
Η θέση του Πάουελ από τις πιέσεις του Τραμπ είναι δύσκολη καθώς ο πρόεδρος της Fed πρέπει να διαφυλάξει μεταξύ άλλων την ανεξαρτησία της τράπεζας όπως την εκλαμβάνουν οι αγορές. Πρακτικά, εάν ο Πάουελ έκανε πίσω και δεν ανακοίνωνε τη νέα αύξηση επιτοκίων, οι αγορές θα μπορούσαν να θεωρήσουν ότι αυτό έγινε λόγω των πιέσεων Τραμπ. Την ίδια όμως στιγμή οι συνεχείς λεκτικές παρεμβάσεις του αμερικανού προέδρου έχουν προκαλέσει ήδη ανησυχία λόγω της έντασης και της συχνότητάς τους. Για τον λόγο αυτόν ο Πάουελ φαίνεται ότι επιλέγει τώρα τη μέση οδό, αναφέροντας ότι όλες οι αποφάσεις από εδώ και στο εξής θα λαμβάνονται με βάση το τι δείχνουν τα οικονομικά στοιχεία.