Η ρήξη Ρώμης – Βρυξελλών με φόντο τον προϋπολογισμό έδινε μέχρι πρότινος τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να επικαλείται έξωθεν αρνητικούς παράγοντες για να ερμηνεύσει την αδυναμία του ελληνικού Δημοσίου να επανέλθει στις αγορές και την κανονικότητα. Ο ιταλικός εφιάλτης έσβησε την περασμένη εβδομάδα μέσω συμβιβασμού για τον προϋπολογισμό, τα ιταλικά ομόλογα κάνουν ράλι.
Αντίθετα, οι φωτιές στην ελληνική αγορά ομολόγων (4,368% η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου) παραμένουν και τώρα η κυβέρνηση αναζητεί λύσεις και πάλι στην Ιταλία. Αυτή τη φορά για να αντιμετωπίσει, έστω και με δραματικές καθυστερήσεις, ίσως τη βασικότερη αιτία που κρατά τα ελληνικά ομόλογα εκτός της επενδυτικής εμβέλειας των ξένων.
Στη ρίζα του προβλήματος, σύμφωνα με ειδήμονες της αγοράς, βρίσκονται τα μη εξυπηρετούμενα τραπεζικά δάνεια και η αδυναμία επίτευξης των στόχων μείωσής τους κάτω από 20% το 2021 μέσω πλειστηριασμών, πωλήσεων και διαγραφών.
Η ανησυχία της επενδυτικής κοινότητας ακόμα και για ανάγκη νέας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, σε συνδυασμό με ρίσκα που συνδέονται με τις εκλογές, το αφήγημα παροχών της κυβέρνησης με εξάλειψη κάθε αναφοράς σε μεταρρυθμίσεις και τους δημοσιονομικούς κινδύνους εξαιτίας και των δικαστικών αποφάσεων, εκτός από την αγορά ομολόγων αντικατοπτρίζεται και στο Χρηματιστήριο. Η κεφαλαιοποίηση των τεσσάρων συστημικών τραπεζών από 8,7 δισ. ευρώ στις αρχές του έτους, έχει διαγράψει ελεύθερη πτώση στα 4 δισ. ευρώ.
Η κυβέρνηση τρέχει τώρα να εφαρμόσει το συντομότερο δυνατό το ιταλικό μοντέλο διαχείρισης των κόκκινων δανείων, το οποίο φέρεται να έχει προβάδισμα έναντι της αντίστοιχης πρότασης της Τραπέζης της Ελλάδος.
Στο μεταξύ οι τράπεζες προετοιμάζονται για ένα δύσκολο 2019. Στην ατζέντα του επόμενου έτους βρίσκονται 30.000 πλειστηριασμοί ακινήτων αλλά και η δραστική συρρίκνωση των εξόδων τους, η οποία περνά και μέσα από μειώσεις προσωπικού.