Στο συνέδριο του «Economist» και του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου που πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο, ο υπουργός Οικονομίας και Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης χρησιμοποίησε ένα πρωτότυπο επιχείρημα για να προσελκύσει το ενδιαφέρον των επενδυτών. «Γιατί έχουμε αρχαία», απάντησε στην ερώτηση γιατί να επενδύσει κάποιος σήμερα στην Ελλάδα. Αστειευόμενος προφανώς, διότι τα αρχαία χρησιμοποιήθηκαν από τη σημερινή κυβέρνηση μόνον ως πρόφαση για να μπλοκάρει τη μεγαλύτερη επένδυση στη χώρα, στο Ελληνικό.
Αλλά και στο σοβαρό κομμάτι της παρέμβασής του, o Γιώργος Σταθάκης παρουσίασε μια Ελλάδα που στο σκέλος των επενδύσεων απέχει όσο και η υλοποίηση του Ελληνικού. Τα καλά λόγια που ακούγονται από όλους για το τέλος του τρίτου Μνημονίου σταματούν γρήγορα όταν μιλούν εκείνοι που πρέπει να τοποθετήσουν τα κεφάλαιά τους στην Ελλάδα. Αυτοί παραμένουν δύσπιστοι, επισημαίνουν κακώς κείμενα, υποδεικνύουν την ανάγκη να βελτιωθεί το επενδυτικό πλαίσιο.
Στο ερώτημα γιατί οι γερμανοί επενδυτές παρακάμπτουν την Ελλάδα, ο Φόλκερ Τράιερ, αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος του Γερμανικού Βιομηχανικού και Εμπορικού Επιμελητηρίου (DIHK) εξηγεί στα «ΝΕΑ» ότι τα τελευταία 15-20 χρόνια οι Γερμανοί επένδυσαν δυναμικά σε χώρες που είναι κοντά στο κέντρο της ΕΕ, π.χ. Σλοβακία, Τσεχία, βασικό κριτήριό τους ήταν η εσωτερική αγορά. Η Ελλάδα είναι στην ενιαία αγορά, αλλά γεωγραφικά αποκομμένη, με «δύσκολες συνθήκες» στις χώρες που μεσολαβούν μεταξύ του κέντρου και της Ελλάδας.
Για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται ήδη στην Ελλάδα, ο Τράιερ λέει ότι υπάρχει ικανοποίηση για τη δραστηριότητά τους και βλέπουν περιθώρια βελτίωσης. «Αλλά δεν έχουμε την απαιτούμενη μάζα γερμανικών επιχειρήσεων που να δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα και να διαμορφώνουν μια βιώσιμη προοπτική μακροπρόθεσμα», λέει ο Τράιερ. «Η εκτίμηση που κάνουμε είναι ότι οι προοπτικές για τη χώρα θα γίνουν δυσκολότερες, καθώς η μέχρι τώρα ανάπτυξη προέρχεται από τις εξαγωγές και τη ζήτηση στο εξωτερικό», σημειώνει ο πρόεδρος του γερμανικού Επιμελητηρίου. Εξωγενείς παράγοντες όπως η αντιπαράθεση της Ρώμης με την ΕΕ επιδρούν αρνητικά. Αλλά υπάρχουν και ενδογενείς παράγοντες. «Σημαντικό θέμα για τα μέλη μας είναι η προβληματική χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, που σχετίζεται με την κατάσταση των ελληνικών τραπεζών και την επιβάρυνση από τα κόκκινα δάνεια και το κρατικό χρέος. Από την έρευνα που κάναμε μεταξύ των μελών μας, το πρόβλημα αυτό είναι σε χώρες του εξωτερικού πολύ μικρότερο απ’ ό,τι στην Ελλάδα», σημειώνει ο Τράιερ.
Ο πρόεδρος του γερμανικού Επιμελητηρίου διαπιστώνει ότι παρά τη μεγάλη ανεργία, υπάρχει δυσκολία να βρεθεί το κατάλληλο ειδικευμένο προσωπικό. «Στην Ελλάδα υπάρχουν πάρα πολλοί που αναζητούν εργασία, αλλά το ερώτημα είναι εάν η ειδίκευσή τους ανταποκρίνεται στις ανάγκες των επιχειρήσεων. Χρειάζεται βελτίωση της ειδίκευσής τους. Πρέπει να συνεργαστούν τα επιμελητήρια μεταξύ τους και να υποστηριχθούν από το ελληνικό κράτος. Το επενδυτικό πλαίσιο στην Ελλάδα αξιολογείται από τις γερμανικές επιχειρήσεις “δύσκολο”, εξαιτίας της υπερφορολόγησης και της γραφειοκρατίας. Τα πράγματα δεν είναι όπως θα έπρεπε για να έχουμε μία καλύτερη εξέλιξη στην Ελλάδα», λέει.
Τι θα πρέπει να γίνει για να βελτιωθεί το πλαίσιο; «Ακρως σημαντικό είναι να συνεχιστεί η μεταρρυθμιστική διαδικασία», λέει ο Τράιερ. Από την πλευρά της Ευρώπης δεν έγιναν όλα σωστά, σημειώνει. Αλλά η Ελλάδα καθυστέρησε πολύ να μπει στην πορεία των μεταρρυθμίσεων και «πολλές μεταρρυθμίσεις παραμένουν ακόμη στάσιμες». Οσο περισσότερες από τις γειτονικές χώρες ακολουθήσουν την οδό των μεταρρυθμίσεων και ενσωματωθούν σε αυτήν τη διαδικασία, τόσο καλύτερα. Διότι εκείνο που λείπει, διαπιστώνει ο Τράιερ, είναι μία ολοκληρωμένη πρόταση για την οικονομική ανάπτυξη και την παραγωγική συγκρότηση της ευρύτερης περιοχής.
«Δυστυχώς στη Νοτιοανατολική Ευρώπη – και η Ελλάδα είναι η πρόσβαση της περιοχής στην ΕΕ, π.χ. με το λιμάνι του Πειραιά – δεν έχουμε έναν ολοκληρωμένο οικονομικό χώρο», λέει ο Τράιερ.
«Το ζήτημα είναι πώς θα μπορέσει η Ελλάδα να ενσωματωθεί με άλλους οικονομικούς χώρους και χώρες για να γίνει ελκυστική για γερμανούς επενδυτές προκειμένου να επενδύσουν στην Ελλάδα με την προσδοκία μεγαλύτερου παραγωγικού αποτελέσματος. Το βασικό πρόβλημα είναι ότι ο χώρος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης είναι πολυδιασπασμένος, με ελλείψεις στις υποδομές, χωρίς ανεπτυγμένα διακρατικά δίκτυα». Η Ελλάδα μπορεί να επωφεληθεί από την πλεονεκτική γεωστρατηγική της θέση, η γερμανική βιομηχανία, στον δρόμο από το Βερολίνο μέχρι την Αθήνα, θα μπορούσε να προσφέρει πολύ περισσότερες θέσεις εργασίας για την Ελλάδα και για πολλές χώρες κατά μήκος αυτού του δρόμου.
«Δυστυχώς, έχουμε να αντιμετωπίσουμε πάρα πολύ μεγάλη γραφειοκρατία, με διαφορετικά στάνταρτ, με κακές υποδομές», συμπληρώνει ο Τράιερ.