Ο πρώην υπουργός Θοδωρής Δρίτσας αναμένει να δοθούν κι άλλες εξηγήσεις για την υπόθεση Πετσίτη, ενώ φροντίζει να διαμηνύσει ότι «στην Αριστερά λογοδοτούμε, δεν κρυβόμαστε» – σε ένα μήνυμα που έχει προφανώς πολλούς αποδέκτες, ενδεχομένως και τον Νίκο Παππά. Ο βουλευτής Α’ Πειραιά του ΣΥΡΙΖΑ, μιλώντας στα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο», μεταφέρει ακόμη την ανησυχία του για το κλίμα ακραίας πόλωσης που διαμορφώνεται, προειδοποιώντας ότι «η Ελλάδα μαζεύει ακόμα τα κουρέλια της από τις συνέπειες της χρεοκοπίας και αυτά δεν τα αντέχει», ενώ δεν αποκλείει στην ψηφοφορία στη Βουλή για τη συμφωνία των Πρεσπών να λάβει τέλος και η κυβερνητική συνεργασία με τους ΑΝΕΛ. Σε μια αυστηρή σύσταση προς τον Πάνο Καμμένο, πάντως, τονίζει πως «οφείλει, ως υπουργός, να ταυτίζεται με την κυβερνητική πολιτική».
Η υπόθεση Πετσίτη τι γεύση σάς αφήνει; Οφείλονται όντως περαιτέρω εξηγήσεις από την πλευρά του Νίκου Παππά, όπως ζήτησε ο Νίκος Φίλης; Αναδεικνύονται ζητήματα πολιτικής ηθικής γύρω από αυτήν;
Διαβάζουμε πολλά εν είδει δημοσιογραφικής έρευνας. Τα παρακολουθούμε. Δεν μας αφήνουν αδιάφορους. Είναι όμως ασύνδετα, αν και στοχοποιούν ανθρώπους. Δεν βγαίνει άκρη έτσι. Εχουν δοθεί ήδη απαντήσεις. Θα δοθούν κι άλλες. Τώρα, που απαντώ στις ερωτήσεις σας, είναι σε εξέλιξη η σχετική συζήτηση στη Βουλή, μετά την επίκαιρη επερώτηση βουλευτών της ΝΔ. Εμπιστεύομαι όλες τις συντρόφισσες και όλους τους συντρόφους. Κι έχουμε μάθει, στην Αριστερά, να είμαστε και πονηρεμένοι και αυστηροί και καθαροί και απαιτητικοί και δίκαιοι. Εμείς λογοδοτούμε, δεν κρυβόμαστε.
Η ψήφιση του προϋπολογισμού σήμανε και μια άτυπη έναρξη της προεκλογικής περιόδου;
Για κάποιους η προεκλογική περίοδος έχει αρχίσει εδώ και 3-4 χρόνια! Η ψήφιση του προϋπολογισμού επικυρώνει την έναρξη της νέας ιστορικής περιόδου για τη χώρα, αυτής που άρχισε μετά τον Αύγουστο. Εδώ, θα μετρηθούμε οι πάντες, πολιτικό σύστημα και κοινωνία, αναφορικά με το τι καταλάβαμε από τη χρεοκοπία, πώς δεν θα οδηγηθούμε σε μια νέα και ποια θα είναι η Ελλάδα του αύριο. Ετσι κι αλλιώς, το 2019, είναι έτος πολλαπλών εκλογικών αναμετρήσεων…
Η συμφωνία των Πρεσπών ακροβατεί ή θα περάσει χωρίς ιδιαίτερη δοκιμασία από τη Βουλή;
Η συμφωνία των Πρεσπών πρέπει να ψηφιστεί από τη Βουλή. Είναι ιστορική ανάγκη. Το πιστεύω βαθιά αυτό. Είναι συμφωνία που με ρητό τρόπο και με σαφέστατη αμοιβαία δέσμευση κλείνει όλα τα εκκρεμή ζητήματα και ανοίγει δρόμους ειρηνικής συνεργασίας και συνανάπτυξης. Κλείνει τη «σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό erga omnes», που ήταν η ρεαλιστική «εθνική γραμμή», και μάλιστα με αλλαγή του Συντάγματος της γειτονικής χώρας που δεν ήταν στην «εθνική γραμμή». Κλείνει οριστικά και δεσμευτικά κάθε αμφισβήτηση συνόρων, κάθε προβολή αλυτρωτικών δοξασιών και διεκδικήσεων ή μειονοτικών ζητημάτων, κάθε σύγχυση ή λαθροχειρία για τη διαφορετική ιστορική και πολιτιστική διαδρομή και κληρονομιά των δύο λαών και κοινωνιών, κάθε οικειοποίηση συμβόλων. Ολα τα κλείνει. Αρκεί να διαβάσει κανείς το ίδιο το κείμενο. Οσο για τη γλώσσα, επειδή βέβαια οι βόρειοι γείτονές μας δεν συνεννοούνται στη… νοηματική, η συμφωνία προβλέπει ότι η γλώσσα των γειτόνων είναι αυτή όπως ακριβώς καταχωρίστηκε στη σχετική λίστα της Διεθνούς Διάσκεψης του ΟΗΕ, που έγινε στην Αθήνα το 1977 και την οποία η Ελλάδα έχει προσυπογράψει από τότε, με τη ρητή επισήμανση ότι η γλώσσα αυτή, η «μακεδονική», είναι γλώσσα νοτιοσλαβική και όχι βέβαια ελληνική. Να σημειώσω ότι αυτή η πρόβλεψη θα μπορούσε να μην υπάρχει καν στη συμφωνία. Συμπεριελήφθη προς αποφυγή αυθαίρετων ερμηνειών στο μέλλον. Τέλος, καμία συμφωνία, από ιδρύσεως κόσμου, σε όλον τον πλανήτη, δεν μπορεί και δεν έγινε ποτέ να ρυθμίζει θέματα εθνοτικής ταυτότητας. Ούτε, βέβαια, αυτή η συμφωνία το κάνει. Πώς θα μπορούσε; Υπηκοότητα ρυθμίζει. Οποιος προτιμά, ως «εθνικό συμφέρον», τη διάλυση του γειτονικού κράτους, ας το πει καθαρά. Και ας πάρει τις ευθύνες του. Τα υπόλοιπα είναι φανατικός εθνικισμός, ανεύθυνη σκοπιμότητα ή άγνοια.
Εάν δεν εγκριθεί τουλάχιστον από 151 βουλευτές, αυτοδικαίως οδηγούμαστε στις κάλπες;
«Αυτοδίκαιες κάλπες» δεν υπάρχουν. Αυτά τα προβλέπει το Σύνταγμα. Πιστεύω ότι θα εγκριθεί τουλάχιστον από 151 βουλευτές. Είναι ανάγκη ευθύνης, ιστορικής διορατικότητας και άδολου πατριωτισμού. Δεν το συναρτάμε από, ούτε το διαπραγματευόμαστε με άλλες εξελίξεις.
Σε αυτή την ψηφοφορία ολοκληρώνεται και η συνεργασία με τον Πάνο Καμμένο;
Είναι πιθανό, εάν εκείνος το αποφασίσει. Οταν λειτουργεί όμως με τον θεσμικό ρόλο του, ως υπουργός, οφείλει να ταυτίζεται με την κυβερνητική πολιτική. Είναι αυτονόητο αυτό.
Σας ανησυχεί το εξαιρετικά πολωτικό κλίμα που διαμορφώνεται στην πολιτική σκηνή;
Με ανησυχεί πάρα πολύ. Ιδιαίτερα όταν δεν αποτυπώνεται ως πόλωση προγραμμάτων, ιδεών και κοινωνικών αντιθέσεων, αλλά πόλωση μηχανισμών, συμφερόντων και σκοπιμοτήτων, δηλαδή ως προκλητή πόλωση. Η Ελλάδα μαζεύει ακόμα τα κουρέλια της από τις συνέπειες της χρεοκοπίας. Αυτά δεν τα αντέχει.
Δεν δείχνει αντιφατικό να αποτελεί στρατηγική επιλογή σε μια μεταμνημονιακή φάση για την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ ζητεί συναίνεση, επενδύοντας μάλιστα και στη συνταγματική αναθεώρηση που εκ των πραγμάτων απαιτεί πολιτικές συγκλίσεις;
Υπονοείται, όπως είναι διατυπωμένη η ερώτηση, ότι η πόλωση είναι «στρατηγική επιλογή» του ΣΥΡΙΖΑ. Απαντώ λοιπόν: ο ΣΥΡΙΖΑ δεν επενδύει στην πόλωση. Δεν την έχει ανάγκη ούτε ως τακτική ούτε ως στρατηγική.
Υπάρχει πεδίο συμπόρευσης του ΣΥΡΙΖΑ με το Κίνημα Αλλαγής και την ευρύτερη Κεντροαριστερά;
Στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ ολοένα αναβαθμίζεται η συζήτηση για την ανάγκη κοινωνικής και πολιτικής εναλλακτικής λύσης στον νεοφιλελευθερισμό, στον ρατσισμό και στην εθνικιστική περιχαράκωση. Εμείς, όσο μπορούμε, όχι μόνο συμμετέχουμε σε αυτήν τη συζήτηση, αλλά και παίρνουμε σημαντικές πρωτοβουλίες, ανοιχτές αλλά και ταυτόχρονα στοχευμένες. Στην Ελλάδα, η ηγετική ομάδα του ΚΙΝΑΛ διακηρύσσει ότι για να γίνει οποιαδήποτε συζήτηση «πρέπει πρώτα να ηττηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ»! Πρόκειται για πολιτική τύφλωση. Δεν μπορεί όμως να αντέξει αυτή η στάση για πολύ. Εμείς θα θεωρήσουμε ως πολύ θετική μια εξέλιξη ανασύνταξης της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας και στην Ελλάδα. Δεν θα το βλέπαμε ανταγωνιστικά και δεν έχουμε λόγους να φοβηθούμε μια τέτοια εξέλιξη. Το αντίθετο μάλιστα.